Δευτέρα 8 Νοεμβρίου 2021

Kάηκε το χαρτί της αυτοδυναμίας για τον Κυριάκο Μητσοτάκη... Οι διαβεβαιώσεις Μητσοτάκη για εξάντληση της τετραετίας δεν πείθουν κανέναν πλέον...




Τη στιγμή που οι συστημικές δημοσκοπήσεις δημιουργούν εικόνα επανάπαυσης με το μεγάλο προβάδισμα που δίνουν διαρκώς στη Ν.Δ., η πραγματικότητα είναι ότι όλα τα σενάρια έχουν μπει στο τραπέζι.
Από τον
Ανδρέα Καψαμπέλη

Επιμένει στη στρατηγική της αυτοδυναμίας ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης, σύμφωνα με όσα είπε στην τελευταία τηλεοπτική συνέντευξή του, κατά την οποία προεξόφλησε, μάλιστα, ότι θα είναι «περίπου αδύνατο» να σχηματιστεί κυβέρνηση σε διαφορετική περίπτωση. Όμως, από τον αφορισμό αυτό φαίνεται ότι μάλλον οι σχέσεις του με τα μαθηματικά των εκλογών -έστω κι αν ο ίδιος επικαλέστηκε τις «ασκήσεις απλής αριθμητικής»- είναι «περίπου» άσχημες ή τουλάχιστον αυτό προτιμά να δείχνει προκειμένου να κρύβει την ανησυχία που έχει αρχίσει να τον καταλαμβάνει…

Όσο κι αν ακούγεται αντιφατικό τη στιγμή που οι συστημικές δημοσκοπήσεις δημιουργούν εικόνα επανάπαυσης, με το μεγάλο προβάδισμα που δίνουν διαρκώς στη Ν.Δ., η πραγματικότητα είναι ότι όλα τα σενάρια έχουν μπει στο τραπέζι. Και λόγω της απλής αναλογικής έχουν αλλάξει οι περισσότερες μεταβλητές που προσδιόριζαν την επόμενη ημέρα κάθε εκλογικής αναμέτρησης.

Καθώς η κυβέρνηση διανύει πια το τρίτο έτος της θητείας της, ακόμη και η διαβεβαίωση του κ. Μητσοτάκη για εξάντληση της τετραετίας δεν πείθει πλέον ολοένα περισσότερους βουλευτές και εντός της Ν.Δ., οι οποίοι προετοιμάζονται εντατικά για το ενδεχόμενο να αποδειχθεί το 2022 (άνοιξη ή φθινόπωρο) εκλογική χρονιά. Όπως συζητείται, οι παράγοντες που θα παίξουν ρόλο σε αυτό, εκτός από τους οικονομικούς δείκτες, είναι η πορεία του νέου κύματος της πανδημίας στη διάρκεια του φετινού χειμώνα και ο φόβος μήπως του χρόνου το καλοκαίρι επαναληφθούν οι καταστροφικές πυρκαγιές που έκαψαν σημαντικά πριν από μερικούς μήνες την κυβέρνηση.


O πρωθυπουργός καθόρισε την -υψηλού ρίσκου- στρατηγική του

Εν όψει αυτής της άτυπης προεκλογικής κινητικότητας, ο πρωθυπουργός καθόρισε τη στρατηγική του, η οποία όμως, ενώ δείχνει να χαρακτηρίζεται από μια αποφασιστικότητα και στιβαρότητα, κρύβει αρκετά προβλήματα, αλλά και πιθανά αδιέξοδα. Αναλυτές που ασχολούνται συστηματικά με τις ασκήσεις εκλογικής αριθμητικής επισημαίνουν, μάλιστα, ότι είναι μια στρατηγική υψηλού ρίσκου για τον κ. Μητσοτάκη -του ύψους ή του βάθους-, καθώς μπορεί να τον οδηγήσει μεν για μια δεύτερη τετραετία στο Μέγαρο Μαξίμου, αλλά ίσως και να τον στείλει στην πρόωρη πολιτική συνταξιοδότηση.

Η προτίμηση του κ. Μητσοτάκη στις μονοκομματικές κυβερνήσεις συνοδεύεται από τη συνακόλουθη σύγκριση που γίνεται για το πρόσωπο του πρωθυπουργού. Αυτό, μάλιστα, είναι ένα από τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που, με βάση όλες τις μετρήσεις, διαθέτει, καθώς «απέναντι» υπάρχει ένα θολό τοπίο και όταν ο κ. Τσίπρας αντιπαραβάλει την «προοδευτική διακυβέρνηση», θα πρέπει να υποδείξει και τον επικεφαλής της. Θα δεχτεί δε να είναι κάποιος άλλος και ποιος;

Το βέβαιο είναι ότι ο σημερινός πρωθυπουργός, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, υπερέχει στο πεδίο αυτό και ως εκ τούτου ωθείται έτι περαιτέρω στο να αναδείξει την αυτοδυναμία σε βασικό διακύβευμα. Επίσης, έχει ενδιαφέρον ότι στο πλαίσιο αυτό κυβερνητικά στελέχη έχουν αρχίσει να εκφράζουν την «προτίμησή» τους στην επικράτηση του Γ. Παπανδρέου για την ηγεσία του ΚΙΝ.ΑΛ., με το επιχείρημα ότι έτσι θα γίνει ακόμη πιο γκρίζα στα μάτια του εκλογικού σώματος η εικόνα μιας μελλοντικής «προοδευτικής διακυβέρνησης» και το «κεντροδεξιό» τμήμα του εναπομείναντος ΠΑΣΟΚ θα μετακινηθεί ευκολότερα προς τη Ν.Δ. πριν από τις κάλπες.

Η… προτίμηση αυτή ενισχύθηκε ύστερα από συνέντευξη του πρώην πρωθυπουργού και τη δική του εμμονή στην πολιτική του «λεφτά υπάρχουν», του 2009-2010. Εμμέσως πλην σαφώς το υπαινίχθηκε και ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης, όταν απαξιωτικά αναρωτήθηκε «εάν χρειάζεται να προσωποποιήσω το σχήμα το οποίο μπορεί να κυβερνούσε τη χώρα σε αυτή την περίπτωση…».
Ανησυχία στο κυβερνητικό επιτελείο

Όμως αυτό που προκαλεί τα πρώτα κύματα λανθάνουσας ανησυχίας στο κυβερνητικό επιτελείο είναι ότι δεν συγκεντρώνονται εύκολα πια οι προϋποθέσεις μιας νέας αυτοδυναμίας, όπως την οραματίζεται -τουλάχιστον δημοσίως- ο κ. Μητσοτάκης. Κατά τον ίδιο «τα κουκιά δεν βγαίνουν», αλλά… μήπως και βγαίνουν;

Το πρώτο στοιχείο που δεν λαμβάνει επαρκώς υπόψη είναι η εύλογη αποσυσπείρωση που θα προκαλέσει στα μεγαλύτερα κόμματα η απλή αναλογική, εν όψει μάλιστα της «ασφάλειας» που προσφέρουν οι διακηρύξεις για δεύτερο γύρο με το νέο πιο ενισχυμένο σύστημα. Δεδομένης και της κόπωσης των πολιτών από το πολιτικό σύστημα, οι φυγόκεντρες τάσεις ενδέχεται να θυμίζουν Μάιο του 2012.



Όμως η κόκκινη γραμμή για να μπορεί να επιβάλει ως πρώτο κόμμα η Ν.Δ. επαναληπτικές κάλπες είναι πολύ υψηλότερα. Με βάση μάλιστα την υπάρχουσα διάταξη δυνάμεων, το ποσοστό που πρέπει να αποσπάσει, με την απλή αναλογική, κυμαίνεται τουλάχιστον στα επίπεδα του 35%. Αν, μάλιστα, αυξηθεί ο αριθμός των κομμάτων που θα περάσουν το κατώφλι του 3%, ο πήχης θα πάει ακόμη πιο ψηλά, όταν τον Ιούλιο του 2019 η Ν.Δ. του Κ. Μητσοτάκη, εντελώς άφθαρτη, κέρδισε με 39,85%.

Στην περίπτωση που δεν τα καταφέρει, τότε μπορεί και να «βγαίνουν τα κουκιά» για να σχηματιστεί μια άλλη κυβέρνηση, χωρίς το πρώτο κόμμα, όπως συνέβη στην Πορτογαλία με τον σοσιαλιστή Αντ. Κόστα, που ορκίστηκε πρωθυπουργός τέτοιες ημέρες το 2015 και παρέμεινε έως τώρα, που η χώρα οδηγείται σε κάλπες. Επίσης, αυτό σημαίνει ότι θα αρχίσουν διερευνητικές επαφές και αν δεν καταλήξουν σε αποτέλεσμα για τον σχηματισμό ακόμη και οικουμενικής κυβέρνησης, ο κ. Μητσοτάκης θα αποχωρήσει από το Μέγαρο Μαξίμου και θα παραδώσει τα ηνία σε υπηρεσιακό πρωθυπουργό για να διεξαχθούν ύστερα από έναν μήνα οι νέες εκλογές.
Το κρίσιμο όριο του 37,5% – 38%

Όμως και για τις νέες εκλογές τα πράγματα δεν είναι τόσο εύκολα όσο διαφημίζονται. Με βάση τον εκλογικό νόμο που ψηφίστηκε στις αρχές του 2020, και προβλέπει ότι το μπόνους στον νικητή θα δίνεται πλέον κλιμακωτά, η αυτοδυναμία θα κρίνεται μεταξύ 37,5% και 38%, σε συνάρτηση πάντα με το ποσοστό των κομμάτων που θα μείνουν εκτός Βουλής. Ο κ. Μητσοτάκης, που δεν κρύβει την αντίθεσή του στις κυβερνήσεις συνεργασίας, δεν έχει απαντήσει (καθώς, βεβαίως, δεν του υποβλήθηκε και το ανάλογο ερώτημα) στο τι θα κάνει εάν και τη δεύτερη φορά το κόμμα του μείνει κάτω από το όριο αυτό και δεν πιάσει τις 151 έδρες.

Εμμένοντας μέχρι τώρα στη στρατηγικής της αυτοδυναμίας, αποφεύγει να διαμορφώσει εναλλακτικές συνεργασιών προς όμορους χώρους, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα το κάνει αργότερα. Η διαφορά είναι ότι θα γίνεται πια υπό πίεση, η οποία θα θαμπώνει την εικόνα του απόλυτα κυρίαρχου.

Και το πιο σημαντικό είναι ότι, εφόσον αναπτυχθεί μια τέτοια δυναμική και η επόμενη κυβέρνηση -υπό οποιαδήποτε σύνθεση- δεν είναι μονοκομματική, αλλά στενότερης ή ευρύτερης συνεργασίας συγκυβέρνηση, μειώνονται οι πιθανότητες του κ. Μητσοτάκη να παραμείνει πρωθυπουργός. Και με αυτό το καθόλου απίθανο ενδεχόμενο ο ίδιος δεν έχει συμφιλιωθεί ακόμη…





newsbreak.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου