Μετά από έναν πολυετή και ειλικρινή διάλογο βρισκόμαστε σε ένα πλαίσιο συμφωνίας
.
Μια συμφωνία ιστορικού χαρακτήρα προς όφελος και των δύο πλευρών» είπε ο κ. Τσίπρας και ανακοίνωσε το “σχίσμα” Κράτους-Εκκλησίας.
Στο Κοινό Ανακοινωθέν Εκκλησίας-Πολιτείας στο οποίο κατέληξαν ο πρωθυπουργός και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος και το οποίο διάβασε ο κ. Τσίπρας αναφέρεται ότι «στόχος μας είναι να θέσουμε το πλαίσιο διευθέτησης και επίλυσης ιστορικών εκκρεμοτήτων, αλλά και να ενισχύσουμε την αυτονομία της Ελλαδικής Εκκλησίας έναντι του Ελληνικού Κράτους, αναγνωρίζοντας την προσφορά και τον ιστορικό της ρόλο στη γέννηση και τη διαμόρφωση της ταυτότητάς του».
Στις προβλέψεις του Κοινού Ανακοινωθέντος Εκκλησίας-Πολιτείας, αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι «το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία της Ελλάδος αποφασίζουν τη δημιουργία Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας.
Το Ταμείο αυτό θα διοικείται από πενταμελές διοικητικό συμβούλιο.
Δύο μέλη του Ταμείου θα διορίζονται από την Εκκλησία της Ελλάδος, δύο μέλη θα διορίζονται από την Ελληνική Κυβέρνηση, ενώ ένα μέλος θα διορίζεται από κοινού.
Το Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας θα αναλάβει τη διαχείριση και αξιοποίηση των από το 1952 και μέχρι σήμερα ήδη αμφισβητούμενων, μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Εκκλησίας της Ελλάδος περιουσιών, αλλά και κάθε περιουσιακού στοιχείου της Εκκλησίας που εθελοντικά η ίδια θα θελήσει να παραχωρήσει στο εν λόγω Ταμείο προς αξιοποίηση».
Υπάρχει πλαίσιο συμφωνίας «ιστορικού χαρακτήρα» καθώς επιλύει εκκρεμότητες που υπάρχουν από τη δεκαετία του 1920 και είναι προς όφελος και των δυο πλευρών. Αυτό θα εγκριθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο και την Εκκλησία.
Το κοινό ανακοινωθέν Πολιτείας – Εκκλησίας
.
Μια συμφωνία ιστορικού χαρακτήρα προς όφελος και των δύο πλευρών» είπε ο κ. Τσίπρας και ανακοίνωσε το “σχίσμα” Κράτους-Εκκλησίας.
Στο Κοινό Ανακοινωθέν Εκκλησίας-Πολιτείας στο οποίο κατέληξαν ο πρωθυπουργός και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος και το οποίο διάβασε ο κ. Τσίπρας αναφέρεται ότι «στόχος μας είναι να θέσουμε το πλαίσιο διευθέτησης και επίλυσης ιστορικών εκκρεμοτήτων, αλλά και να ενισχύσουμε την αυτονομία της Ελλαδικής Εκκλησίας έναντι του Ελληνικού Κράτους, αναγνωρίζοντας την προσφορά και τον ιστορικό της ρόλο στη γέννηση και τη διαμόρφωση της ταυτότητάς του».
Στις προβλέψεις του Κοινού Ανακοινωθέντος Εκκλησίας-Πολιτείας, αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι «το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία της Ελλάδος αποφασίζουν τη δημιουργία Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας.
Το Ταμείο αυτό θα διοικείται από πενταμελές διοικητικό συμβούλιο.
Δύο μέλη του Ταμείου θα διορίζονται από την Εκκλησία της Ελλάδος, δύο μέλη θα διορίζονται από την Ελληνική Κυβέρνηση, ενώ ένα μέλος θα διορίζεται από κοινού.
Το Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας θα αναλάβει τη διαχείριση και αξιοποίηση των από το 1952 και μέχρι σήμερα ήδη αμφισβητούμενων, μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Εκκλησίας της Ελλάδος περιουσιών, αλλά και κάθε περιουσιακού στοιχείου της Εκκλησίας που εθελοντικά η ίδια θα θελήσει να παραχωρήσει στο εν λόγω Ταμείο προς αξιοποίηση».
Υπάρχει πλαίσιο συμφωνίας «ιστορικού χαρακτήρα» καθώς επιλύει εκκρεμότητες που υπάρχουν από τη δεκαετία του 1920 και είναι προς όφελος και των δυο πλευρών. Αυτό θα εγκριθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο και την Εκκλησία.
Το κοινό ανακοινωθέν Πολιτείας – Εκκλησίας
Στο ανακοινωθέν αναφέρεται ότι προχωρούν συναινετικές πρωτοβουλίες που αφορούν στον εξορθολογισμό των σχέσεων των δυο πλευρών. Εκφράζεται η πρόθεση να καταλήξουμε σε ιστορική συμφωνία που θα έχει τη μορφή νομοθετικής ρύθμισης:
1) το Δημόσιο αναγνωρίζει ότι έως το 1939 απέκτησε εκκλησιαστική περιουσία έναντι ανταλλάγματος που υπολείπεται της αξίας της.
2) Το Δημόσιο αναγνωρίζει ότι ανέλαβε την μισθοδοσία του κλήρου ως αντάλλαγμα της περιουσίας που απέκτησε.
3) Δημόσιο-Εκκλησία αναγνωρίζουν ότι οι κληρικοί δεν θα νοούνται ως υπάλληλοι και διαγράφονται από την αρχή πληρωμών.
4) Το Δημόσιο θα καταβάλει το σημερινό κόστος μισθοδοσίας των ιερέων που θα προσαρμόζεται ανάλογα με τις μεταβολές της μισθοδοσίας του Δημοσίου
5) Η Εκκλησία δεν έχει πλέον απαιτήσεις για την περιουσία.
6) Τα χρήματα θα πηγαίνουν σε ειδικό λογαριασμό
7) Αναγνωρίζεται ο υφιστάμενος αριθμός εργαζομένων-κληρικών
8) Αύξηση του αριθμού των κληρικών δεν δημιουργεί απαίτηση αύξησης της επιδότησης
9) γίνεται ταμείο αξιοποίησης της εκκλησιαστικής περιουσίας
10) Στο Ταμείο το Δημόσιο διορίζει δυο μέλη, η εκκλησία δυο και ένα από κοινού.
11) Το ταμείο θα αναλάβει την αξιοποίηση των αμφισβητούμενων μεταξύ Δημοσίου-Εκκλησίας περιουσιών
12) Τα έσοδα και οι υποχρεώσεις του Ταμείου επιμερίζονται ισομερώς σε Δημόσιο – Εκκλησία
13) Τα ανάλογα ισχύουν για περιουσίες Μητροπόλεων.
14) Η συσταθείσα εταιρεία αξιοποίησης εκκλησιαστικής περιουσίας εντάσσεται στο Ταμείο
15) Οι δεσμεύσεις των δυο μερών θα ισχύουν υπό την προϋπόθεση τήρησης της συμφωνίας στο σύνολό της.
Η διακηρυκτική αρχή της θρησκευτικής ουδετερότητας
Η διακηρυκτική αρχή της θρησκευτικής ουδετερότητας του ελληνικού κράτους διασφαλίζει αφενός μεν τους διακριτούς ρόλους μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας, αφετέρου, δε, εγγυάται τη μεταξύ τους συνεργασία στα θέματα κοινού ενδιαφέροντος είπε ο Α.Τσίπρας.
Και προφανώς, αυτή η αρχή δεν έρχεται σε καμία αντίθεση με τις μακραίωνες παραδόσεις του λαού μας και ούτε βέβαια έχουν και καμία βάση όσα αστεία, κωμικοτραγικά θα έλεγα, έχουν ορισμένοι ψευδώς και σκοπίμως διαδώσει τις τελευταίες ημέρες περί επικείμενης δήθεν αποκαθήλωσης των ιστορικών συμβόλων, του Σταυρού από την ελληνική σημαία και από τα εθνικά μας σύμβολα.
Η ενίσχυση του ρόλου της Εκκλησίας
Ο Αλ. Τσίπρας διαβεβαίωσε τον Αρχιεπίσκοπο ότι η επικείμενη Συνταγματική Μεταρρύθμιση και ειδικότερα οι αλλαγές που αφορούν στο ‘Αρθρο 3, έχουν στόχο να αναβαθμίσουν το διακριτό ρόλο της Eκκλησίας, ενισχύοντας την αυτονομία της, αναγνωρίζοντας παράλληλα τη σημαντική προσφορά της στη γέννηση και διαμόρφωση της ταυτότητας του ελληνικού κράτους.
«Το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία της Ελλάδος αποφασίζουν τη δημιουργία Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας»
Στις προβλέψεις του Κοινού Ανακοινωθέντος Εκκλησίας-Πολιτείας, το οποίο διάβασε ο πρωθυπουργός, αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι “το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία της Ελλάδος αποφασίζουν τη δημιουργία Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας”.
“Το Ταμείο αυτό θα διοικείται από πενταμελές διοικητικό συμβούλιο.
Δύο μέλη του Ταμείου θα διορίζονται από την Εκκλησία της Ελλάδος, δύο μέλη θα διορίζονται από την Ελληνική Κυβέρνηση, ενώ ένα μέλος θα διορίζεται από κοινού.
Το Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας θα αναλάβει τη διαχείριση και αξιοποίηση των από το 1952 και μέχρι σήμερα ήδη αμφισβητούμενων, μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Εκκλησίας της Ελλάδος περιουσιών, αλλά και κάθε περιουσιακού στοιχείου της Εκκλησίας που εθελοντικά η ίδια θα θελήσει να παραχωρήσει στο εν λόγω Ταμείο προς αξιοποίηση”.
Οπως είπε ο πρωθυπουργός η διακηρυκτική αρχή της θρησκευτικής ουδετερότητας του ελληνικού κράτους διασφαλίζει αφενός μεν τους διακριτούς ρόλους μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας, αφετέρου, δε, εγγυάται τη μεταξύ τους συνεργασία στα θέματα κοινού ενδιαφέροντος.
«Και προφανώς, αυτή η αρχή δεν έρχεται σε καμία αντίθεση με τις μακραίωνες παραδόσεις του λαού μας και ούτε βέβαια έχουν και καμία βάση όσα αστεία, κωμικοτραγικά θα έλεγα, έχουν ορισμένοι ψευδώς και σκοπίμως διαδώσει τις τελευταίες ημέρες περί επικείμενης δήθεν αποκαθήλωσης των ιστορικών συμβόλων, του Σταυρού από την ελληνική σημαία και από τα εθνικά μας σύμβολα».
Ιερώνυμος: Βρήκα ανταπόκριση στα προβλήματα
Παίρνοντας το λόγο ο Ιερώνυμος είπε ένα «βαθύτατο ευχαριστώ» προς τον πρωθυπουργό.
Ο κόσμος λέει ότι οι θησαυροί της Εκκλησίας είναι αμύθητη.
Αν πάρουμε την κάθε περιουσία ξεχωριστά θα μπορούσαμε να φτιάξουμε αυτό τον μύθο.
Αν δούμε προσεκτικά θα διαπιστώσουμε ότι έχει πολλά βαρίδια και δυσκολίες.
Προσπάθησα αυτόν τον θησαυρό να δούμε πως θα μπορέσουμε να τον κάνουμε από υλικό αντικείμενο πνευματικό όχι για εμάς αλλά για τον λαό και τα προβλήματά του.
«Ευχαριστώ γιατί βρήκα ανταπόκριση στα προβλήματα και τρία χρόνια συναντώμεθα και μελετούσαμε τα προβλήματα της Εκκλησίας».
Ο Ιερώνυμος είπε ότι η Ιεραρχία θα εξετάσει το θέμα και θα πάρει τις αποφάσεις.
Εκτίμησε ωστόσο ότι θα το αποδεχτεί.
Πρέπει να προχωρήσουμε σε πνεύμα αυτοτέλειας και συνεργασίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου