Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου 2019

Μπορεί το άγχος στην εγκυμοσύνη να επηρεάσει το παιδί και με ποιο τρόπο;






Οι γυναίκες, κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης τους, αλλά και τα πρώτα χρόνια μετά τη γέννηση του παιδιού, ενδέχεται να διακατέχονται από άγχος.



Η κατάσταση αυτή, σύμφωνα με νέα έρευνα, μπορεί να αυξήσει τις πιθανότητες εμφάνισης συμπτωμάτων υπερκινητικότητας του παιδιού στην ηλικία των 16 ετών.

Τα ευρήματα της έρευνας παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά στο συνέδριο ECNP 2019 στην Κοπεγχάγη και έδειξε για ακόμη μια φορά ότι τα ερεθίσματα στα οποία εκτίθεται ένα παιδί στην περίοδο της εγκυμοσύνης και τα πρώτα χρόνια μετά, μπορεί να έχουν μακροπρόθεσμες συνέπειες στην υγεία του.

Στην έρευνα αυτή, στην οποία χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα από 3.000 παιδιά από τη διαχρονική μελέτη «Avon Longitudinal Study of Parents and Children» (ALSPAC), φάνηκε ότι το μητρικό άγχος συνδέεται με υπερκινητικότητα του παιδιού, όχι όμως και με τα υπόλοιπα συμπτώματα της ΔΕΠΥ (Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας).

Η Μπλάνκα Μπολέα, επικεφαλής της μελέτης από το Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ, η οποία πλέον είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο, στον Καναδά, δηλώνει: «Είναι η πρώτη φορά που το άγχος συνδέεται με την υπερκινητικότητα στη μετέπειτα ζωή, αν και δεν συμβαίνει το ίδιο με τη διάσπαση προσοχής. Φαίνεται, λοιπόν, ότι κάποια από τα συμπτώματα της ΔΕΠΥ σχετίζονται με το άγχος κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αλλά όχι όλα. Γενικά, τα άγχη τα οποία βιώνει μια μητέρα μπορεί να εμφανιστούν ακόμη και στην επόμενη γενιά».

Η ίδια μάλιστα παρατηρεί ότι κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης παρατηρήθηκε σχεδόν σε όλες τις γυναίκες αύξηση των επιπέδων άγχους. Διαπιστώθηκε ότι το 28% των γυναικών που συμμετείχαν στην έρευνα, είχαν μέτριο ή υψηλό άγχος. Από τα 3.199 παιδιά που παρακολουθήθηκαν, τα 224 έδειξαν συμπτώματα υπερκινητικότητας με το ποσοστό αυτής να είναι διπλάσιο για τα παιδιά μητέρων μέτριου ή υψηλού άγχους.

Οι μελετητές κατέγραψαν τα επίπεδα σωματικών συμπτωμάτων άγχους (εφίδρωση, αϋπνία, ζαλάδα, τρόμος) σε 8.727 μητέρες από την πρώιμη εγκυμοσύνη μέχρι και τη στιγμή που το παιδί τους έκλεινε τα 5 έτη. Στη συνέχεια, χώρισαν τις μητέρες σε τρεις κατηγορίες ανάλογα με το επίπεδο του άγχους τους: χαμηλό άγχος, μέτριο άγχος, υψηλό άγχος.

Τα παιδιά συμπλήρωσαν τεστ προσοχής στα οκτώ έτη. Δεν φάνηκε καμία διαφορά στα συμπτώματα διάσπασης προσοχής των παιδιών ανάλογα με τα επίπεδα άγχους των μητέρων τους, αλλά βρέθηκε ότι στα 16 έτη τα παιδιά των οποίων οι μητέρες είχαν υποφέρει από μέτριο ή υψηλό άγχος, είχαν πολύ περισσότερα συμπτώματα υπερκινητικότητας από εκείνα που δεν είχαν εκτεθεί σε άγχος.

Συγκεκριμένα, το 11% των παιδιών με μητέρες «μετρίου άγχους» και το 11% των παιδιών με μητέρες «υψηλού άγχους» έδειξαν συμπτώματα υπερκινητικότητας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα παιδιά με μητέρες «χαμηλού άγχους» ήταν μόλις 5%. Τα αποτελέσματα διατηρήθηκαν ακόμη και όταν οι συμμετέχοντες έλαβαν υπόψη τους κοινωνιοδημογραφικούς παράγοντες.

Ήδη προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι η ψυχική υγεία της μητέρας επηρεάζει την ανάπτυξη του παιδιού.




Πηγές: ΑΠΕ – ΜΠΕ, mothersblog.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου