Η έλευση των δικτύων πέμπτης γενιάς (5G) αναμένεται να προκαλέσει σημαντικές αλλαγές στην καθημερινότητα των ανθρώπων.Στην Ευρώπη, το δίκτυο αυτό έχει ήδη ξεκινήσει να εξαπλώνεται στην Ελβετία, τη Βρετανία και τη Γερμανία.
Η επιστημονική κοινότητα επιδιώκει να διερευνήσει τα δίκτυα αυτά, προκειμένου να επιβεβαιώσει ότι δεν είναι επιβλαβή για την υγεία. Το Σεπτέμβριο του 2017, γιατροί και επιστήμονες κυκλοφόρησαν το «5G Appeal», ένα ψήφισμα που καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση να αναστείλει τις ενέργειες που αφορούν τα δίκτυα 5G, μιλώντας για τις επικείμενες επιπτώσεις τους στην υγεία, όπως ο αυξημένος κίνδυνος καρκίνου, οι αλλαγές στις αποκρίσεις των κυττάρων στο άγχος και οι γενετικές βλάβες.
Μέχρι τώρα, πάνω από 250 άτομα έχουν υπογράψει το συγκεκριμένο ψήφισμα. Τον περασμένο Μάρτιο, η υπουργός Περιβάλλοντος των Βρυξελλών, Σελίν Φρεμό, ανέστειλε την ανάπτυξη ενός δικτύου 5G λόγω της αβεβαιότητας για τις επιπτώσεις του στην υγεία. Παράλληλα, το Μάιο, μια διαδήλωση στην Βέρνη της Ελβετίας κατάφερε να αποτρέψει την εγκατάσταση κεραιών δικτύου 5G σε ορισμένους δήμους.
Πόσο διαφορετικό είναι επομένως το δίκτυο 5G και ποιες οι ενδεχόμενες επιπτώσεις της χρήσης του στην υγεία;
«Στην πραγματικότητα η απάντηση είναι πολύ περίπλοκη», δηλώνουν οι ειδικοί.
«Έχουμε κάνει χιλιάδες έρευνες για τη σχέση της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας με την ανθρώπινη υγεία», δήλωσε ο καθηγητής Νιλς Κούστερ, ιδρυτής και διευθυντής του ελβετικού ιδρύματος «ΙΤ’ΙS». O ίδιος υπήρξε συντονιστής του ερευνητικού σχεδίου «ARIMMORA», που εξέτασε τη σχέση της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας, που εκπέμπεται από τις γραμμές ρεύματος, με την παιδική λευχαιμία.
Τόσο τα κινητά τηλέφωνα όσο και οι κεραίες τηλεπικοινωνίας εκπέμπουν ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, ανεξάρτητα από τη γενιά δικτύου. Συγκεκριμένα, εκπέμπουν μη-ιοντίζουσα ακτινοβολία, η οποία βρίσκεται πολύ χαμηλά στο φάσμα των συχνοτήτων. Πολλές ηλεκτρονικές συσκευές μεταδίδουν αυτόν τον τύπο της ακτινοβολίας, από τους φούρνους μικροκυμάτων μέχρι τις γραμμές ρεύματος.
Η μη-ιοντίζουσα ακτινοβολία επιδρά στην υγεία με πολύ διαφορετικό τρόπο από την ιοντίζουσα ακτινοβολία, η οποία θεωρείται ότι βρίσκεται πολύ ψηλά στο φάσμα των συχνοτήτων και περιλαμβάνει τις ακτίνες Χ ή την πυρηνική ακτινοβολία, που έχει αποδειχθεί ότι έχουν βλαβερές επιδράσεις στην υγεία των ανθρώπων.
Ακτινοβολία
Η μη-ιοντίζουσα ακτινοβολία μπορεί να μας επηρεάσει με δύο τρόπους, σύμφωνα με τον Κούστερ. Ακριβώς όπως ένας φούρνος μικροκυμάτων ζεσταίνει το φαγητό χρησιμοποιώντας μη-ιοντίζουσα ακτινοβολία, το ίδιο ακριβώς μπορεί να συμβεί με το ανθρώπινο σώμα, όταν ο εξοπλισμός τηλεπικοινωνιών εκπέμπει μεγάλη ποσότητα τέτοιας ακτινοβολίας.
Αυτό είναι καλά κατανοητό επιστημονικά και υπάρχουν σαφείς οδηγίες ασφαλείας, είπε ίδιος . Η Διεθνής Επιτροπή για την Προστασία από τις Μη Ιοντίζουσες Ακτινοβολίες (ICNIRP), παγκόσμιο επιστημονικό όργανο, για παράδειγμα, έχει καθορίσει τα επιτρεπτά όρια της μη – ιοντίζουσας ακτινοβολίας και παρακολουθεί συνεχώς τα θερμικά της αποτελέσματα.
Ο δεύτερος τρόπος δεν είναι εξίσου κατανοητός και έχει να κάνει με το πώς η μη – ιοντίζουσα ακτινοβολία παρεμβαίνει στο βιολογικό μας επίπεδο.
Υπάρχουν ισχυρισμοί ότι ο εξοπλισμός τηλεπικοινωνιών προκαλεί καρκίνο και ηλεκτροϋπερευαισθησία, κατά την οποία οι άνθρωποι έχουν πονοκεφάλους και ναυτία αλλά και εξανθήματα που οι ερευνητές υποθέτουν ότι είναι αποτέλεσμα της έκθεσης σε ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία.
Ο καθηγητής Κούστερ υποστηρίζει ότι υπάρχουν πολύ λίγα σαφή επιστημονικά στοιχεία που να δείχνουν ότι η ακτινοβολία προκαλεί τα εκδηλωμένα συμπτώματα που σχετίζονται με την ηλεκτροϋπερευαισθησία. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) σημείωσε ότι οι διπλές τυφλές μελέτες δεν φανέρωσαν καμία συσχέτιση.
Ωστόσο, τα στοιχεία σχετικά με τον καρκίνο είναι δυσκολότερο να ερμηνευθούν. Πολλές επιδημιολογικές μελέτες μεγάλης κλίμακας έδειξαν μικτά αποτελέσματα. Η πιο γνωστή είναι πιθανώς η μελέτη «Interphone» που έγινε σε 13 χώρες από το 2000 έως το 2006 με δείγμα περίπου 5.000 ασθενείς. Αυτή η μελέτη προσπάθησε να βρει συσχέτιση μεταξύ χρήσης κινητού τηλεφώνου και καρκίνου.
Διαπιστώθηκε ότι «δεν παρατηρήθηκε αύξηση του κινδύνου εμφάνισης γλοιώματος ή μηνιγγιώματος ανάλογα με τη χρήση κινητών τηλεφώνων». Για τους ανθρώπους που χρησιμοποίησαν τα κινητά τηλέφωνα περισσότερο εκείνη την περίοδο, ωστόσο, υπήρχαν ορισμένες υποθέσεις υψηλότερων ποσοστών εμφάνισης γλοιώματος, αλλά δεν μπόρεσε να καθοριστεί αιτιώδης συνάφεια καθώς τα συνακόλουθα με την ανάλυση σφάλματα και οι αντίστοιχες μεροληψίες δεν αποκλείστηκαν.
Μερικές εργαστηριακές μελέτες σε ζώα έχουν δείξει ορισμένες αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία τους από την ακτινοβολία. Αυτό οδήγησε τελικά τη Διεθνή Υπηρεσία Έρευνας για τον Καρκίνο (IARC) να ταξινομήσει την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία ως παράγοντα «πιθανώς καρκινογόνο για τον άνθρωπο».
Αυτό μπορεί να ακούγεται τρομακτικό, αλλά βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην αβεβαιότητα για τα αποτελέσματα της ακτινοβολίας. Τα φύλλα αλόης, για παράδειγμα, βρίσκονται στην ίδια κατηγορία. Η δουλειά σε κομμωτήριο ταξινομείται σε μια υψηλότερη κατηγορία, η οποία χαρακτηρίζεται ως «δυνητικά καρκινογόνος για τον άνθρωπο» εξαιτίας της αλληλεπίδρασης των κομμωτών με διάφορα χημικά προϊόντα.
Το δίκτυο πέμπτης γενιάς έχει σχεδιαστεί με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι εκατό φορές πιο γρήγορο από το 4G. Αυτό θα επιτρέψει την ανάδυση νέων τεχνολογικών δυνατοτήτων, όπως για παράδειγμα τη σύνδεση των αυτοκινήτων στο διαδίκτυο και θα συμβάλλει στην εξέλιξη της ενισχυμένης ή (κατ’ άλλους) «επαυξημένης» πραγματικότητας (augmented reality). Είναι, επομένως, φανερό ότι οι υποσχέσεις του 5G σε τεχνολογικό επίπεδο είναι μεγάλες.
Η επιστημονική κοινότητα επιδιώκει να διερευνήσει τα δίκτυα αυτά, προκειμένου να επιβεβαιώσει ότι δεν είναι επιβλαβή για την υγεία. Το Σεπτέμβριο του 2017, γιατροί και επιστήμονες κυκλοφόρησαν το «5G Appeal», ένα ψήφισμα που καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση να αναστείλει τις ενέργειες που αφορούν τα δίκτυα 5G, μιλώντας για τις επικείμενες επιπτώσεις τους στην υγεία, όπως ο αυξημένος κίνδυνος καρκίνου, οι αλλαγές στις αποκρίσεις των κυττάρων στο άγχος και οι γενετικές βλάβες.
Μέχρι τώρα, πάνω από 250 άτομα έχουν υπογράψει το συγκεκριμένο ψήφισμα. Τον περασμένο Μάρτιο, η υπουργός Περιβάλλοντος των Βρυξελλών, Σελίν Φρεμό, ανέστειλε την ανάπτυξη ενός δικτύου 5G λόγω της αβεβαιότητας για τις επιπτώσεις του στην υγεία. Παράλληλα, το Μάιο, μια διαδήλωση στην Βέρνη της Ελβετίας κατάφερε να αποτρέψει την εγκατάσταση κεραιών δικτύου 5G σε ορισμένους δήμους.
Πόσο διαφορετικό είναι επομένως το δίκτυο 5G και ποιες οι ενδεχόμενες επιπτώσεις της χρήσης του στην υγεία;
«Στην πραγματικότητα η απάντηση είναι πολύ περίπλοκη», δηλώνουν οι ειδικοί.
«Έχουμε κάνει χιλιάδες έρευνες για τη σχέση της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας με την ανθρώπινη υγεία», δήλωσε ο καθηγητής Νιλς Κούστερ, ιδρυτής και διευθυντής του ελβετικού ιδρύματος «ΙΤ’ΙS». O ίδιος υπήρξε συντονιστής του ερευνητικού σχεδίου «ARIMMORA», που εξέτασε τη σχέση της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας, που εκπέμπεται από τις γραμμές ρεύματος, με την παιδική λευχαιμία.
Τόσο τα κινητά τηλέφωνα όσο και οι κεραίες τηλεπικοινωνίας εκπέμπουν ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, ανεξάρτητα από τη γενιά δικτύου. Συγκεκριμένα, εκπέμπουν μη-ιοντίζουσα ακτινοβολία, η οποία βρίσκεται πολύ χαμηλά στο φάσμα των συχνοτήτων. Πολλές ηλεκτρονικές συσκευές μεταδίδουν αυτόν τον τύπο της ακτινοβολίας, από τους φούρνους μικροκυμάτων μέχρι τις γραμμές ρεύματος.
Η μη-ιοντίζουσα ακτινοβολία επιδρά στην υγεία με πολύ διαφορετικό τρόπο από την ιοντίζουσα ακτινοβολία, η οποία θεωρείται ότι βρίσκεται πολύ ψηλά στο φάσμα των συχνοτήτων και περιλαμβάνει τις ακτίνες Χ ή την πυρηνική ακτινοβολία, που έχει αποδειχθεί ότι έχουν βλαβερές επιδράσεις στην υγεία των ανθρώπων.
Ακτινοβολία
Η μη-ιοντίζουσα ακτινοβολία μπορεί να μας επηρεάσει με δύο τρόπους, σύμφωνα με τον Κούστερ. Ακριβώς όπως ένας φούρνος μικροκυμάτων ζεσταίνει το φαγητό χρησιμοποιώντας μη-ιοντίζουσα ακτινοβολία, το ίδιο ακριβώς μπορεί να συμβεί με το ανθρώπινο σώμα, όταν ο εξοπλισμός τηλεπικοινωνιών εκπέμπει μεγάλη ποσότητα τέτοιας ακτινοβολίας.
Αυτό είναι καλά κατανοητό επιστημονικά και υπάρχουν σαφείς οδηγίες ασφαλείας, είπε ίδιος . Η Διεθνής Επιτροπή για την Προστασία από τις Μη Ιοντίζουσες Ακτινοβολίες (ICNIRP), παγκόσμιο επιστημονικό όργανο, για παράδειγμα, έχει καθορίσει τα επιτρεπτά όρια της μη – ιοντίζουσας ακτινοβολίας και παρακολουθεί συνεχώς τα θερμικά της αποτελέσματα.
Ο δεύτερος τρόπος δεν είναι εξίσου κατανοητός και έχει να κάνει με το πώς η μη – ιοντίζουσα ακτινοβολία παρεμβαίνει στο βιολογικό μας επίπεδο.
Υπάρχουν ισχυρισμοί ότι ο εξοπλισμός τηλεπικοινωνιών προκαλεί καρκίνο και ηλεκτροϋπερευαισθησία, κατά την οποία οι άνθρωποι έχουν πονοκεφάλους και ναυτία αλλά και εξανθήματα που οι ερευνητές υποθέτουν ότι είναι αποτέλεσμα της έκθεσης σε ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία.
Ο καθηγητής Κούστερ υποστηρίζει ότι υπάρχουν πολύ λίγα σαφή επιστημονικά στοιχεία που να δείχνουν ότι η ακτινοβολία προκαλεί τα εκδηλωμένα συμπτώματα που σχετίζονται με την ηλεκτροϋπερευαισθησία. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) σημείωσε ότι οι διπλές τυφλές μελέτες δεν φανέρωσαν καμία συσχέτιση.
Ωστόσο, τα στοιχεία σχετικά με τον καρκίνο είναι δυσκολότερο να ερμηνευθούν. Πολλές επιδημιολογικές μελέτες μεγάλης κλίμακας έδειξαν μικτά αποτελέσματα. Η πιο γνωστή είναι πιθανώς η μελέτη «Interphone» που έγινε σε 13 χώρες από το 2000 έως το 2006 με δείγμα περίπου 5.000 ασθενείς. Αυτή η μελέτη προσπάθησε να βρει συσχέτιση μεταξύ χρήσης κινητού τηλεφώνου και καρκίνου.
Διαπιστώθηκε ότι «δεν παρατηρήθηκε αύξηση του κινδύνου εμφάνισης γλοιώματος ή μηνιγγιώματος ανάλογα με τη χρήση κινητών τηλεφώνων». Για τους ανθρώπους που χρησιμοποίησαν τα κινητά τηλέφωνα περισσότερο εκείνη την περίοδο, ωστόσο, υπήρχαν ορισμένες υποθέσεις υψηλότερων ποσοστών εμφάνισης γλοιώματος, αλλά δεν μπόρεσε να καθοριστεί αιτιώδης συνάφεια καθώς τα συνακόλουθα με την ανάλυση σφάλματα και οι αντίστοιχες μεροληψίες δεν αποκλείστηκαν.
Μερικές εργαστηριακές μελέτες σε ζώα έχουν δείξει ορισμένες αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία τους από την ακτινοβολία. Αυτό οδήγησε τελικά τη Διεθνή Υπηρεσία Έρευνας για τον Καρκίνο (IARC) να ταξινομήσει την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία ως παράγοντα «πιθανώς καρκινογόνο για τον άνθρωπο».
Αυτό μπορεί να ακούγεται τρομακτικό, αλλά βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην αβεβαιότητα για τα αποτελέσματα της ακτινοβολίας. Τα φύλλα αλόης, για παράδειγμα, βρίσκονται στην ίδια κατηγορία. Η δουλειά σε κομμωτήριο ταξινομείται σε μια υψηλότερη κατηγορία, η οποία χαρακτηρίζεται ως «δυνητικά καρκινογόνος για τον άνθρωπο» εξαιτίας της αλληλεπίδρασης των κομμωτών με διάφορα χημικά προϊόντα.
Το δίκτυο πέμπτης γενιάς έχει σχεδιαστεί με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι εκατό φορές πιο γρήγορο από το 4G. Αυτό θα επιτρέψει την ανάδυση νέων τεχνολογικών δυνατοτήτων, όπως για παράδειγμα τη σύνδεση των αυτοκινήτων στο διαδίκτυο και θα συμβάλλει στην εξέλιξη της ενισχυμένης ή (κατ’ άλλους) «επαυξημένης» πραγματικότητας (augmented reality). Είναι, επομένως, φανερό ότι οι υποσχέσεις του 5G σε τεχνολογικό επίπεδο είναι μεγάλες.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου