Οι τράπεζες προετοιμάζονται για έναν «πυρηνικό χειμώνα» από την αβεβαιότητα που προκάλεσε η απόφαση των Βρετανών να εγκαταλείψουν την Ευρωπαϊκή Ενωση και τη γενικευμένη σύγχυση που πυροδοτείται για την πορεία των διαπραγματεύσεων προς την επισημοποίηση του διαζυγίου μεταξύ Λονδίνου και Βρυξελλών.
Αρνητικό ρόλο σε αυτό το κλίμα αβεβαιότητας διαδραματίζει ηκαθυστέρηση της έναρξης των επίσημων διαδικασιών προς το Brexit, δεδομένου ότι η Βρετανίδα πρωθυπουργός, Τερέζα Μέι, δεν έχει ακόμη επικαλεσθεί το άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισσαβώνας για την αποχώρηση της χώρας από το κλαμπ των Βρυξελλών.
Πηγή του αμερικανικού ειδησεογραφικού δικτύου CNBC από μεγάλη επενδυτική τράπεζα αποκάλυψε πως οι εταιρείες του κλάδου παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών έχουν χαράξει στρατηγική με βάση το πιο δυσμενές σενάριο για τις εξελίξεις που ενδέχεται να ακολουθήσουν μέχρι τα τέλη του έτους. «Η ενεργοποίηση του άρθρου 50, τα δημοψηφίσματα που έχουν δρομολογηθεί ή είναι πιθανό να πραγματοποιηθούν, ενδεχομένως, να οδηγήσουν στη διάλυση του ευρώ ή την πτώση της στερλίνας χαμηλότερα από 1,20 δολάρια», ανέφερε η ανώνυμη πηγή στο CNBC. Τόνισε πως οι προκλήσεις για το 2016 διαφέρουν από τις συνθήκες που οδήγησαν στην κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008, καθώς ο τραπεζικός κλάδος έχει πια κτίσει μεγάλες αντοχές.
Από τον Ιούνιο και ειδικότερα το ιστορικό δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου, οι μετοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών έχουν σημειώσει μεγάλες απώλειες. Ακόμη και οι μετοχές της γερμανικής Deutsche Bank και της ελβετικής Credit Suisse, οι οποίες ήδη καλούνται να επιλύσουν σοβαρά προβλήματα, έχουν καταρρεύσει το πρώτο εξάμηνο του έτους.
Ενας λόγος είναι ότι ουδείς γνωρίζει τις άμεσες συνέπειες του Brexit και την τυχόν απώλεια της πρωτοκαθεδρίας του Σίτι του Λονδίνου στον χρηματοπιστωτικό κλάδο της Ευρώπης. Ηδη άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες μάχονται να κερδίσουν ένα κομμάτι του Σίτι επειδή η Βρετανία χάνει το αποκαλούμενο «τραπεζικό διαβατήριο» που έδινε πρόσβαση στις αγορές κεφαλαίου των υπολοίπων κρατών-μελών της Ε.Ε.
Δεύτερον, ελλοχεύουν κίνδυνοι για την πρόκληση αλυσιδωτών αντιδράσεων που, πιθανώς, να κλονίσουν την ομαλή λειτουργία του ευρύτερου τραπεζικού κλάδου στην Ευρώπη, ο οποίος δεν έχει ακόμη ανακάμψει πλήρως από την κρίση χρέους της Ευρωζώνης και μια σειρά από σκάνδαλα που έχουν ξεσπάσει τα τελευταία χρόνια. Στη Βρετανία, ενδεικτικά, η Royal Bank of Scotland, η οποία βρίσκεται ακόμη υπό κρατική κηδεμονία από την κρίση του 2008, έχει δεχθεί το μεγαλύτερο πλήγμα, με την τιμή της μετοχής της να έχει καταρρεύσει κατά 30% από τις 24 Ιουνίου, μια ημέρα μετά το δημοψήφισμα.
Στην Ιταλία
Χαρακτηριστική είναι, επίσης, η περίπτωση των προβληματικών τραπεζών της Ιταλίας, οι οποίες από τη βαθιά ύφεση της οικονομίας επωμίσθηκαν μη εξυπηρετούμενα δάνεια 360 δισ. ευρώ. Η εκκαθάριση των ιταλικών τραπεζών από αυτόν τον τεράστιο όγκο μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι ένα ζήτημα που δεν έχει διευθετηθεί και κρύβει πολιτικούς κινδύνους για τον πρωθυπουργό της Ιταλίας, Ματέο Ρέντσι, ιδιαίτερα ενόψει του κρίσιμου δημοψηφίσματος για τη συνταγματική αναθεώρηση της χώρας αυτόν τον Οκτώβριο. Στη Γαλλία έχει γίνει λόγος για αντίστοιχο δημοψήφισμα με το Brexit, γνωστό ως Frexit, από το ακροδεξιό κόμμα του Εθνικού Μετώπου της Μαρί Λεπέν εάν επικρατήσει στις εθνικές εκλογές που είναι δρομολογημένες για Απρίλιο - Μάιο του 2017.
Ολες αυτές οι παράμετροι έχουν παροτρύνει τις τράπεζες να λάβουν μέτρα για να θωρακιστούν για παν ενδεχόμενο. «Θεωρώ πως το βασικό πρόβλημα στο β΄ εξάμηνο του 2016 είναι η αβεβαιότητα που προκαλείται από το Brexit, αν και το κλίμα αυτό αναμένεται να επιμείνει επί μία διετία ή και περισσότερο», σχολιάζει στο CNBC ο Λάιθ Καλάθ, υψηλόβαθμος αναλυτής της Hargreaves Lansdown.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου