Όσοι έχουν γεννηθεί σε περιβάλλον που ανήκει στις υψηλές τάξεις είναι πιο υπερόπτες και έχουν
«μία υπερβάλλουσα αυτοπεποίθηση» ότι εκτελούν καλύτερα από όλους τους άλλους κάποιες αποστολές, άποψη που όμως δεν συμμερίζονται οι αντίστοιχοι εκπρόσωποι των άλλων τάξεων.
Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε μια νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο ακαδημαϊκό περιοδικό «Journal of Personality and Social Psychology».
Σύμφωνα με τον κύριο συντάκτη της έκθεσης, Πίτερ Μπένι, του πανεπιστημίου της Βιρτζίνια, στόχος της έρευνας ήταν να διαψευσθεί η παρανόηση πως όλοι, ανεξαιρέτως, πιστεύουν πως είναι καλύτεροι από το μέσο όρο ανθρώπων. «Τα αποτελέσματά μας αποδεικνύουν πως αυτή η ιδέα είναι περισσότερο διαδεδομένη μεταξύ των μεσαίων και υψηλών τάξεων», τονίζει στην ανακοίνωσή του ο Μπένι για τα συμπεράσματα της έρευνάς του σχετικά με τη σύνδεση κοινωνικής τάξης και υπερβάλλουσας εμπιστοσύνης.
Στο πλαίσιο του πειράματός τους, οι ερευνητές παρατήρησαν πάνω από 150.000 ιδιοκτήτες μικρών εταιρειών στο Μεξικό, που είχαν κάνει αίτηση για χρηματοδότηση και ζήτησαν πληροφορίες για το εισόδημά τους, το επίπεδο σπουδών τους και την προσωπική αντίληψή τους για τη θέση τους στην κοινωνία. Σε όλους ζητήθηκε να συμμετάσχουν σε ψυχολογικές αξιολογήσεις που περιελάμβαναν ένα μνημονικό παιχνίδι με ειδικές κάρτες, προκειμένου να διαπιστωθεί η οικονομική αξιοπιστία τους.
Μετά το πέρας των αξιολογήσεων ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να βαθμολογήσουν την απόδοσή τους έναντι των άλλων συμμετεχόντων σε μία κλίμακα βαθμολόγησης από 1 έως 100.
Οι ερευνητές εντόπισαν πως όσοι είχαν υψηλό εκπαιδευτικό επίπεδο, μεγαλύτερο εισόδημα και ανήκαν σε τάξη που αντιλαμβάνεται εαυτήν ως υψηλότερου επιπέδου, τρέφουν μία «υπερβολική πεποίθηση πως έχουν καλύτερες επιδόσεις εν σχέσει προς τους υπολοίπους, εν σχέσει προς τους αντιστοίχους τους που ανήκουν σε κατώτερες τάξεις», προστίθεται στην ίδια έκθεση.
Σε άλλα πειράματα στο πλαίσιο της ίδιας έρευνας, οι συμμετέχοντες συμπλήρωναν ένα ερωτηματολόγιο και κατόπιν επέστρεφαν μετά μία εβδομάδα για να παρακολουθήσουν το βίντεο από μία σκηνοθετημένη συνάντηση εργασίας. Πάνω από 900 συμμετέχοντες-εξεταστές έβλεπαν τις εικόνες και βαθμολογούσαν την απόδοση κάθε αιτούντος χρηματοδότησης. Το αποτέλεσμα ήταν πως οι «εξεταστές» θεωρούσαν πιο ικανούς τους προερχόμενους από ανώτερες τάξεις, οι οποίοι επεδείκνυαν μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση.
«Τα πρόσωπα από μία σχετικά ανώτερη τάξη εμφανίζονταν πιο υπεροπτικά, κάτι που τους έκανε να μοιάζουν πιο ικανοί και αποτελεσματικοί και ως εκ τούτου έχουν πιο πολλές πιθανότητες επιλογής τους, καίτοι σε γενικές γραμμές δεν τα είχαν πάει καλύτερα στα ερωτηματολόγια από τους αντιστοίχους εκπροσώπους από τις κατώτερες τάξεις», εξηγεί ο Μπέλμι.
«Οι της μεσαίας τάξης διδάσκονται να ξεχωρίζουν από τους άλλους, να εκφράζουν εκείνο που σκέπτονται και να προσπαθούν να εκφράζουν με βεβαιότητα τις προσωπικές ιδέες και απόψεις τους, ακόμη και εάν δεν έχουν απόλυτη γνώση για το αντικείμενο», συμπληρώνει ο ίδιος.
Σύμφωνα με τον Μπέλμι, οι προερχόμενοι από την εργατική τάξη διδάσκονται να είναι ταπεινοί και τη σημασία τού «να γνωρίζουν ποια είναι η θέση τους» στην κοινωνική κλίμακα.
Η ενθάρρυνση του ατομισμού και της σιγουριάς μπορεί να οδηγήσει στην επιτυχία όποιον ανήκει στις υψηλότερες τάξεις. «Το πλεονέκτημα γεννά πλεονέκτημα», υπερθεματίζει ο Μπένι. «Όποιος γεννήθηκε στους κόλπους μίας ανώτερης τάξης κατά πάσα πιθανότητα θα παραμείνει στις τάξεις της και οι επιχειρηματίες με τα υψηλότερα έσοδα προέρχονται κατά δυσανάλογο ποσοστό από οικογένειες με υψηλό εκπαιδευτικό επίπεδο και εύπορες», σημειώνει.
Καταλήγοντας ο Μπέλμι επισημαίνει: «Η έρευνά μας καταδεικνύει πως η κοινωνική τάξη διαπλάθει τις συμπεριφορές και τη θέση που έχουν οι άνθρωποι για τις προσωπικές ικανότητές τους και αυτό έχει, με τη σειρά του, σημαντικές συνέπειες στον τρόπο με τον οποίο διαιωνίζονται οι ταξικές ιεραρχήσεις από γενιά σε γενιά».
Βέβαια, σύμφωνα με πρόσφατη στατιστική έρευνα του Business Insider και του Morning Consult στις ΗΠΑ, η τάξη στην οποία πολλοί άνθρωποι θεωρούν ότι ανήκουν, δεν έχει καμία σχέση με το εισόδημά τους. Αρκετοί Αμερικανοί με εισοδήματα λιγότερα των 50.000 δολαρίων θεωρούν εαυτούς πλούσιους, ενώ άλλοι που κερδίζουν περισσότερα από 100.000 δολάρια δηλώνουν πως αισθάνονται φτωχοί.
Παράλληλα, σε μία έρευνα του νευροφυσιολόγου Μάικλ Βάρνουμ το 2015, κατά την οποία υποβάλλονταν σε μαγνητικές τομογραφίες άνθρωποι διαφορετικών εισοδημάτων, ενώ τους προβάλλονταν εικόνες με πρόσωπα χωρίς ιδιαίτερη έκφραση και πρόσωπα που εξέφραζαν πόνο, οι ανήκοντες σε πιο εύπορες τάξεις αυτοπροσδιορίζονταν ως πιο «ευσυγκίνητοι», ενώ, όπως τονίζει ο ίδιος ερευνητής, αποδεικνυόταν το ακριβώς αντίθετο. Όπως υπογραμμίζεται στο New York Magazine, στην έρευνα αποδεικνυόταν πως οι συμμετέχοντες από τις ανώτερες τάξεις είχαν μικρότερες νευρωνικές αντιδράσεις στον πόνο σε σχέση με τους άλλους.
ethnos.gr
Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε μια νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο ακαδημαϊκό περιοδικό «Journal of Personality and Social Psychology».
Σύμφωνα με τον κύριο συντάκτη της έκθεσης, Πίτερ Μπένι, του πανεπιστημίου της Βιρτζίνια, στόχος της έρευνας ήταν να διαψευσθεί η παρανόηση πως όλοι, ανεξαιρέτως, πιστεύουν πως είναι καλύτεροι από το μέσο όρο ανθρώπων. «Τα αποτελέσματά μας αποδεικνύουν πως αυτή η ιδέα είναι περισσότερο διαδεδομένη μεταξύ των μεσαίων και υψηλών τάξεων», τονίζει στην ανακοίνωσή του ο Μπένι για τα συμπεράσματα της έρευνάς του σχετικά με τη σύνδεση κοινωνικής τάξης και υπερβάλλουσας εμπιστοσύνης.
Στο πλαίσιο του πειράματός τους, οι ερευνητές παρατήρησαν πάνω από 150.000 ιδιοκτήτες μικρών εταιρειών στο Μεξικό, που είχαν κάνει αίτηση για χρηματοδότηση και ζήτησαν πληροφορίες για το εισόδημά τους, το επίπεδο σπουδών τους και την προσωπική αντίληψή τους για τη θέση τους στην κοινωνία. Σε όλους ζητήθηκε να συμμετάσχουν σε ψυχολογικές αξιολογήσεις που περιελάμβαναν ένα μνημονικό παιχνίδι με ειδικές κάρτες, προκειμένου να διαπιστωθεί η οικονομική αξιοπιστία τους.
Μετά το πέρας των αξιολογήσεων ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να βαθμολογήσουν την απόδοσή τους έναντι των άλλων συμμετεχόντων σε μία κλίμακα βαθμολόγησης από 1 έως 100.
Οι ερευνητές εντόπισαν πως όσοι είχαν υψηλό εκπαιδευτικό επίπεδο, μεγαλύτερο εισόδημα και ανήκαν σε τάξη που αντιλαμβάνεται εαυτήν ως υψηλότερου επιπέδου, τρέφουν μία «υπερβολική πεποίθηση πως έχουν καλύτερες επιδόσεις εν σχέσει προς τους υπολοίπους, εν σχέσει προς τους αντιστοίχους τους που ανήκουν σε κατώτερες τάξεις», προστίθεται στην ίδια έκθεση.
Σε άλλα πειράματα στο πλαίσιο της ίδιας έρευνας, οι συμμετέχοντες συμπλήρωναν ένα ερωτηματολόγιο και κατόπιν επέστρεφαν μετά μία εβδομάδα για να παρακολουθήσουν το βίντεο από μία σκηνοθετημένη συνάντηση εργασίας. Πάνω από 900 συμμετέχοντες-εξεταστές έβλεπαν τις εικόνες και βαθμολογούσαν την απόδοση κάθε αιτούντος χρηματοδότησης. Το αποτέλεσμα ήταν πως οι «εξεταστές» θεωρούσαν πιο ικανούς τους προερχόμενους από ανώτερες τάξεις, οι οποίοι επεδείκνυαν μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση.
«Τα πρόσωπα από μία σχετικά ανώτερη τάξη εμφανίζονταν πιο υπεροπτικά, κάτι που τους έκανε να μοιάζουν πιο ικανοί και αποτελεσματικοί και ως εκ τούτου έχουν πιο πολλές πιθανότητες επιλογής τους, καίτοι σε γενικές γραμμές δεν τα είχαν πάει καλύτερα στα ερωτηματολόγια από τους αντιστοίχους εκπροσώπους από τις κατώτερες τάξεις», εξηγεί ο Μπέλμι.
«Οι της μεσαίας τάξης διδάσκονται να ξεχωρίζουν από τους άλλους, να εκφράζουν εκείνο που σκέπτονται και να προσπαθούν να εκφράζουν με βεβαιότητα τις προσωπικές ιδέες και απόψεις τους, ακόμη και εάν δεν έχουν απόλυτη γνώση για το αντικείμενο», συμπληρώνει ο ίδιος.
Σύμφωνα με τον Μπέλμι, οι προερχόμενοι από την εργατική τάξη διδάσκονται να είναι ταπεινοί και τη σημασία τού «να γνωρίζουν ποια είναι η θέση τους» στην κοινωνική κλίμακα.
Η ενθάρρυνση του ατομισμού και της σιγουριάς μπορεί να οδηγήσει στην επιτυχία όποιον ανήκει στις υψηλότερες τάξεις. «Το πλεονέκτημα γεννά πλεονέκτημα», υπερθεματίζει ο Μπένι. «Όποιος γεννήθηκε στους κόλπους μίας ανώτερης τάξης κατά πάσα πιθανότητα θα παραμείνει στις τάξεις της και οι επιχειρηματίες με τα υψηλότερα έσοδα προέρχονται κατά δυσανάλογο ποσοστό από οικογένειες με υψηλό εκπαιδευτικό επίπεδο και εύπορες», σημειώνει.
Καταλήγοντας ο Μπέλμι επισημαίνει: «Η έρευνά μας καταδεικνύει πως η κοινωνική τάξη διαπλάθει τις συμπεριφορές και τη θέση που έχουν οι άνθρωποι για τις προσωπικές ικανότητές τους και αυτό έχει, με τη σειρά του, σημαντικές συνέπειες στον τρόπο με τον οποίο διαιωνίζονται οι ταξικές ιεραρχήσεις από γενιά σε γενιά».
Βέβαια, σύμφωνα με πρόσφατη στατιστική έρευνα του Business Insider και του Morning Consult στις ΗΠΑ, η τάξη στην οποία πολλοί άνθρωποι θεωρούν ότι ανήκουν, δεν έχει καμία σχέση με το εισόδημά τους. Αρκετοί Αμερικανοί με εισοδήματα λιγότερα των 50.000 δολαρίων θεωρούν εαυτούς πλούσιους, ενώ άλλοι που κερδίζουν περισσότερα από 100.000 δολάρια δηλώνουν πως αισθάνονται φτωχοί.
Παράλληλα, σε μία έρευνα του νευροφυσιολόγου Μάικλ Βάρνουμ το 2015, κατά την οποία υποβάλλονταν σε μαγνητικές τομογραφίες άνθρωποι διαφορετικών εισοδημάτων, ενώ τους προβάλλονταν εικόνες με πρόσωπα χωρίς ιδιαίτερη έκφραση και πρόσωπα που εξέφραζαν πόνο, οι ανήκοντες σε πιο εύπορες τάξεις αυτοπροσδιορίζονταν ως πιο «ευσυγκίνητοι», ενώ, όπως τονίζει ο ίδιος ερευνητής, αποδεικνυόταν το ακριβώς αντίθετο. Όπως υπογραμμίζεται στο New York Magazine, στην έρευνα αποδεικνυόταν πως οι συμμετέχοντες από τις ανώτερες τάξεις είχαν μικρότερες νευρωνικές αντιδράσεις στον πόνο σε σχέση με τους άλλους.
ethnos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου