Στο χώρο του μνημείου τελέστηκε επιμνημόσυνη δέηση και ακολούθησε κατάθεση στεφάνων.
Στις εκδηλώσεις μνήμης παρέστησαν ο Πρόεδρος της Βουλής Κώστας Τασούλας, ο Γενικός Γραμματέας Αγροτικής Πολιτικής και Κοινοτικών Πόρων Κωνσταντίνος Μπαγινέτας που εκπροσώπησε την Κυβέρνηση, οι βουλευτές Ιωαννίνων Γιώργος Αμυράς και Μερόπη Τζούφη,
εκπρόσωποι της Περιφέρειας Ηπείρου, κομμάτων, αστυνομίας, στρατού και πυροσβεστικής, του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, περιφερειακών και δημοτικών παρατάξεων, αντιδήμαρχοι, δημοτικοί και περιφερειακοί σύμβουλοι και άλλοι.
Παραβρέθηκαν επίσης ο δήμαρχος Διστόμου και εκπρόσωπος του Προξενείου της Γερμανίας στη Θεσσαλονίκη.
Η κεντρική ομιλία έγινε από τον Δήμαρχο Ιωαννίνων Μωυσή Ελισάφ.
Η ομιλία
Μνημόσυνο Λυγκιάδες 2019
«Επί δυο μέρες ψάχνω στους φακέλους του Λουντβιγκ-σμπουργκ, μα δεν εμφανίζεται τίποτα από τους υπεύθυνους της καταστροφής των Λυγκιάδων. Πολύ αδύνατο μου φαίνεται να βρω κάποια άκρη».
Και όμως. Να που, δυο 10/ετίες μετά τη λήξη του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, και λίγο πριν σταματήσει το ψάξιμο ο γερμανός ερευνητής και ιστορικός Christoph U Schminck-Gustavus, πέφτει επάνω σ έναν φάκελο με τα στοιχεία:
«Τοποθεσία του εγκλήματος. Λυγκιάδες Ιωαννίνων
Ημερομηνία του εγκλήματος: 3.10. 1943
Κατηγορίες : Τραυματισμοί, εκτελέσεις, πυρπόληση του χωρίου,
λεηλασίες, κατάσχεση ζώων
απανθράκωση ανθρώπων
κακοποιήσεις τυφεκισμοί 40 παιδιών
Κατηγορούμενοι και μονάδες: 1.- Λαντς Χούμπερτ
2.- Μάγιερ, ταγματάρχης
3.- Φον Στεττνερ Βάλτερ
4.- Μπάουερ Κάρλ κ.λπ.
Έναν φάκελο που – έστω και περιληπτικά - που όμως τα λέει σχεδόν όλα: εκτελέσεις, πυρπόληση του χωρίου, λεηλασίες, κατάσχεση ζώων απανθράκωση ανθρώπων, κακοποιήσεις τυφεκισμοί 40 παιδιών. Ο ερευνητής ενθουσιάζεται. Θα βρει τώρα και τις λεπτομέρειες: τους βιασμούς των γυναικών και το σημαντικότερο θα βρει και τα πρακτικά των δικών και το ακόμη πιο σημαντικό τις τιμωρίες. Βρισκόμαστε στη 10/ετία του 60. Πρέπει όλα να έχουν τελειώσει.
Όμως, αλλοίμονο. Το αίσθημα ενοχής της νέας Γερμανίας σταματάει στην προανάκριση. «Μια προανάκριση της εισαγγελίας του Μονάχου ξεκίνησε το 1968 και στρεφόταν κατά του Ζάλμιγκερ κ α ι κ α τ ά α γ ν ώ -σ τ ω ν », ετέθη στο αρχείο. Άλλωστε ο Ζάλμιγκερ είχε ήδη σκοτωθεί στην Ήπειρο και κατά το γερμανικό δίκαιο «δεν προβλέπονται δικαστικές διώξεις νεκρών». Όσο για τους άλλους ήταν … «ά γ ν ω σ τ ο ι».
Αλλά και χωρίς τα παραπάνω η «έρευνα» των γερμανικών αρχών σταματούσε στην προανάκριση. Αφού κατά το εισαγγελέα της προανάκρισης «η ολιγάριθμη γερμανική δύναμη κατοχής βρισκότανε αντιμέτωπη με το σχεδόν άλυτο πρόβλημα να εξασφαλίσουν την ειρήνη της κατεχόμενης χώρας – μια καθορισμένη υποχρέωση από το διεθνές δίκαιο να εξασφαλίσει την τάξη και την ασφάλεια στην Ελλάδα». Άλλωστε, «σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και τις ισχύουσες ηθικές αρχές» - τι λάστιχο θεέ μου το δίκαιο και η ηθική – «η αιτιολογία της εκτέλεσης ομήρων – ομήρων (;), τα παιδιά ήταν όμηροι, οι βιασμένες γυναίκες ήταν όμηροι – «ως ανταπόδοσης για τον παράνομο φόνο στρατιωτών των δυνάμεων κατοχής» - Αλήθεια, οι «παράνομοι» αντάρτες πήγαν στη Γερμανία ή οι «νόμιμοι» Γερμανοί στρατιώτες ήρθαν εδώ; - Και τέλος ο Γερμανός εισαγγελέας αποφαίνεται: «Άλλωστε, δεν αποδείχτηκε ότι οι εκτελέσεις έγιναν με δόλιο ή απάνθρωπο τρόπο».
Τι πανουργία του λόγου θεέ μου. Τι μπορείς να πεις σε τούτο το παραλήρημα που συντελείται 20 χρόνια μετά την «καθορισμένη υποχρέωση από το διεθνές δίκαιο να εξασφαλίσει την τάξη και την ασφάλεια στην Ελλάδα». Τελικά ήταν «στιγμιαίο» ή μήπως διαρκές και μάλιστα στο διηνεκές. Και τι διαστροφή της ηθικής. Και όπως θα έλεγε ο δικός μας ο Σουρής
«Και να σε κλέβουν φανερά, / Κι ενώ αυτοί σε κλέβουνε. Τον κλέφτη να γυρεύουνε».
Πράγματι η ημέρα αυτή είναι ημέρα μνήμης.
Κι αυτό είναι το ελάχιστο απέναντι σε εκείνους που χάθηκαν. Είναι το ελάχιστο απέναντι στο αδιανόητο, που όμως έγινε. Είναι το ελάχιστο απέναντι στη φρίκη που υπήρξε και τα όρια της οποίας υπερέβησαν κάθε φαντασία. Είναι το ελάχιστο απέναντι στο θρίαμβο της βαρβαρότητας που έκοψε στα δυο τον αιώνα μου μόλις έδυσε: πριν από τότε και μετά από τότε. Είναι το ελάχιστο που οφείλουμε προς την αθωότητα που σταυρώθηκε προκειμένου να κυριαρχήσουν οι ένοχοι. Είναι πράγματι το ελάχιστο που έστω και περιοδικά θα πρέπει να θυμούμαστε.
Αλλά δεν αρκεί.
Έτσι, αλλού θα εστιάσω την προσοχή μου και θα αναρωτηθώ μαζί σας : Γιατί στα αλήθεια πρέπει να θυμούμαστε; Και ειδικότερα σε τι ακριβώς βοηθάει –αν βοηθάει - η αναψηλάφηση γεγονότων και μάλιστα τόσο οδυνηρών αλλά και απόμακρων; Δεν αρκεί άραγε η ενδεχόμενη οδύνη του παρόντος ή η κυοφορούμενη του μέλλοντος που στοιβάζονται από πάνω μας; Θα πρέπει, στον πάντα ανηφορικό μας δρόμο, έστω και περιοδικά, να προσθέτουμε και τους εφιάλτες του παρελθόντος;
Θα επιχειρήσω να προσεγγίσω μιαν απάντηση με τη μεγαλύτερη δυνατή συντομία: Και πρώτα να σημειώσω το αυτονόητο: Ό,τι μας διαφοροποιεί από όλα τα άλλα έμβια το οφείλουμε στη μνήμη μας. Το προνόμιο της ευτυχίας η της δυστυχίας μας καθορίζεται από τη λειτουργία της μνήμης. Είναι αυτή που αποθησαυρίζει μέσα μας τα τιμαλφή της ζωής μας για να μας τα επαναφέρει είτε ως λύτρωση είτε και ως μαρτύριο. Δίνει ιστορικό βάθος στην ύπαρξή μας και την ουσιώνει. Συχνά την υποτιμούμε αφήνοντας το προβάδισμα σε άλλες λειτουργίες του ψυχισμού μας, όπως είναι η κρίση, η βούληση, η φαντασία, η εμπειρία μας κ.λ.π. Και όμως: Μπορεί για λόγους μεθόδου να διαχωρίζουμε τις παραπάνω λειτουργίες. Το ακριβές ωστόσο είναι ότι πρόκειται για αδιαίρετο φυσικό χώρο στη βάση της ύφανσης του οποίου κυριαρχεί η μνήμη. Η κρίση μας συντίθεται αντλώντας μνημονικές εικόνες από τα βάθη της συνείδησής μας. Η εμπειρία μας νοηματοδοτείται και υπάρχει χάριν τα μνήμης. Και είναι η μνήμη που προηγείται κάθε επιλογής, ιεράρχησης, αξιολόγησης και αξιοποίησης των όποιων δεδομένων .
Και στη συλλογική μας μνήμη συμβαίνει το ανάλογο: Και σε αυτή αποθησαυρίζονται τα κορυφαία γεγονότα που συγκροτούν την Ιστορία μας. Αλλά τα ιστορικά γεγονότα, όπως άλλωστε συμβαίνει και με εκείνα που συνθέτουν την ατομική μας ύπαρξη, δεν είναι παρθενογέννητα. Όλα έχουν την αιτία τους ή σωστότερα τις αιτίες τους. Και όλων προηγείται η βουή της έλευσής τους. Και προκειμένου για τους αλγεινούς τοκετούς της ιστορίας, να σημειώσουμε και τούτο: Με την έλευσή τους δεν κομίζουν μόνο το ά λ λ ο, το καινούργιο, τη νέα φρίκη. Στον πυρήνα τους κυοφορούν και εκείνα που θα ακολουθήσουν και ταυτόχρονα συντηρούν και τη βουή της έλευσής τους. Είναι, δηλαδή, επόμενα των όσων προηγήθηκαν, αλλά και ηγούμενα των όσων θα ακολουθήσουν. Που σημαίνει ότι εν δυνάμει προκαθορίζουν το μέλλον. Και εν πάση περιπτώσει το δείχνουν.
Το σημαντικότερο ωστόσο αυτής της διαλεκτικής αλυσίδας της ιστορίας είναι το γεγονός πως για να καταστεί εφικτή η έλευση των γεγονότων δεν αρκεί μόνον η φαντασία των λεγόμενων πρωταιτίων. Προαπαιτείται και η συμβολή πολλών άλλων και κυρίως η ανοχή –δυστυχώς – πολύ περισσότερων.
Το ξετύλιγμα αυτών των αιτιωδών σχέσεων δεν είναι μόνο έργο των ιστορικών. Είναι προπάντων το ύψιστο χρέος όλων μας. Και μάλιστα είναι διαρκές χρέος, γιατί διαρκείς είναι και οι κίνδυνοι που μας απειλούν. Πολύ περισσότερο σήμερα που η χώρα μας κρέμεται πάνω από την άβυσσο. Και διαρκής και η σωτηρία μας, η οποία είναι το έπαθλο του διαρκούς αγώνα μας. Στην εποχή μας τα πάντα αλλάζουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα. ¨Όμως τα δυσμενή ενδεχόμενα καραδοκούν. Οι νέοι Εφιάλτες μπορούν να εισβάλλουν στη ζωή μας από την πόρτα του απρόβλεπτου. Και μάλιστα όχι σε ομαδική, φυλετική η και εθνική κλίμακα , όπως στο παρελθόν. Αλλά σε οικουμενική διάσταση πλέον. Το μέλλον δεν μας περιμένει πλέον για να πάμε εμείς σε εκείνο. Έρχεται το ίδιο κατεπάνω μας και μάλιστα με τη βιαιότητα καταιγίδας. Οι Ηρωδιάδες και πάλι μαίνονται. «Τους μόχθους των βουνών» κατά τον ποιητή μπορεί να τους ξεπεράσαμε. Μένουν πάντα μπροστά μας «οι μόχθοι των κοιλάδων». Που είναι και οι χειρότεροι. Και εξακολουθούν, οι λίγοι που είναι ψηλά, να λένε : «Να ο δρόμος για τη δόξα». Για να απαντούν οι πολλοί που είναι χαμηλά : «Να ο δρόμος για το μνήμα».
Μια, έστω και στιγμιαία, απώλεια της μνήμης μας δεν θα μας εξέθετε μόνον στον κίνδυνο να ξαναβιώσουμε μια νέα φρίκη. Ταυτόχρονα θα μας συναριθμούσε και στους συνυπεύθυνους συντελεστές της . Τα ιστορικά γεγονότα συνεπώς δεν πρέπει να καταλήγουν στα βιβλία των ιστορικών ή και στο ελάχιστο χρέος ενός μνημοσύνου. Ή κι ακόμη να μετατρέπονται σε αχρείαστη διέξοδο στην αμηχανία των ρητόρων. Δεν πρέπει καν να καταλήγουν. Λαοί που δεν θυμούνται αυτοκαταδικάζονται να οδεύουν στις ατραπούς της αβεβαιότητας. Αντίθετα, από την αναβίωση του παρελθόντος μπορούμε ασφαλέστερα να οδηγηθούμε στην επιβίωσή μας στο έτσι κι αλλιώς αβέβαιο και θορυβώδες μέλλον μας .
Αυτή άλλωστε είναι και η μεγάλη συνεισφορά της ιστορίας.
Και ασφαλώς και της εν διαρκεί εγρηγόρσει μνήμης μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου