Το σύγχρονο φαινόμενο της μετανάστευσης καθορίζεται μεταξύ άλλων και από έναν αυτοτροφοδοτούμενο πολλαπλασιαστικό παράγοντα, τις διαστάσεις του οποίου συχνάυποτιμούμε στον δημόσιο διάλογο: Την αγορά που έχει αναπτυχθεί για την
υποστήριξή της. Γύρω από την κολοσσιαία μετακίνηση πληθυσμών της εποχής μας έχουν στηθεί διάφορες ‘βιομηχανίες’, από την ανθρωπιστική οικονομία, μέχρι την οικονομία των διακινητών, αλλά και εκείνην των εμβασμάτων, οι οποίες απορροφούν τεράστια κεφάλαια, κάτι που ανατροφοδοτεί και κλιμακώνει περαιτέρω την ίδια την μετανάστευση.
Οι διάφοροι τομείς των οικονομικών της μετανάστευσης, δεν σχετίζονται άμεσα ή απευθείας μεταξύ τους, λογουχάρη τα εμβάσματα με τους τζίρους των διακινητών, ή το συνολικό ύψος της χρηματοδότησης του ανθρωπιστικού κλάδου που δραστηριοποιείται μέσα στο φαινόμενο. Αναμφίβολα συνεπιδρούν όμως επάνω του, γεγονός που δείχνει το πόσο πολύπλοκα έχει εξελιχθεί ιδίως τα τελευταία χρόνια. Η Ελλάδα είναι μια κατ εξοχήν χώρα, που αναπτύσσονται αυτοί οι παράγοντες και γι’ αυτό έχει σημασία να τους εξετάσουμε έστω και συνοπτικά.
1. Η οικονομία των διακινητών
Σύμφωνα με τον οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, η οικονομία της παράνομης διακίνησης ανθρώπων υπολογίστηκε το 2018 στα 7 δισ.$ ετησίως. Τα πραγματικά μεγέθη της όμως είναι αδύνατον να υπολογιστούν, εξαιτίας της σκιώδους φύσεως των δραστηριοτήτων της. Γι’ αυτό και υπάρχει μεγάλη διχογνωμία για τον πραγματικό παγκόσμιο οικονομικό της αντίκτυπο, ακόμα και μεταξύ των μεγάλων διεθνών οργανισμών. Έτσι, ο επικεφαλής του Παγκόσμιου Οργανισμού για τη Μετανάστευση (IOM), δήλωσε στο Reuters το 2017, ότι ο οργανισμός του ανεβάζει κατά πολύ αυτό το ποσό στα... 35 δισ.$.
Σε ό,τι αφορά στην Ελλάδα, δεν κατέστη δυνατό να βρεθούν συγκεντρωτικά στοιχεία που να υπολογίζουν έστω και κατά προσέγγιση τα έσοδα που αποκομίζει η οικονομία των διακινητών από την συστηματική τους δραστηριότητα στα νησιά του Αιγαίου, τον Έβρο αλλά και τις μεγάλες πόλεις της χώρας.
Αξίζει, όμως, για να συλλάβουμε την ένταση των δραστηριοτήτων να αναφερθούμε σε ένα παράδειγμα από το 2015: Σύμφωνα με μια έκθεση της Παγκόσμιας Πρωτοβουλίας για την Καταπολέμηση του Πολυεθνικού Οργανωμένου εγκλήματος, 100 βάρκες κατά μέσο όρο έφταναν ημερησίως στα νησιά του Αιγαίου, σε μεταφορές πληθυσμών που απέδιδαν 1 εκ.$ ημερησίως στους διακινητές που τις οργάνωναν από τις τουρκικές πόλεις.
Ενδιαφέρον, ωστόσο, παρουσιάζει και το πώς οι διακινητές μετακινούν αυτά τα κεφάλαια έξω από την Ελλάδα:Η Hawala είναι ένα μουσουλμανικό σύστημα πίστης, ιδιαίτερα διαδεδομένο κατά τον Μεσαίωνα, και σήμερα γνωρίζει νέα άνθιση. Στηρίζεται στην μεταφορά χρημάτων μέσω κωδικών, που ανταλλάσσονται από τους χειριστές αυτού του συστήματος τηλεφωνικά. Ο τελευταίος κόμβος του δικτύου πραγματοποιεί την συναλλαγή που ξεκίνησε ο πρώτος, και η εκκαθάριση των πιστώσεων μεταξύ των κόμβων, γίνεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
Το σύστημα αυτό είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένο στην Ελλάδα, κυρίως μεταξύ των μουσουλμανικών κοινοτήτων» γράφει ήδη από το 2012, η Έφη Λαμπροπούλου καθηγήτρια Εγκληματολογίας του Παντείου. Σε δημοσίευμα από το αστυνομικό ρεπορτάζ, μαθαίνουμε ότι τον Οκτώβριο του 2014, εξαρθρώθηκε μια απόληξη αυτού του παράνομου δικτύου, που λειτουργούσε επί της οδού 3ης Σεπτεμβρίου, στην Αθήνα, όπου «ο broker της οδού 3ης Σεπτεμβρίου που συνελήφθη υπολογίζεται ότι το τελευταίο διάστημα διαχειρίστηκε χρηματικά ποσά που διακινήθηκαν στο εξωτερικό άνω των 4.500.000 ευρώ».
Τα ποσά αυτά, δεν προέρχονται μόνον από τα κεφάλαια των διακινητών, η Hawala λειτουργεί ταυτόχρονα και ως άτυπο δίκτυο διακίνησης εμβασμάτων, μιας και χρεώνει ως προμήθεια μόλις ένα 5%, το μισό δηλαδή από τα επίσημα δίκτυα μεταφοράς χρημάτων (Western Union, Money Transfer κ.ά.). Φυσικά, εξαιτίας του άτυπου χαρακτήρα του, επιλέγεται και για την διακίνηση κεφαλαίων που σχετίζονται με τον ISIS, όπως π.χ. για την χρηματοδότηση της εκστρατείας του στη Συρία από την Ευρώπη.
2. Εμβάσματα
Τα εμβάσματα, που προαναφέραμε, αποτελούν τον δεύτερο μεγάλο παράγοντα αυτοτροφοδότησης του μεταναστευτικού φαινομένου. Στην περιγραφή που ακολουθεί, βλέπουμε πως αντιπροσωπεύουν μια κολοσσιαία μεταφορά κεφαλαίων από τις χώρες υψηλού εισοδήματος, κυρίως την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, προς τον υπόλοιπο πλανήτη.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας, το ύψος των συνολικών εμβασμάτων που πραγματοποιήθηκαν παγκοσμίως το 2018 είναι 689 δισ.$. Από αυτά, τα 539 δισ.$, αφορούν στην μεταφορά κεφαλαίων από τις χώρες υψηλού μέσου εισοδήματος, προς τις χώρες μεσαίου και χαμηλού μέσου εισοδήματος. Για να κατανοήσουμε το πραγματικό χρηματο-οικονομικό αποτύπωμα των εμβασμάτων σε παγκόσμια κλίμακα, αξίζει να αναφέρουμε ότι το ύψος τους ισούται με το τριπλάσιο της επίσημης αναπτυξιακής βοήθειας που χορηγούν οι αναπτυγμένες στις αναπτυσσόμενες χώρες, και, κινείται επίσης στα ίδια μεγέθη με τις Ξένες Άμεσες Επενδύσεις –στην πραγματικότητα είναι πολύ μεγαλύτερο αν από την σχετική στατιστική κατηγορία των χωρών μεσαίου εισοδήματος εξαιρέσουμε την Κίνα για ευνόητους λόγους/.
Σε ό,τι αφορά στην Ελλάδα, τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία από τους διεθνείς οργανισμούς αναφέρονται στο 2017, και υπολογίζουν το ύψος των εμβασμάτων που διαρρέουν από την χώρα στα 2 δισ.$, ή το 1% του ΑΕΠ της χώρας. Το πόσο αυτό ισοδυναμεί με την συνεισφορά του κρατικού ταμείου στο πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων για το ίδιο έτος. Κυριότερες χώρες είσπραξης των εμβασμάτων είναι: H Αλβανία (608,4 εκ,$), η Γεωργία (94,1 εκ.$), η Βουλγαρία (86,4 εκ.$), η Νιγηρία (78,7 εκ.$) και το Πακιστάν (77,8 εκ.$)
Από την άλλη, αξίζει να σημειωθεί ότι αν και την τελευταία δεκαετία επανήλθε με αξιοσημείωτη ένταση το φαινόμενο της μετανάστευσης από την Ελλάδα, καθώς εκατοντάδες χιλιάδες, κυρίως νέοι, εγκατέλειψαν την χώρα μας προς αναζήτηση καλύτερων προοπτικών στην Ευρώπη, αλλά και στις ΗΠΑ, τα εμβάσματα που εισέρχονται στην χώρα δεν έχουν αυξηθεί σημαντικά. Έτσι, το ύψος των εμβασμάτων που στέλνονται προς την Ελλάδα, άγγιξαν μόλις τα 319 εκ. $ το 2017, με συνέπεια η χώρα να εμφανίζει ένα ιδιαίτερα αρνητικό ισοζύγιο εμβασμάτων, πάνω από 1,5 δισ.$.
Παρ όλο που η συνεισφορά των εμβασμάτων σε κεφάλαια είναι τόσο βαρύνουσα για την οικονομία των χωρών μεσαίου και κατώτερου εισοδήματος, ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος τους απορροφάται στην οικονομία με μη παραγωγικό τρόπο: Αυξάνει την κατανάλωση των νοικοκυριών (και άρα θα μπορούσαμε να πούμε ότι επιδεινώνει τα εμπορικά ελλείμματα των συγκεκριμένων χωρών, αντί να αναβαθμίζει την παραγωγικότητά τους), κατευθύνεται σε επενδύσεις σε ακίνητα, ή για την εκπαίδευση των μελών τους, ενώ επίσης επενδύεται και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που διατηρούν άλλα μέλη της οικογένειας.
Από τον όγκο των εμβασμάτων, μπορούμε να κατανοήσουμε το γιατί η σύγχρονη μετανάστευση αποτελεί –πολύ περισσότερο απ’ ό,τι παλαιότερα– μια μορφή έμμεσης ανακατανομής του πλούτου, ο οποίος διανέμεται άνισα μεταξύ των πιο πλούσιων και των φτωχότερων χωρών.
Η εικόνα αυτή, επιβεβαιώνει πλήρως την άποψη του Παναγιώτη Κονδύλη, που θεωρούσε την σύγχρονη μετανάστευση περισσότερο έναν «αγώνα κατανομής» πλανητικής κλίμακας: Αυτό που συμβαίνει, στην πραγματικότητα, είναι ότι οι μεγάλες μάζες που βρίσκονται μεν έξω από την Δύση, έχουν όμως έρθει σε επαφή με την καταναλωτική της κουλτούρα, και την εικόνα της ως τόπου αφθονίας, επιδιώκουν μέσω της μετανάστευσης να «κόψουν δρόμο» προς την ευημερία της.
3. «Η οικονομία του ανθρωπισμού»
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, οι ανθρωπιστικές δραστηριότητες απορρόφησαν το 2018 πόρους της τάξης των 28,9 δισ.$ παγκοσμίως. Οι ΜΚΟ, δηλαδή, διαχειρίζονται σημαντικά κεφάλαια, και αυτό εξηγεί και την βαρύτητα που έχουν αποκτήσει στην σύγχρονη κοινωνική και πολιτική ζωή.
Η Ε.Ε. διαθέτει δύο ειδικά ταμεία για την μετανάστευση, το Ταμείο Μετανάστευσης, Ασύλου και Ενσωμάτωσης, το οποίο διαχειρίζεται για την περίοδο 2014-2020 κεφάλαια της τάξης των 6,6 δισ.€, και το Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας με 3,8 δισ.€. Ωστόσο, κονδύλια για τη μετανάστευση περιλαμβάνονται και σε άλλα χρηματοδοτικά προγράμματα για την Ευρώπη, όπως το Horizon 2020 ή το Ταμείο για την Ευρωπαϊκή Συνοχή.
Από τα κεφάλαια των δυο ταμείων, για την Ελλάδα αναλογούν 1,69 δισ.€, τα οποία σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατανεμήθηκαν ως εξής: Ελληνικές αρχές 794 εκ. €, Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες 506,67 εκ. €, Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης (IOM) 119,7 εκατ. €, η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ασύλου 26 εκατ. €, οι διάφορες διεθνείς ΜΚΟ - εταίροι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής 201 εκατ. €, ενώ την στιγμή που ανακοινώθηκαν τα στοιχεία (Οκτώβριος 2018) είχαν εγκριθεί αλλά παρέμεναν αδιάθετα επί πλέον 44,6 εκατ.€ προς Διεθνείς Οργανισμούς ή ΜΚΟ.
Σε αυτούς τους πόρους θα πρέπει να συνυπολογιστούν και η χρηματοδότηση Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων που προέρχονται από ιδίους πόρους οι χορηγίες ιδιωτών, δεν υπάρχουν ωστόσο γι’ αυτές αξιόπιστα στοιχεία. Το γεγονός αυτό, όπως και το γενικότερο έλλειμμα καταγραφής και εποπτείας στην δραστηριότητα των ΜΚΟ (που βρίσκεται η κάθε μια, πόσους ανθρώπους απασχολούν, τι ακριβώς κάνουν), αποτελεί μια ακόμη τρανταχτή ένδειξη για το υποτυπώδες της μεταναστευτικής πολιτικής του ελληνικού κράτους και το κενό ασφαλείας που αυτό συνεπάγεται.
Για την αδυναμία της Ελλάδας να θεσπίσει καθεστώς πλήρους διαφάνειας ως προς την χρηματοδότηση των οργανώσεων αυτών, έχει προειδοποιήσει και ο διεθνής διακυβερνητικός οργανισμός που είναι αρμόδιος για να καταπολεμήσει το ξέπλυμα χρήματος (Financial Action Task Force). Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης, που άρχισε να ελέγχεται πρόσφατα (Μάιος 2019) από τις ελληνικές αρχές έπειτα από καταγγελία ξένων αρχών. Η εν λόγω οργάνωση είχε αναπτύξει υπερδεκαετή δράση πάνω στο μεταναστευτικό, και απορροφούσε μάλιστα κονδύλια από τα Υπουργεία Δημόσιας Τάξης και Μεταναστευτικής Πολιτικής. Σύμφωνα με τα στοιχεία της καταγγελίας, η συγκεκριμένη ΜΚΟ είχε από το 2011 έως και το 2018 ακαθάριστα έσοδα ύψους 23,13 εκατ.€ και επιχορηγήσεις ύψους 9,7 εκ. €, ενώ βρέθηκε να έχει λάβει σημαντική οικονομική ενίσχυση από fund Σαουδαραβικών συμφερόντων που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα.
Το οικονομικό αποτύπωμα των μη κυβερνητικών οργανώσεων στην ελληνική κοινωνία αυξάνει διαρκώς, δοσμένης της κρίσης και της συρρίκνωσης στην οποία υπόκεινται και άλλοι κλάδοι, ιδίως στις περιοχές που επιβαρύνονται περισσότερο από τις μεταναστευτικές εισροές. Εκεί, η αρνητική σχέση που διέπει τους κλάδους της φιλοξενίας των μεταναστών με τον τουρισμό, διαμορφώνει συνθήκες «μονοκαλλιέργειας» των ανθρωπιστικών δραστηριοτήτων μεταβάλλοντας έτσι τόπους με μια πολύμορφη οικονομία, σε χώρους που ασκούν κατ’ αποκλειστικότητα δραστηριότητες φύλαξης, φιλοξενίας και διαχείρισης των πληθυσμιακών ροών. Βλέπουμε έτσι το πώς «η μεταβολή της χώρας σε χώρο», είναι κάτι παραπάνω από ένα εύληπτο σχήμα λόγου, και αποτυπώνει ανάγλυφα την πραγματικότητα.
Ενδεικτικοί ως προς αυτό, είναι και οι τίτλοι και το περιεχόμενο άρθρων που θα δημοσιεύσει η εφημερίδα Εμπρός της Μυτιλήνης, μεταξύ του Δεκεμβρίου 2015 και του Ιανουαρίου 2016: «Οι ΜΚΟ ανάχωμα στην ανεργία», «Οι ΜΚΟ συνεχίζουν να δημιουργούν θέσεις εργασίας» (15/01/2019). Στο δεύτερο άρθρο, συζητείται το ενδεχόμενο πλήγμα που θα δεχθεί η Λέσβος στον τουρισμό ενόψει της επικείμενης σεζόν, και το άρθρο της εφημερίδας σημειώνει: «Ο μεγάλος κίνδυνος είναι η απώλεια θέσεων εργασίας από τα ξενοδοχεία, τα εστιατόρια, τις ταβέρνες και γενικότερα τα καταστήματα μαζικής εστίασης, που δουλεύουν κυρίως με ξένους τουρίστες και που δε θα λειτουργήσουν ή θα υπολειτουργήσουν τη νέα τουριστική περίοδο που ξεκινάει σε τρεις περίπου μήνες, δηλαδή κατά το Πάσχα. [ ] Ως αντιστάθμισμα αυτής της τάσης θα μπορούσε να λειτουργήσει η ενοικίαση ξενοδοχείων για την προσωρινή φιλοξενία προσφύγων και μελών ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στα νησιά».
Η δημιουργία ενός εγχώριου πληθυσμού, εξαρτώμενου από τις ΜΚΟ και τις μεταναστευτικές χρηματοδοτήσεις, είναι σε γνώση της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας, και των δυο μεγάλων κομμάτων: Η Τασία Χριστοδουλοπούλου, υπουργός μεταναστευτικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ κατά την περίοδο της κρίσης του 2015, παροτρύνει με απίστευτη κυνικότητα, τους δημοσιογράφους «να βοηθήσουν την κατάσταση»: «να αρχίσετε να τους αποκαλείτε πρόσφυγες γιατί αν μιλάτε για μετανάστες ή λαθρομετανάστες η ΕΕ δεν θα εγκρίνει κονδύλια». Πιο πρόσφατα και ο υποστηριζόμενος από την Νέα Δημοκρατία περιφερειάρχης Θεσσαλίας και πρόεδρος της Ένωσης Περιφερειών Ελλάδας Κώστας Αγοραστός, θα δηλώσει ότι «το προσφυγικό είναι ευκαιρία διεκδίκησης κονδυλίων και (sic!) για την κοινωνική πρόνοια των Ελλήνων».
Τα φαινόμενα διασπάθισης των κονδυλίων που δίνονται επί του προσφυγικού και του μεταναστευτικού είναι γνωστά, και η δημοσιοποίησή τους έχει λάβει διεθνείς διαστάσεις. Οι καταγγελίες ερευνώνται ακόμα και από την OLAF, την ειδική υπηρεσία της Ε.Ε. για την διαφθορά, ενώ αποτελεί κοινό μυστικό ότι η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ διοχέτευε αρκετούς από τους πόρους και για πελατειακούς σκοπούς, ή προς ενίσχυση των φίλιων διαπλεκόμενων συμφερόντων.
Δεν είναι λίγες οι φορές που η κρατική με την μη κρατική πολιτική για τη μετανάστευση δεν συμβαδίζει: H δράση των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, ιδίως εκείνη που σχετίζεται με την ανθρωπιστική συνδρομή στην παράνομη μετανάστευση, έρχεται σε σύγκρουση με τις προσπάθειες των κρατών να την αντιμετωπίσουν, μέσα από την συστηματικότερη φύλαξη των συνόρων τους, ή την ενίσχυση των μηχανισμών καταπολέμησης της διακίνησης ανθρώπων. Σε έκθεση της Resoma, οργανισμού για την μετανάστευση και το άσυλο που χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αναφέρεται ότι η αυστηροποίηση της ευρωπαϊκής πολιτικής σε σχέση με την φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της Ευρώπης, ευθύνεται για την κάμψη της δραστηριότητας ανθρωπιστικών οργανώσεων που παρεμβαίνουν στο ίδιο πεδίο.
Ένα παραστατικό παράδειγμα: Η Ιταλική εφημερίδα Il Giornale, κατήγγειλε πρόσφατα τον βίο και την πολιτεία ορισμένων μεταναστών, τους οποίους παρέλαβε από βάρκες που έπλεαν στα ανοιχτά της Λιβύης το Sea Watch της Καρόλα Ρακέτε, κατά το διάσημο πλέον επεισόδιο που είχε με τις ιταλικές αρχές τον Ιούνιο του 2019. Σύμφωνα με την καταγγελία, τρεις από τους 40 συνολικά επιβαίνοντες, κρατήθηκαν από την ιταλική αστυνομία καθώς φέρονται να συμμετέχουν σε κύκλωμα δουλεμπόρων που κρατούσε παράνομα και βασάνιζε μετανάστες σε στρατόπεδο της Λιβύης. Οι εκπρόσωποι, μάλιστα, της ΜΚΟ δήλωσαν για τις καταγγελίες ότι δεν αποκλείουν το γεγονός, καθώς δεν γνωρίζουν την ταυτότητα των ανθρώπων που διασώζουν. Μια δήλωση, που ισοδυναμεί με σιωπηρή παραδοχή ότι πολλές από τις δράσεις των οργανώσεων αυτό αν μη τι άλλο συντελούνται σε κενό «κράτους δικαίου».
Βρισκόμαστε επομένως στο εξής παράδοξο: Οι ανθρωπιστικοί μηχανισμοί, θεωρούν ως στόχους μιας ανώτερης ηθικής αποστολής την περαιτέρω επέκταση των χρηματοδοτήσεων, της δραστηριότητάς τους, του ρόλου που διαδραματίζουν. Την ίδια στιγμή όμως διαχειρίζονται ως κλάδος δισεκατομμύρια ευρώ, γεγονός που συνεπάγεται ιδιαίτερη οικονομική και κοινωνική ισχύ. Το αποτέλεσμα είναι ότι με άλλοθι την απόλυτη ηθική προτεραιότητα, αρκετές από τις οργανώσεις αυτές καταλήγουν να λειτουργούν ως «κράτος εν κράτει», υλοποιώντας την δική τους πολιτική, η οποία συχνά, μάλιστα, δεν είναι διόλου «μη κρατική». Πολλές ΜΚΟ χρηματοδοτούνται κρατικά και υλοποιούν τα γεωπολιτικά συμφέροντα του χρηματοδότη τους, ενώ είναι γνωστή η διείσδυση των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών στους κόλπους ορισμένων ΜΚΟ που δρουν στα ελληνικά νησιά –μέσα στο καθεστώς ασυδοσίας που επέτρεψε η ελληνική πολιτεία. Σύμφωνα με ρεπορτάζ, ένας μάλιστα εργαζόμενος σε ΜΚΟ στη Μυτιλήνη, αποκαλύφθηκε να έχει στήσει ολόκληρο σύστημα υποκλοπών.
Οι ΜΚΟ, επομένως, αποτελούν έναν παράγοντα που όχι μόνον διευκολύνουν την κλιμάκωση του μεταναστευτικού φαινομένου, αλλά και που πολύ συχνά το πράττουν κρύβοντας πίσω από την επίκληση ανώτερων ηθικών αξιών, πολύ συγκεκριμένα γεωπολιτικά σχέδια τα οποία επενδύουν στην μετακίνηση πληθυσμών. Λειτουργούν δε συμπληρωματικά ως προς την δραστηριότητα των δουλεμπόρων, μιας και για την δική τους δράση, είναι αδιάφορο το με ποιες διαδικασίες καταλήγουν οι άνθρωποι που μεταχειρίζονται στα χέρια τους. Καταλήγουν έτσι να αποτελούν τον επόμενό τους κρίκο στην αλυσίδα της μετακίνησης πληθυσμών
Εν κατακλείδι
Οι προαναφερόμενοι παράγοντες δρουν στο παρασκήνιο των μεταναστευτικών ροών. Τις προετοιμάζουν, διευκολύνουν την υποδοχή τους στην Ευρώπη, οργανώνουν μετά την άφιξή τους τα δίκτυα συναλλαγών με τις χώρες αφετηρίας. Όπως η πλανητική ελευθερία κυκλοφορίας κεφαλαίων, διαθέτει την δική της «οργανωτική οικονομία» ώστε να υλοποιηθεί, με φορείς από χρηματιστές μέχρι παγκόσμια τραπεζικά δίκτυα, το ίδιο συμβαίνει και με την οιωνεί ‘ελεύθερη’, παγκόσμια κυκλοφορία των ανθρώπων. Επειδή δε τα περισσότερα από αυτά τα δίκτυα της ‘οργανωτικής οικονομίας’ του μεταναστευτικού είναι άτυπα, ή υποκαθιστούν ανοιχτά τις κρατικές μεταναστευτικές πολιτικές, όσο πιο οργανωμένη, συμπαγής και σαφής είναι η τελευταία, τόσο πιο πολύ εξασθενούν τα δίκτυα αυτά, πράγμα που συμβάλλει στο να αποκατασταθεί ο πολιτικός έλεγχος πάνω στο μεταναστευτικό φαινόμενο.
Γιατί είναι σαφές πως ο τελευταίος έχει διαφύγει από τα χέρια των κοινωνιών, που έμμεσα δια των κυβερνήσεων εξέφραζαν και υλοποιούσαν την βούλησή τους για το πόσο ανοιχτή ή κλειστή θα είναι μια κοινωνία απέναντι σε ένα φαινόμενο που αντιπροσωπεύει την μεγαλύτερη σε αριθμούς μετακίνηση πληθυσμών στην ανθρώπινη ιστορία.
Αυτό στην εποχή της ασύδοτης παγκοσμιοποίησης καθορίζεται ολοένα και πιο εντονότερα από «τρίτους παράγοντες», η δράση των οποίων είναι άκρως σημαντική για να κατανοήσουμε το γιατί η μετανάστευση διατηρεί τέτοια δυναμική στην εποχή μας.
Ιδίως στην Ελλάδα όπου λόγω κάμψης της κυριαρχίας και του αυτοδιοίκητου που χαρακτηρίζει την ελληνική πολιτεία από το ξέσπασμα της κρίσης κι έπειτα, με αποκορύφωμα τα τελευταία χρόνια πολιτείας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η δράση όλων αυτών των προαναφερόμενων παραγόντων, τόσο στα νησιά του Αιγαίου όσο και στην ενδοχώρα έχει κλιμακωθεί σε βαθμό άνευ προηγουμένου.
Αν επιθυμεί η κυβέρνηση της ΝΔ να ελέγξει την κατάσταση, με τρόπο που θα διαφοροποιείται από την καταστροφική πολιτική της προηγούμενης, αυτά είναι τα δίκτυα τα οποία θα πρέπει να διαλευκάνει και να ελέγξει. Είναι ένας έμμεσος, αλλά αποφασιστικός παράγοντας αποτροπής για την περαιτέρω είσοδο πληθυσμών στην χώρα, ωστόσο η κυβέρνηση προτιμάει να θέτει σε δεύτερη μοίρα την αντιμετώπισή τους –αν δεν έχει αποδεχτεί τη λειτουργία τους, όπως συμβαίνει με το καθεστώς ασυδοσίας που δρουν οι ΜΚΟ…
*Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Άρδην, τεύχος 116. Αύγουστος – Οκτώβριος 2019.
Δρ. Γιώργος Ρακκάς
huffingtonpost.gr
Οι διάφοροι τομείς των οικονομικών της μετανάστευσης, δεν σχετίζονται άμεσα ή απευθείας μεταξύ τους, λογουχάρη τα εμβάσματα με τους τζίρους των διακινητών, ή το συνολικό ύψος της χρηματοδότησης του ανθρωπιστικού κλάδου που δραστηριοποιείται μέσα στο φαινόμενο. Αναμφίβολα συνεπιδρούν όμως επάνω του, γεγονός που δείχνει το πόσο πολύπλοκα έχει εξελιχθεί ιδίως τα τελευταία χρόνια. Η Ελλάδα είναι μια κατ εξοχήν χώρα, που αναπτύσσονται αυτοί οι παράγοντες και γι’ αυτό έχει σημασία να τους εξετάσουμε έστω και συνοπτικά.
1. Η οικονομία των διακινητών
Σύμφωνα με τον οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, η οικονομία της παράνομης διακίνησης ανθρώπων υπολογίστηκε το 2018 στα 7 δισ.$ ετησίως. Τα πραγματικά μεγέθη της όμως είναι αδύνατον να υπολογιστούν, εξαιτίας της σκιώδους φύσεως των δραστηριοτήτων της. Γι’ αυτό και υπάρχει μεγάλη διχογνωμία για τον πραγματικό παγκόσμιο οικονομικό της αντίκτυπο, ακόμα και μεταξύ των μεγάλων διεθνών οργανισμών. Έτσι, ο επικεφαλής του Παγκόσμιου Οργανισμού για τη Μετανάστευση (IOM), δήλωσε στο Reuters το 2017, ότι ο οργανισμός του ανεβάζει κατά πολύ αυτό το ποσό στα... 35 δισ.$.
Σε ό,τι αφορά στην Ελλάδα, δεν κατέστη δυνατό να βρεθούν συγκεντρωτικά στοιχεία που να υπολογίζουν έστω και κατά προσέγγιση τα έσοδα που αποκομίζει η οικονομία των διακινητών από την συστηματική τους δραστηριότητα στα νησιά του Αιγαίου, τον Έβρο αλλά και τις μεγάλες πόλεις της χώρας.
Αξίζει, όμως, για να συλλάβουμε την ένταση των δραστηριοτήτων να αναφερθούμε σε ένα παράδειγμα από το 2015: Σύμφωνα με μια έκθεση της Παγκόσμιας Πρωτοβουλίας για την Καταπολέμηση του Πολυεθνικού Οργανωμένου εγκλήματος, 100 βάρκες κατά μέσο όρο έφταναν ημερησίως στα νησιά του Αιγαίου, σε μεταφορές πληθυσμών που απέδιδαν 1 εκ.$ ημερησίως στους διακινητές που τις οργάνωναν από τις τουρκικές πόλεις.
Ενδιαφέρον, ωστόσο, παρουσιάζει και το πώς οι διακινητές μετακινούν αυτά τα κεφάλαια έξω από την Ελλάδα:Η Hawala είναι ένα μουσουλμανικό σύστημα πίστης, ιδιαίτερα διαδεδομένο κατά τον Μεσαίωνα, και σήμερα γνωρίζει νέα άνθιση. Στηρίζεται στην μεταφορά χρημάτων μέσω κωδικών, που ανταλλάσσονται από τους χειριστές αυτού του συστήματος τηλεφωνικά. Ο τελευταίος κόμβος του δικτύου πραγματοποιεί την συναλλαγή που ξεκίνησε ο πρώτος, και η εκκαθάριση των πιστώσεων μεταξύ των κόμβων, γίνεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
Το σύστημα αυτό είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένο στην Ελλάδα, κυρίως μεταξύ των μουσουλμανικών κοινοτήτων» γράφει ήδη από το 2012, η Έφη Λαμπροπούλου καθηγήτρια Εγκληματολογίας του Παντείου. Σε δημοσίευμα από το αστυνομικό ρεπορτάζ, μαθαίνουμε ότι τον Οκτώβριο του 2014, εξαρθρώθηκε μια απόληξη αυτού του παράνομου δικτύου, που λειτουργούσε επί της οδού 3ης Σεπτεμβρίου, στην Αθήνα, όπου «ο broker της οδού 3ης Σεπτεμβρίου που συνελήφθη υπολογίζεται ότι το τελευταίο διάστημα διαχειρίστηκε χρηματικά ποσά που διακινήθηκαν στο εξωτερικό άνω των 4.500.000 ευρώ».
Τα ποσά αυτά, δεν προέρχονται μόνον από τα κεφάλαια των διακινητών, η Hawala λειτουργεί ταυτόχρονα και ως άτυπο δίκτυο διακίνησης εμβασμάτων, μιας και χρεώνει ως προμήθεια μόλις ένα 5%, το μισό δηλαδή από τα επίσημα δίκτυα μεταφοράς χρημάτων (Western Union, Money Transfer κ.ά.). Φυσικά, εξαιτίας του άτυπου χαρακτήρα του, επιλέγεται και για την διακίνηση κεφαλαίων που σχετίζονται με τον ISIS, όπως π.χ. για την χρηματοδότηση της εκστρατείας του στη Συρία από την Ευρώπη.
2. Εμβάσματα
Τα εμβάσματα, που προαναφέραμε, αποτελούν τον δεύτερο μεγάλο παράγοντα αυτοτροφοδότησης του μεταναστευτικού φαινομένου. Στην περιγραφή που ακολουθεί, βλέπουμε πως αντιπροσωπεύουν μια κολοσσιαία μεταφορά κεφαλαίων από τις χώρες υψηλού εισοδήματος, κυρίως την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, προς τον υπόλοιπο πλανήτη.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας, το ύψος των συνολικών εμβασμάτων που πραγματοποιήθηκαν παγκοσμίως το 2018 είναι 689 δισ.$. Από αυτά, τα 539 δισ.$, αφορούν στην μεταφορά κεφαλαίων από τις χώρες υψηλού μέσου εισοδήματος, προς τις χώρες μεσαίου και χαμηλού μέσου εισοδήματος. Για να κατανοήσουμε το πραγματικό χρηματο-οικονομικό αποτύπωμα των εμβασμάτων σε παγκόσμια κλίμακα, αξίζει να αναφέρουμε ότι το ύψος τους ισούται με το τριπλάσιο της επίσημης αναπτυξιακής βοήθειας που χορηγούν οι αναπτυγμένες στις αναπτυσσόμενες χώρες, και, κινείται επίσης στα ίδια μεγέθη με τις Ξένες Άμεσες Επενδύσεις –στην πραγματικότητα είναι πολύ μεγαλύτερο αν από την σχετική στατιστική κατηγορία των χωρών μεσαίου εισοδήματος εξαιρέσουμε την Κίνα για ευνόητους λόγους/.
Σε ό,τι αφορά στην Ελλάδα, τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία από τους διεθνείς οργανισμούς αναφέρονται στο 2017, και υπολογίζουν το ύψος των εμβασμάτων που διαρρέουν από την χώρα στα 2 δισ.$, ή το 1% του ΑΕΠ της χώρας. Το πόσο αυτό ισοδυναμεί με την συνεισφορά του κρατικού ταμείου στο πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων για το ίδιο έτος. Κυριότερες χώρες είσπραξης των εμβασμάτων είναι: H Αλβανία (608,4 εκ,$), η Γεωργία (94,1 εκ.$), η Βουλγαρία (86,4 εκ.$), η Νιγηρία (78,7 εκ.$) και το Πακιστάν (77,8 εκ.$)
Από την άλλη, αξίζει να σημειωθεί ότι αν και την τελευταία δεκαετία επανήλθε με αξιοσημείωτη ένταση το φαινόμενο της μετανάστευσης από την Ελλάδα, καθώς εκατοντάδες χιλιάδες, κυρίως νέοι, εγκατέλειψαν την χώρα μας προς αναζήτηση καλύτερων προοπτικών στην Ευρώπη, αλλά και στις ΗΠΑ, τα εμβάσματα που εισέρχονται στην χώρα δεν έχουν αυξηθεί σημαντικά. Έτσι, το ύψος των εμβασμάτων που στέλνονται προς την Ελλάδα, άγγιξαν μόλις τα 319 εκ. $ το 2017, με συνέπεια η χώρα να εμφανίζει ένα ιδιαίτερα αρνητικό ισοζύγιο εμβασμάτων, πάνω από 1,5 δισ.$.
Παρ όλο που η συνεισφορά των εμβασμάτων σε κεφάλαια είναι τόσο βαρύνουσα για την οικονομία των χωρών μεσαίου και κατώτερου εισοδήματος, ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος τους απορροφάται στην οικονομία με μη παραγωγικό τρόπο: Αυξάνει την κατανάλωση των νοικοκυριών (και άρα θα μπορούσαμε να πούμε ότι επιδεινώνει τα εμπορικά ελλείμματα των συγκεκριμένων χωρών, αντί να αναβαθμίζει την παραγωγικότητά τους), κατευθύνεται σε επενδύσεις σε ακίνητα, ή για την εκπαίδευση των μελών τους, ενώ επίσης επενδύεται και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που διατηρούν άλλα μέλη της οικογένειας.
Από τον όγκο των εμβασμάτων, μπορούμε να κατανοήσουμε το γιατί η σύγχρονη μετανάστευση αποτελεί –πολύ περισσότερο απ’ ό,τι παλαιότερα– μια μορφή έμμεσης ανακατανομής του πλούτου, ο οποίος διανέμεται άνισα μεταξύ των πιο πλούσιων και των φτωχότερων χωρών.
Η εικόνα αυτή, επιβεβαιώνει πλήρως την άποψη του Παναγιώτη Κονδύλη, που θεωρούσε την σύγχρονη μετανάστευση περισσότερο έναν «αγώνα κατανομής» πλανητικής κλίμακας: Αυτό που συμβαίνει, στην πραγματικότητα, είναι ότι οι μεγάλες μάζες που βρίσκονται μεν έξω από την Δύση, έχουν όμως έρθει σε επαφή με την καταναλωτική της κουλτούρα, και την εικόνα της ως τόπου αφθονίας, επιδιώκουν μέσω της μετανάστευσης να «κόψουν δρόμο» προς την ευημερία της.
3. «Η οικονομία του ανθρωπισμού»
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, οι ανθρωπιστικές δραστηριότητες απορρόφησαν το 2018 πόρους της τάξης των 28,9 δισ.$ παγκοσμίως. Οι ΜΚΟ, δηλαδή, διαχειρίζονται σημαντικά κεφάλαια, και αυτό εξηγεί και την βαρύτητα που έχουν αποκτήσει στην σύγχρονη κοινωνική και πολιτική ζωή.
Η Ε.Ε. διαθέτει δύο ειδικά ταμεία για την μετανάστευση, το Ταμείο Μετανάστευσης, Ασύλου και Ενσωμάτωσης, το οποίο διαχειρίζεται για την περίοδο 2014-2020 κεφάλαια της τάξης των 6,6 δισ.€, και το Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας με 3,8 δισ.€. Ωστόσο, κονδύλια για τη μετανάστευση περιλαμβάνονται και σε άλλα χρηματοδοτικά προγράμματα για την Ευρώπη, όπως το Horizon 2020 ή το Ταμείο για την Ευρωπαϊκή Συνοχή.
Από τα κεφάλαια των δυο ταμείων, για την Ελλάδα αναλογούν 1,69 δισ.€, τα οποία σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατανεμήθηκαν ως εξής: Ελληνικές αρχές 794 εκ. €, Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες 506,67 εκ. €, Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης (IOM) 119,7 εκατ. €, η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ασύλου 26 εκατ. €, οι διάφορες διεθνείς ΜΚΟ - εταίροι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής 201 εκατ. €, ενώ την στιγμή που ανακοινώθηκαν τα στοιχεία (Οκτώβριος 2018) είχαν εγκριθεί αλλά παρέμεναν αδιάθετα επί πλέον 44,6 εκατ.€ προς Διεθνείς Οργανισμούς ή ΜΚΟ.
Σε αυτούς τους πόρους θα πρέπει να συνυπολογιστούν και η χρηματοδότηση Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων που προέρχονται από ιδίους πόρους οι χορηγίες ιδιωτών, δεν υπάρχουν ωστόσο γι’ αυτές αξιόπιστα στοιχεία. Το γεγονός αυτό, όπως και το γενικότερο έλλειμμα καταγραφής και εποπτείας στην δραστηριότητα των ΜΚΟ (που βρίσκεται η κάθε μια, πόσους ανθρώπους απασχολούν, τι ακριβώς κάνουν), αποτελεί μια ακόμη τρανταχτή ένδειξη για το υποτυπώδες της μεταναστευτικής πολιτικής του ελληνικού κράτους και το κενό ασφαλείας που αυτό συνεπάγεται.
Για την αδυναμία της Ελλάδας να θεσπίσει καθεστώς πλήρους διαφάνειας ως προς την χρηματοδότηση των οργανώσεων αυτών, έχει προειδοποιήσει και ο διεθνής διακυβερνητικός οργανισμός που είναι αρμόδιος για να καταπολεμήσει το ξέπλυμα χρήματος (Financial Action Task Force). Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης, που άρχισε να ελέγχεται πρόσφατα (Μάιος 2019) από τις ελληνικές αρχές έπειτα από καταγγελία ξένων αρχών. Η εν λόγω οργάνωση είχε αναπτύξει υπερδεκαετή δράση πάνω στο μεταναστευτικό, και απορροφούσε μάλιστα κονδύλια από τα Υπουργεία Δημόσιας Τάξης και Μεταναστευτικής Πολιτικής. Σύμφωνα με τα στοιχεία της καταγγελίας, η συγκεκριμένη ΜΚΟ είχε από το 2011 έως και το 2018 ακαθάριστα έσοδα ύψους 23,13 εκατ.€ και επιχορηγήσεις ύψους 9,7 εκ. €, ενώ βρέθηκε να έχει λάβει σημαντική οικονομική ενίσχυση από fund Σαουδαραβικών συμφερόντων που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα.
Το οικονομικό αποτύπωμα των μη κυβερνητικών οργανώσεων στην ελληνική κοινωνία αυξάνει διαρκώς, δοσμένης της κρίσης και της συρρίκνωσης στην οποία υπόκεινται και άλλοι κλάδοι, ιδίως στις περιοχές που επιβαρύνονται περισσότερο από τις μεταναστευτικές εισροές. Εκεί, η αρνητική σχέση που διέπει τους κλάδους της φιλοξενίας των μεταναστών με τον τουρισμό, διαμορφώνει συνθήκες «μονοκαλλιέργειας» των ανθρωπιστικών δραστηριοτήτων μεταβάλλοντας έτσι τόπους με μια πολύμορφη οικονομία, σε χώρους που ασκούν κατ’ αποκλειστικότητα δραστηριότητες φύλαξης, φιλοξενίας και διαχείρισης των πληθυσμιακών ροών. Βλέπουμε έτσι το πώς «η μεταβολή της χώρας σε χώρο», είναι κάτι παραπάνω από ένα εύληπτο σχήμα λόγου, και αποτυπώνει ανάγλυφα την πραγματικότητα.
Ενδεικτικοί ως προς αυτό, είναι και οι τίτλοι και το περιεχόμενο άρθρων που θα δημοσιεύσει η εφημερίδα Εμπρός της Μυτιλήνης, μεταξύ του Δεκεμβρίου 2015 και του Ιανουαρίου 2016: «Οι ΜΚΟ ανάχωμα στην ανεργία», «Οι ΜΚΟ συνεχίζουν να δημιουργούν θέσεις εργασίας» (15/01/2019). Στο δεύτερο άρθρο, συζητείται το ενδεχόμενο πλήγμα που θα δεχθεί η Λέσβος στον τουρισμό ενόψει της επικείμενης σεζόν, και το άρθρο της εφημερίδας σημειώνει: «Ο μεγάλος κίνδυνος είναι η απώλεια θέσεων εργασίας από τα ξενοδοχεία, τα εστιατόρια, τις ταβέρνες και γενικότερα τα καταστήματα μαζικής εστίασης, που δουλεύουν κυρίως με ξένους τουρίστες και που δε θα λειτουργήσουν ή θα υπολειτουργήσουν τη νέα τουριστική περίοδο που ξεκινάει σε τρεις περίπου μήνες, δηλαδή κατά το Πάσχα. [ ] Ως αντιστάθμισμα αυτής της τάσης θα μπορούσε να λειτουργήσει η ενοικίαση ξενοδοχείων για την προσωρινή φιλοξενία προσφύγων και μελών ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στα νησιά».
Η δημιουργία ενός εγχώριου πληθυσμού, εξαρτώμενου από τις ΜΚΟ και τις μεταναστευτικές χρηματοδοτήσεις, είναι σε γνώση της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας, και των δυο μεγάλων κομμάτων: Η Τασία Χριστοδουλοπούλου, υπουργός μεταναστευτικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ κατά την περίοδο της κρίσης του 2015, παροτρύνει με απίστευτη κυνικότητα, τους δημοσιογράφους «να βοηθήσουν την κατάσταση»: «να αρχίσετε να τους αποκαλείτε πρόσφυγες γιατί αν μιλάτε για μετανάστες ή λαθρομετανάστες η ΕΕ δεν θα εγκρίνει κονδύλια». Πιο πρόσφατα και ο υποστηριζόμενος από την Νέα Δημοκρατία περιφερειάρχης Θεσσαλίας και πρόεδρος της Ένωσης Περιφερειών Ελλάδας Κώστας Αγοραστός, θα δηλώσει ότι «το προσφυγικό είναι ευκαιρία διεκδίκησης κονδυλίων και (sic!) για την κοινωνική πρόνοια των Ελλήνων».
Τα φαινόμενα διασπάθισης των κονδυλίων που δίνονται επί του προσφυγικού και του μεταναστευτικού είναι γνωστά, και η δημοσιοποίησή τους έχει λάβει διεθνείς διαστάσεις. Οι καταγγελίες ερευνώνται ακόμα και από την OLAF, την ειδική υπηρεσία της Ε.Ε. για την διαφθορά, ενώ αποτελεί κοινό μυστικό ότι η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ διοχέτευε αρκετούς από τους πόρους και για πελατειακούς σκοπούς, ή προς ενίσχυση των φίλιων διαπλεκόμενων συμφερόντων.
Δεν είναι λίγες οι φορές που η κρατική με την μη κρατική πολιτική για τη μετανάστευση δεν συμβαδίζει: H δράση των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, ιδίως εκείνη που σχετίζεται με την ανθρωπιστική συνδρομή στην παράνομη μετανάστευση, έρχεται σε σύγκρουση με τις προσπάθειες των κρατών να την αντιμετωπίσουν, μέσα από την συστηματικότερη φύλαξη των συνόρων τους, ή την ενίσχυση των μηχανισμών καταπολέμησης της διακίνησης ανθρώπων. Σε έκθεση της Resoma, οργανισμού για την μετανάστευση και το άσυλο που χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αναφέρεται ότι η αυστηροποίηση της ευρωπαϊκής πολιτικής σε σχέση με την φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της Ευρώπης, ευθύνεται για την κάμψη της δραστηριότητας ανθρωπιστικών οργανώσεων που παρεμβαίνουν στο ίδιο πεδίο.
Ένα παραστατικό παράδειγμα: Η Ιταλική εφημερίδα Il Giornale, κατήγγειλε πρόσφατα τον βίο και την πολιτεία ορισμένων μεταναστών, τους οποίους παρέλαβε από βάρκες που έπλεαν στα ανοιχτά της Λιβύης το Sea Watch της Καρόλα Ρακέτε, κατά το διάσημο πλέον επεισόδιο που είχε με τις ιταλικές αρχές τον Ιούνιο του 2019. Σύμφωνα με την καταγγελία, τρεις από τους 40 συνολικά επιβαίνοντες, κρατήθηκαν από την ιταλική αστυνομία καθώς φέρονται να συμμετέχουν σε κύκλωμα δουλεμπόρων που κρατούσε παράνομα και βασάνιζε μετανάστες σε στρατόπεδο της Λιβύης. Οι εκπρόσωποι, μάλιστα, της ΜΚΟ δήλωσαν για τις καταγγελίες ότι δεν αποκλείουν το γεγονός, καθώς δεν γνωρίζουν την ταυτότητα των ανθρώπων που διασώζουν. Μια δήλωση, που ισοδυναμεί με σιωπηρή παραδοχή ότι πολλές από τις δράσεις των οργανώσεων αυτό αν μη τι άλλο συντελούνται σε κενό «κράτους δικαίου».
Βρισκόμαστε επομένως στο εξής παράδοξο: Οι ανθρωπιστικοί μηχανισμοί, θεωρούν ως στόχους μιας ανώτερης ηθικής αποστολής την περαιτέρω επέκταση των χρηματοδοτήσεων, της δραστηριότητάς τους, του ρόλου που διαδραματίζουν. Την ίδια στιγμή όμως διαχειρίζονται ως κλάδος δισεκατομμύρια ευρώ, γεγονός που συνεπάγεται ιδιαίτερη οικονομική και κοινωνική ισχύ. Το αποτέλεσμα είναι ότι με άλλοθι την απόλυτη ηθική προτεραιότητα, αρκετές από τις οργανώσεις αυτές καταλήγουν να λειτουργούν ως «κράτος εν κράτει», υλοποιώντας την δική τους πολιτική, η οποία συχνά, μάλιστα, δεν είναι διόλου «μη κρατική». Πολλές ΜΚΟ χρηματοδοτούνται κρατικά και υλοποιούν τα γεωπολιτικά συμφέροντα του χρηματοδότη τους, ενώ είναι γνωστή η διείσδυση των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών στους κόλπους ορισμένων ΜΚΟ που δρουν στα ελληνικά νησιά –μέσα στο καθεστώς ασυδοσίας που επέτρεψε η ελληνική πολιτεία. Σύμφωνα με ρεπορτάζ, ένας μάλιστα εργαζόμενος σε ΜΚΟ στη Μυτιλήνη, αποκαλύφθηκε να έχει στήσει ολόκληρο σύστημα υποκλοπών.
Οι ΜΚΟ, επομένως, αποτελούν έναν παράγοντα που όχι μόνον διευκολύνουν την κλιμάκωση του μεταναστευτικού φαινομένου, αλλά και που πολύ συχνά το πράττουν κρύβοντας πίσω από την επίκληση ανώτερων ηθικών αξιών, πολύ συγκεκριμένα γεωπολιτικά σχέδια τα οποία επενδύουν στην μετακίνηση πληθυσμών. Λειτουργούν δε συμπληρωματικά ως προς την δραστηριότητα των δουλεμπόρων, μιας και για την δική τους δράση, είναι αδιάφορο το με ποιες διαδικασίες καταλήγουν οι άνθρωποι που μεταχειρίζονται στα χέρια τους. Καταλήγουν έτσι να αποτελούν τον επόμενό τους κρίκο στην αλυσίδα της μετακίνησης πληθυσμών
Εν κατακλείδι
Οι προαναφερόμενοι παράγοντες δρουν στο παρασκήνιο των μεταναστευτικών ροών. Τις προετοιμάζουν, διευκολύνουν την υποδοχή τους στην Ευρώπη, οργανώνουν μετά την άφιξή τους τα δίκτυα συναλλαγών με τις χώρες αφετηρίας. Όπως η πλανητική ελευθερία κυκλοφορίας κεφαλαίων, διαθέτει την δική της «οργανωτική οικονομία» ώστε να υλοποιηθεί, με φορείς από χρηματιστές μέχρι παγκόσμια τραπεζικά δίκτυα, το ίδιο συμβαίνει και με την οιωνεί ‘ελεύθερη’, παγκόσμια κυκλοφορία των ανθρώπων. Επειδή δε τα περισσότερα από αυτά τα δίκτυα της ‘οργανωτικής οικονομίας’ του μεταναστευτικού είναι άτυπα, ή υποκαθιστούν ανοιχτά τις κρατικές μεταναστευτικές πολιτικές, όσο πιο οργανωμένη, συμπαγής και σαφής είναι η τελευταία, τόσο πιο πολύ εξασθενούν τα δίκτυα αυτά, πράγμα που συμβάλλει στο να αποκατασταθεί ο πολιτικός έλεγχος πάνω στο μεταναστευτικό φαινόμενο.
Γιατί είναι σαφές πως ο τελευταίος έχει διαφύγει από τα χέρια των κοινωνιών, που έμμεσα δια των κυβερνήσεων εξέφραζαν και υλοποιούσαν την βούλησή τους για το πόσο ανοιχτή ή κλειστή θα είναι μια κοινωνία απέναντι σε ένα φαινόμενο που αντιπροσωπεύει την μεγαλύτερη σε αριθμούς μετακίνηση πληθυσμών στην ανθρώπινη ιστορία.
Αυτό στην εποχή της ασύδοτης παγκοσμιοποίησης καθορίζεται ολοένα και πιο εντονότερα από «τρίτους παράγοντες», η δράση των οποίων είναι άκρως σημαντική για να κατανοήσουμε το γιατί η μετανάστευση διατηρεί τέτοια δυναμική στην εποχή μας.
Ιδίως στην Ελλάδα όπου λόγω κάμψης της κυριαρχίας και του αυτοδιοίκητου που χαρακτηρίζει την ελληνική πολιτεία από το ξέσπασμα της κρίσης κι έπειτα, με αποκορύφωμα τα τελευταία χρόνια πολιτείας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η δράση όλων αυτών των προαναφερόμενων παραγόντων, τόσο στα νησιά του Αιγαίου όσο και στην ενδοχώρα έχει κλιμακωθεί σε βαθμό άνευ προηγουμένου.
Αν επιθυμεί η κυβέρνηση της ΝΔ να ελέγξει την κατάσταση, με τρόπο που θα διαφοροποιείται από την καταστροφική πολιτική της προηγούμενης, αυτά είναι τα δίκτυα τα οποία θα πρέπει να διαλευκάνει και να ελέγξει. Είναι ένας έμμεσος, αλλά αποφασιστικός παράγοντας αποτροπής για την περαιτέρω είσοδο πληθυσμών στην χώρα, ωστόσο η κυβέρνηση προτιμάει να θέτει σε δεύτερη μοίρα την αντιμετώπισή τους –αν δεν έχει αποδεχτεί τη λειτουργία τους, όπως συμβαίνει με το καθεστώς ασυδοσίας που δρουν οι ΜΚΟ…
*Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Άρδην, τεύχος 116. Αύγουστος – Οκτώβριος 2019.
Δρ. Γιώργος Ρακκάς
huffingtonpost.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου