Με «βόμβα» έτοιμη να εκραγεί προσιδιάζει το δημόσιο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, καθώς η διαχρονική ανικανότητα των κυβερνώντων έχει ως συνέπεια, αντί να λύνονται τα προβλήματα, αυτά να διογκώνονται.
Παρά το γεγονός ότι, από το 2010 και έπειτα, οι συνταξιούχοι έχουν χάσει περίπου 90 δισεκατομμύρια ευρώ λόγω των μνημονιακών νόμων που συσσωρεύουν περικοπές, η γραφειοκρατία, η κακή και ενίοτε αντισυνταγματική νομοθέτηση και η διοικητική ανεπάρκεια έχουν ως συνέπεια αυτή τη στιγμή να οφείλονται περίπου 5,6 δισεκατομμύρια ευρώ στους συνταξιούχους.
Οι οφειλές αυτές προέρχονται από δικαστικές αποφάσεις που κρίνουν περικοπές παράνομες (3,1 δισ. ευρώ), την ορθή εφαρμογή των ψηφισμένων νόμων 4387 και 4670 (1,2 δισ. ευρώ) και το τεράστιο κόστος εκκαθάρισης των εκκρεμών αιτήσεων συνταξιοδότησης, το οποίο σκόπιμα η κυβέρνηση υποεκτιμά.
Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες της «κυριακάτικης δημοκρατίας», το πραγματικό κόστος για τις εκκρεμείς κύριες συντάξεις δεν είναι 400.000.000 ευρώ, όπως υποστηρίζει το Υπουργείο Εργασίας, αλλά υπερδιπλάσιο, σχεδόν 1 δισ. ευρώ. Ενώ, αν προστεθούν και οι επικουρικές, το συνολικό κονδύλι που απαιτείται φτάνει τα 1,3 δισ. ευρώ.
Υπό αυτό το πρίσμα, η άρνηση των θεσμών να συμφωνήσουν στο νέο επικουρικό σύστημα ήταν περίπου αυτονόητη και αναμενόμενη, καθώς επιβαρύνει το Δημόσιο με ένα υπέρογκο ποσό που, σύμφωνα με την αναλογιστική μελέτη που συνοδεύει το σχέδιο νόμου που τέθηκε σε διαβούλευση, φτάνει τα 78 δισεκατομμύρια ευρώ, όταν το 1ο (και μεγαλύτερο) Μνημόνιο είχε ανέλθει σε 80 δισεκατομμύρια ευρώ.
Την ίδια στιγμή, ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Κωστής Χατζηδάκης έχει επιδοθεί στο σαφάρι του… κλιματιστικού, καθώς συνεχίζει τις απροειδοποίητες επισκέψεις σε υποκαταστήματα του ΕΦΚΑ. Δείχνει, έτσι, ότι ασχολείται με θλιβερά και ήσσονος σημασίας ζητήματα, και ενώ η «βόμβα» είναι έτοιμη να εκραγεί στα χέρια του.
Η απόφαση του ΣτΕ για τις μνημονιακές περικοπές
Εντός των επόμενων ημερών αναμένεται να εκδοθεί (με καθυστέρηση και αυτή), η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για την τύχη αναδρομικών σχεδόν 2,6 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Πρόκειται για την προσφυγή που κατέθεσαν τον περασμένο Ιανουάριο το Ενιαίο Δίκτυο Συνταξιούχων και άλλες συνταξιουχικές οργανώσεις κατά των υπουργικών αποφάσεων που ακολούθησαν τους αντίστοιχους νόμους της κυβέρνησης Μητσοτάκη για την επιστροφή αναδρομικών για μνημονιακούς νόμους του 2012.
Καθώς το ΣτΕ έκρινε, τον Απρίλιο του 2020, ότι θα πρέπει να επιστραφούν αναδρομικά για τις περικοπές για το διάστημα Ιούνιος 2015 – Μάιος 2016, η κυβέρνηση αποφάσισε να ερμηνεύσει αυθαίρετα και κατά το δοκούν την απόφαση αυτή.
Έτσι, «έκρινε» ότι τα αναδρομικά αφορούσαν μόνο τις περικοπές στις κύριες συντάξεις και τα επέστρεψε σταδιακά από το φθινόπωρο του 2020 έως την περασμένη άνοιξη (για τους κληρονόμους θανόντων συνταξιούχων).
Με αυτό το «τρικ», αντί να επιστρέψει αναδρομικά σχεδόν 4 δισ. ευρώ, έδωσε πίσω περίπου 1,4 δισεκατομμύρια. Όπως ήταν αναμενόμενο, ακολούθησε η νέα προσφυγή που προαναφέραμε.
Εφόσον επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις και ευδοκιμήσει, θα αποτελέσει ένα σφοδρό πολιτικό ράπισμα για την κυβέρνηση και τις μεθοδεύσεις της, αλλά και ένα μεγάλο δημοσιονομικό αγκάθι, καθώς το ΕΝΔΙΣΥ και οι λοιποί προσφεύγοντες ζητούν να επιστραφούν στο σύνολο των συνταξιούχων του 2015, περίπου 2.600.000 άτομα, και των κληρονόμων τους, 723.000.000 για τα αναδρομικά των επικουρικών συντάξεων και 1,875 δισ. ευρώ για τα δώρα δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, κύριων και επικουρικών συντάξεων.
Εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης: Οι λαθροχειρίες συνεχίζονται
Το σοβαρότερο πρόβλημα του δημόσιου ασφαλιστικού συστήματος την τελευταία δεκαετία είναι αναμφίβολα οι εκκρεμείς συντάξεις.
Η ανικανότητα των κυβερνώντων σε συνδυασμό με τις μνημονιακές δεσμεύσεις για δραστική μείωση του προσωπικού, είχε ως αποτέλεσμα να συσσωρευθούν εκατοντάδες χιλιάδες εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης, με την καθυστέρηση μέχρι την έκδοση των οριστικών αποφάσεων να φτάνει σε ορισμένες περιπτώσεις, για όσους «άτυχους» είχαν διαδοχική ασφάλιση σε περισσότερα του ενός Ταμεία, έως και τα 5 χρόνια.
Η άθλια αυτή κατάσταση είχε, μεταξύ άλλων, ως συνέπεια οι δανειστές να ζητούν ακόμη μεγαλύτερες περικοπές στις συντάξεις, μέχρις ότου έγινε μια πρώτη συστηματική προσπάθεια από το 2018 και έπειτα ώστε αυτές να μειωθούν.
Και πάλι, όμως, καθώς το προσωπικό σε ΕΦΚΑ (για τις κύριες) και ΕΤΕΑΠ (για τις επικουρικές) συνεχώς μειωνόταν, οι εκκρεμότητες παρέμειναν σε δυσθεώρητα ύψη.
Ενδεικτικά, οι εκκρεμείς κύριες συντάξεις ήταν 117.344 τον Ιανουάριο του 2019 και πήραν εκ νέου την ανιούσα, για να φτάσουν τις 178.327 τον Σεπτέμβριο του 2020.
Παρά τις επικοινωνιακές πομφόλυγες του τέως υπουργού Εργασίας Γιάννη Βρούτση, το πρόβλημα επί της δικής του θητείας, αντί να λυθεί, επιδεινώθηκε δραματικά.
Σε συνδυασμό με το γεγονός ότι εξέθεσε προσωπικά τον ίδιο τον πρωθυπουργό με μια αλήστου μνήμης φιέστα το περασμένο καλοκαίρι, όπου υποτίθεται ότι εκκινούσε η διαδικασία των ψηφιακών συντάξεων, η διόγκωση των εκκρεμών συντάξεων είναι ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους αποπέμφθηκε από το Υπουργείο Εργασίας.
Ο διάδοχός του από τον περασμένο Ιανουάριο Κωστής Χατζηδάκης αρέσκεται το τελευταίο διάστημα να ασχολείται επισταμένως με τα… χαλασμένα airconditions.
Στον «ελεύθερό» του χρόνο εξαγγέλλει σειρά μέτρων για να ξεμπλοκάρει τη διαδικασία έκδοσης των συντάξεων. Μεταξύ αυτών είναι η εκχώρηση της διαδικασίας σε πιστοποιημένους ιδιώτες δικηγόρους και λογιστές, οι οποίοι όμως δεν αναμένεται να ξεκινήσουν πριν από τον Σεπτέμβριο.
Ωστόσο, η ουσία του προβλήματος παραμένει, καθώς, σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία, οι εκκρεμείς κύριες συντάξεις ξεπερνούν τις 150.000 (συμπεριλαμβανομένων των διεθνών και των λεγόμενων «ανελαστικών» συντάξεων).
Χρησιμοποιώντας διάφορα «κόλπα», το Υπουργείο Εργασίας συστηματικά υποτιμά το πραγματικό κόστος για την αποπληρωμή τους, καθώς ανακοινώνει ότι το υπολογίζει σε κάτι παραπάνω από 400.000.000.
Όμως, έμπειρα στελέχη της κοινωνικής ασφάλισης εξηγούν στην «κυριακάτικη δημοκρατία» ότι το πραγματικό κόστος εκκαθάρισης προσεγγίζει το 1 δισεκατομμύριο ευρώ, λαμβάνοντας υπόψη τα ποσά που καταβάλλονται κάθε μήνα με την έκδοση οριστικών αποφάσεων στους νέους συνταξιούχους.
Εκκρεμείς επικουρικές
Εξίσου μεγάλο είναι το κόστος εκκαθάρισης των εκκρεμών επικουρικών συντάξεων, για τις οποίες, σημειωτέον, το υπουργείο Εργασίας αρνείται και δεν έχει δημοσιεύσει στοιχεία. Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες, οι εκκρεμείς επικουρικές συντάξεις ήταν 125.547 στις 30 Ιουνίου 2021 και το πραγματικό κόστος εκκαθάρισής τους ανέρχεται σε 320.000.000 ευρώ.
Επομένως, το κόστος για την εκκαθάριση των εκκρεμών κύριων και επικουρικών συντάξεων προσεγγίζει τα 1,5 δισ. ευρώ, χωρίς μάλιστα να συμπεριλαμβάνονται τα μερίσματα και τα εφάπαξ!
Παράλληλη ασφάλιση νόμου Κατρούγκαλου
Μία από τις ελάχιστες θετικές διατάξεις του διαβόητου νόμου Κατρούγκαλου (ν. 4387/2016) ήταν η πρόβλεψη για την προσαύξηση των συντάξεων όσων είχαν παράλληλη ασφάλιση.
Ωστόσο, ούτε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ που τη νομοθέτησε ούτε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας (που συμπλήρωσε δύο χρόνια στην εξουσία) την έχει εφαρμόσει.
Το αποτέλεσμα είναι εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχοι, που πλήρωναν επί δεκαετίες πολύ μεγαλύτερες εισφορές, να μη βλέπουν κανένα ουσιαστικό αντίκρισμα στο ύψος των συντάξεών τους.
Καθώς η ισχύς του νόμου Κατρούγκαλου ξεκίνησε τον Μάιο του 2016, έχουν συμπληρωθεί 5 χρόνια και τα ποσά που έχουν συσσωρευθεί όσο και οι δικαιούχοι είναι πλέον νούμερα που… ζαλίζουν.
Σύμφωνα με τις καταγγελίες του Ενιαίου Δικτύου Συνταξιούχων, οι δικαιούχοι ανέρχονται σε 80.000 και το ποσό που οφείλεται σήμερα έχει διαμορφωθεί σε περίπου 800.000.000 ευρώ, ενώ το μηναίο ποσό που παρανόμως παρακρατείται φτάνει σε ορισμένες περιπτώσεις τα 500 ευρώ.
Προς τούτο, έχει απευθυνθεί πολλάκις τόσο στις πολιτικές ηγεσίες του υπουργείου Εργασίας όσο και σε διαδοχικές διοικήσεις του ΕΦΚΑ, ενώ το… τελευταίο επεισόδιο ήταν το αίτημα του ΕΝΔΙΣΥ για συνάντηση με τον νεοδιόριστο διοικητή κ. Δουφεξή, ο οποίος απάντησε ότι θα τους δει τον Σεπτέμβριο, με αποτέλεσμα να απειλούν πλέον ανοιχτά με νομικές προσφυγές και για αυτό το ζήτημα.
Ο λάθος επανυπολογισμός συντάξεων
Οι διατάξεις του νόμου Κατρούγκαλου όριζαν επίσης ότι, όπου διαπιστώνεται αρνητική προσωπική διαφορά, δηλαδή οι καταβαλλόμενες συντάξεις για όσους βγήκαν στη σύνταξη πριν από τον Μάιο του 2016 είναι χαμηλότερες από όσους βγήκαν ύστερα από αυτή την ημερομηνία, θα πρέπει αυτή να «ισοφαριστεί» μέσω αυξήσεων σε πέντε ετήσιες δόσεις.
Όμως, όπως προκύπτει από τις επεξεργασίες του ΕΝΔΙΣΥ με βάση ενημερωτικά σημειώματα συνταξιούχων, σε περίπου 600.000 συνταξιούχους ο επανυπολογισμός αυτός, που υποτίθεται ότι ολοκληρώθηκε το 2019, είτε δεν έγινε καθόλου είτε είναι λανθασμένος.
Η συνέπεια είναι τεράστιες απώλειες για τους συνταξιούχους και άλλη μία δημοσιονομική «βόμβα» που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση, είτε το θέλει είτε όχι, καθώς το πρόβλημα δεν μπορεί να «θαφτεί» για πολύ καιρό ακόμη.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς, κάθε μήνα που περνά προστίθεται μία οφειλή προς τους συνταξιούχους αυτούς, που ανέρχεται σε 9.600.000 ευρώ, ενώ έως το 2023, οπότε θα έπρεπε να ολοκληρωθεί βάσει του νόμου η χορήγηση των αυξήσεων σε πέντε δόσεις, το συνολικό ποσό θα φτάσει τα 576.000.000! Ενδεικτικά, έως και αυτόν τον μήνα, Ιούλιο του 2021, οφείλονται 297.200.000 ευρώ.
Η απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου
Σε αυτόν τον κυκεώνα προβλημάτων ήρθε να προστεθεί η νέα απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου που εκδόθηκε τον περασμένο Απρίλιο και έκρινε αντισυνταγματική την παρακράτηση της εισφοράς αλληλεγγύης (ΕΑΣ) από τις συντάξεις των συνταξιούχων του Δημοσίου (πολιτικοί συνταξιούχοι, απόστρατοι, καθώς και συνταξιούχοι άλλων ειδικών μισθολογίων, όπως πανεπιστημιακοί, δικαστές, γιατροί του ΕΣΥ, κ.ά.).
Η ΕΑΣ θεσμοθετήκε το 2010 και το κόστος αποπληρωμής των αναδρομικών σε εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους εκτιμάται σε 500.000.000 ευρώ, με το οικονομικό επιτελείο μέχρι στιγμής να παριστάνει το… κορόιδο, καθώς αρνείται να προβεί σε οποιαδήποτε δημόσια τοποθέτηση μέχρι η απόφαση να καθαρογραφεί.
Εφαρμογή ν. 4670 με λάθος στοιχεία
Ως το πιο σύντομο ανέκδοτο φαντάζει πια η εφαρμογή των θετικών διατάξεων του νόμου 4670, που ψηφίστηκε τον Φεβρουάριο του 2020 επί υπουργίας Γιάννη Βρούτση. Καθώς το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε ότι τα ποσοστά αναπλήρωσης του νόμου Κατρούγκαλου είναι χαμηλά, διέταξε την αύξησή τους εντός έξι μηνών.
Και πάλι ενεργώντας αυθαίρετα, η κυβέρνηση αποφάσισε να εφαρμόσει κατά το δοκούν την απόφαση, αυξάνοντας τα ποσοστά αναπλήρωσης, μόνο όμως για όσους έχουν ασφάλιση άνω των 30 ετών.
Το πλέον εξοργιστικό είναι ότι, αν και η απόφαση του ΣτΕ εκδόθηκε πριν από σχεδόν δύο χρόνια, ακόμη ο ψηφισμένος νόμος δεν έχει εφαρμοστεί στην ολότητά του, αλλά αποσπασματικά και ασθμαίνοντας, με το συνολικό κόστος για τα αναδρομικά να εκτιμάται σε 120.000.000 ευρώ.
Ωστόσο, θα πρέπει να θεωρούνται σίγουρες και νέες προσφυγές μετά την υλοποίηση των αυξήσεων. καθώς, αφού είναι λάθος ο πρώτος επανυπολογισμός των συντάξεων, λόγω του νόμου Κατρούγκαλου, οι συντάξεις που θα προκύψουν από τον δεύτερο επανυπολογισμό θα είναι και αυτές σημαντικά μειωμένες.
Μέχρι στιγμής, αυξήσεις είδαν τον περασμένο μήνα μόλις 10.000 συνταξιούχοι του Δημοσίου που είχαν υποβάλει αίτηση πριν από τον Μάιο του 2016, δεν έχουν λάβει όμως ακόμη τα αναδρομικά που δικαιούνται.
Σύμφωνα με το νέο χρονοδιάγραμμα (που έχει ήδη αλλάξει περίπου 10 φορές), η διαδικασία καταβολής των αυξήσεων και των αναδρομικών για το σύνολο των δικαιούχων συνταξιούχων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα αναμένεται να ολοκληρωθεί το νωρίτερο τον Σεπτέμβριο.
Παρά το γεγονός ότι, από το 2010 και έπειτα, οι συνταξιούχοι έχουν χάσει περίπου 90 δισεκατομμύρια ευρώ λόγω των μνημονιακών νόμων που συσσωρεύουν περικοπές, η γραφειοκρατία, η κακή και ενίοτε αντισυνταγματική νομοθέτηση και η διοικητική ανεπάρκεια έχουν ως συνέπεια αυτή τη στιγμή να οφείλονται περίπου 5,6 δισεκατομμύρια ευρώ στους συνταξιούχους.
Οι οφειλές αυτές προέρχονται από δικαστικές αποφάσεις που κρίνουν περικοπές παράνομες (3,1 δισ. ευρώ), την ορθή εφαρμογή των ψηφισμένων νόμων 4387 και 4670 (1,2 δισ. ευρώ) και το τεράστιο κόστος εκκαθάρισης των εκκρεμών αιτήσεων συνταξιοδότησης, το οποίο σκόπιμα η κυβέρνηση υποεκτιμά.
Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες της «κυριακάτικης δημοκρατίας», το πραγματικό κόστος για τις εκκρεμείς κύριες συντάξεις δεν είναι 400.000.000 ευρώ, όπως υποστηρίζει το Υπουργείο Εργασίας, αλλά υπερδιπλάσιο, σχεδόν 1 δισ. ευρώ. Ενώ, αν προστεθούν και οι επικουρικές, το συνολικό κονδύλι που απαιτείται φτάνει τα 1,3 δισ. ευρώ.
Υπό αυτό το πρίσμα, η άρνηση των θεσμών να συμφωνήσουν στο νέο επικουρικό σύστημα ήταν περίπου αυτονόητη και αναμενόμενη, καθώς επιβαρύνει το Δημόσιο με ένα υπέρογκο ποσό που, σύμφωνα με την αναλογιστική μελέτη που συνοδεύει το σχέδιο νόμου που τέθηκε σε διαβούλευση, φτάνει τα 78 δισεκατομμύρια ευρώ, όταν το 1ο (και μεγαλύτερο) Μνημόνιο είχε ανέλθει σε 80 δισεκατομμύρια ευρώ.
Την ίδια στιγμή, ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Κωστής Χατζηδάκης έχει επιδοθεί στο σαφάρι του… κλιματιστικού, καθώς συνεχίζει τις απροειδοποίητες επισκέψεις σε υποκαταστήματα του ΕΦΚΑ. Δείχνει, έτσι, ότι ασχολείται με θλιβερά και ήσσονος σημασίας ζητήματα, και ενώ η «βόμβα» είναι έτοιμη να εκραγεί στα χέρια του.
Η απόφαση του ΣτΕ για τις μνημονιακές περικοπές
Εντός των επόμενων ημερών αναμένεται να εκδοθεί (με καθυστέρηση και αυτή), η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για την τύχη αναδρομικών σχεδόν 2,6 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Πρόκειται για την προσφυγή που κατέθεσαν τον περασμένο Ιανουάριο το Ενιαίο Δίκτυο Συνταξιούχων και άλλες συνταξιουχικές οργανώσεις κατά των υπουργικών αποφάσεων που ακολούθησαν τους αντίστοιχους νόμους της κυβέρνησης Μητσοτάκη για την επιστροφή αναδρομικών για μνημονιακούς νόμους του 2012.
Καθώς το ΣτΕ έκρινε, τον Απρίλιο του 2020, ότι θα πρέπει να επιστραφούν αναδρομικά για τις περικοπές για το διάστημα Ιούνιος 2015 – Μάιος 2016, η κυβέρνηση αποφάσισε να ερμηνεύσει αυθαίρετα και κατά το δοκούν την απόφαση αυτή.
Έτσι, «έκρινε» ότι τα αναδρομικά αφορούσαν μόνο τις περικοπές στις κύριες συντάξεις και τα επέστρεψε σταδιακά από το φθινόπωρο του 2020 έως την περασμένη άνοιξη (για τους κληρονόμους θανόντων συνταξιούχων).
Με αυτό το «τρικ», αντί να επιστρέψει αναδρομικά σχεδόν 4 δισ. ευρώ, έδωσε πίσω περίπου 1,4 δισεκατομμύρια. Όπως ήταν αναμενόμενο, ακολούθησε η νέα προσφυγή που προαναφέραμε.
Εφόσον επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις και ευδοκιμήσει, θα αποτελέσει ένα σφοδρό πολιτικό ράπισμα για την κυβέρνηση και τις μεθοδεύσεις της, αλλά και ένα μεγάλο δημοσιονομικό αγκάθι, καθώς το ΕΝΔΙΣΥ και οι λοιποί προσφεύγοντες ζητούν να επιστραφούν στο σύνολο των συνταξιούχων του 2015, περίπου 2.600.000 άτομα, και των κληρονόμων τους, 723.000.000 για τα αναδρομικά των επικουρικών συντάξεων και 1,875 δισ. ευρώ για τα δώρα δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, κύριων και επικουρικών συντάξεων.
Εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης: Οι λαθροχειρίες συνεχίζονται
Το σοβαρότερο πρόβλημα του δημόσιου ασφαλιστικού συστήματος την τελευταία δεκαετία είναι αναμφίβολα οι εκκρεμείς συντάξεις.
Η ανικανότητα των κυβερνώντων σε συνδυασμό με τις μνημονιακές δεσμεύσεις για δραστική μείωση του προσωπικού, είχε ως αποτέλεσμα να συσσωρευθούν εκατοντάδες χιλιάδες εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης, με την καθυστέρηση μέχρι την έκδοση των οριστικών αποφάσεων να φτάνει σε ορισμένες περιπτώσεις, για όσους «άτυχους» είχαν διαδοχική ασφάλιση σε περισσότερα του ενός Ταμεία, έως και τα 5 χρόνια.
Η άθλια αυτή κατάσταση είχε, μεταξύ άλλων, ως συνέπεια οι δανειστές να ζητούν ακόμη μεγαλύτερες περικοπές στις συντάξεις, μέχρις ότου έγινε μια πρώτη συστηματική προσπάθεια από το 2018 και έπειτα ώστε αυτές να μειωθούν.
Και πάλι, όμως, καθώς το προσωπικό σε ΕΦΚΑ (για τις κύριες) και ΕΤΕΑΠ (για τις επικουρικές) συνεχώς μειωνόταν, οι εκκρεμότητες παρέμειναν σε δυσθεώρητα ύψη.
Ενδεικτικά, οι εκκρεμείς κύριες συντάξεις ήταν 117.344 τον Ιανουάριο του 2019 και πήραν εκ νέου την ανιούσα, για να φτάσουν τις 178.327 τον Σεπτέμβριο του 2020.
Παρά τις επικοινωνιακές πομφόλυγες του τέως υπουργού Εργασίας Γιάννη Βρούτση, το πρόβλημα επί της δικής του θητείας, αντί να λυθεί, επιδεινώθηκε δραματικά.
Σε συνδυασμό με το γεγονός ότι εξέθεσε προσωπικά τον ίδιο τον πρωθυπουργό με μια αλήστου μνήμης φιέστα το περασμένο καλοκαίρι, όπου υποτίθεται ότι εκκινούσε η διαδικασία των ψηφιακών συντάξεων, η διόγκωση των εκκρεμών συντάξεων είναι ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους αποπέμφθηκε από το Υπουργείο Εργασίας.
Ο διάδοχός του από τον περασμένο Ιανουάριο Κωστής Χατζηδάκης αρέσκεται το τελευταίο διάστημα να ασχολείται επισταμένως με τα… χαλασμένα airconditions.
Στον «ελεύθερό» του χρόνο εξαγγέλλει σειρά μέτρων για να ξεμπλοκάρει τη διαδικασία έκδοσης των συντάξεων. Μεταξύ αυτών είναι η εκχώρηση της διαδικασίας σε πιστοποιημένους ιδιώτες δικηγόρους και λογιστές, οι οποίοι όμως δεν αναμένεται να ξεκινήσουν πριν από τον Σεπτέμβριο.
Ωστόσο, η ουσία του προβλήματος παραμένει, καθώς, σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία, οι εκκρεμείς κύριες συντάξεις ξεπερνούν τις 150.000 (συμπεριλαμβανομένων των διεθνών και των λεγόμενων «ανελαστικών» συντάξεων).
Χρησιμοποιώντας διάφορα «κόλπα», το Υπουργείο Εργασίας συστηματικά υποτιμά το πραγματικό κόστος για την αποπληρωμή τους, καθώς ανακοινώνει ότι το υπολογίζει σε κάτι παραπάνω από 400.000.000.
Όμως, έμπειρα στελέχη της κοινωνικής ασφάλισης εξηγούν στην «κυριακάτικη δημοκρατία» ότι το πραγματικό κόστος εκκαθάρισης προσεγγίζει το 1 δισεκατομμύριο ευρώ, λαμβάνοντας υπόψη τα ποσά που καταβάλλονται κάθε μήνα με την έκδοση οριστικών αποφάσεων στους νέους συνταξιούχους.
Εκκρεμείς επικουρικές
Εξίσου μεγάλο είναι το κόστος εκκαθάρισης των εκκρεμών επικουρικών συντάξεων, για τις οποίες, σημειωτέον, το υπουργείο Εργασίας αρνείται και δεν έχει δημοσιεύσει στοιχεία. Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες, οι εκκρεμείς επικουρικές συντάξεις ήταν 125.547 στις 30 Ιουνίου 2021 και το πραγματικό κόστος εκκαθάρισής τους ανέρχεται σε 320.000.000 ευρώ.
Επομένως, το κόστος για την εκκαθάριση των εκκρεμών κύριων και επικουρικών συντάξεων προσεγγίζει τα 1,5 δισ. ευρώ, χωρίς μάλιστα να συμπεριλαμβάνονται τα μερίσματα και τα εφάπαξ!
Παράλληλη ασφάλιση νόμου Κατρούγκαλου
Μία από τις ελάχιστες θετικές διατάξεις του διαβόητου νόμου Κατρούγκαλου (ν. 4387/2016) ήταν η πρόβλεψη για την προσαύξηση των συντάξεων όσων είχαν παράλληλη ασφάλιση.
Ωστόσο, ούτε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ που τη νομοθέτησε ούτε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας (που συμπλήρωσε δύο χρόνια στην εξουσία) την έχει εφαρμόσει.
Το αποτέλεσμα είναι εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχοι, που πλήρωναν επί δεκαετίες πολύ μεγαλύτερες εισφορές, να μη βλέπουν κανένα ουσιαστικό αντίκρισμα στο ύψος των συντάξεών τους.
Καθώς η ισχύς του νόμου Κατρούγκαλου ξεκίνησε τον Μάιο του 2016, έχουν συμπληρωθεί 5 χρόνια και τα ποσά που έχουν συσσωρευθεί όσο και οι δικαιούχοι είναι πλέον νούμερα που… ζαλίζουν.
Σύμφωνα με τις καταγγελίες του Ενιαίου Δικτύου Συνταξιούχων, οι δικαιούχοι ανέρχονται σε 80.000 και το ποσό που οφείλεται σήμερα έχει διαμορφωθεί σε περίπου 800.000.000 ευρώ, ενώ το μηναίο ποσό που παρανόμως παρακρατείται φτάνει σε ορισμένες περιπτώσεις τα 500 ευρώ.
Προς τούτο, έχει απευθυνθεί πολλάκις τόσο στις πολιτικές ηγεσίες του υπουργείου Εργασίας όσο και σε διαδοχικές διοικήσεις του ΕΦΚΑ, ενώ το… τελευταίο επεισόδιο ήταν το αίτημα του ΕΝΔΙΣΥ για συνάντηση με τον νεοδιόριστο διοικητή κ. Δουφεξή, ο οποίος απάντησε ότι θα τους δει τον Σεπτέμβριο, με αποτέλεσμα να απειλούν πλέον ανοιχτά με νομικές προσφυγές και για αυτό το ζήτημα.
Ο λάθος επανυπολογισμός συντάξεων
Οι διατάξεις του νόμου Κατρούγκαλου όριζαν επίσης ότι, όπου διαπιστώνεται αρνητική προσωπική διαφορά, δηλαδή οι καταβαλλόμενες συντάξεις για όσους βγήκαν στη σύνταξη πριν από τον Μάιο του 2016 είναι χαμηλότερες από όσους βγήκαν ύστερα από αυτή την ημερομηνία, θα πρέπει αυτή να «ισοφαριστεί» μέσω αυξήσεων σε πέντε ετήσιες δόσεις.
Όμως, όπως προκύπτει από τις επεξεργασίες του ΕΝΔΙΣΥ με βάση ενημερωτικά σημειώματα συνταξιούχων, σε περίπου 600.000 συνταξιούχους ο επανυπολογισμός αυτός, που υποτίθεται ότι ολοκληρώθηκε το 2019, είτε δεν έγινε καθόλου είτε είναι λανθασμένος.
Η συνέπεια είναι τεράστιες απώλειες για τους συνταξιούχους και άλλη μία δημοσιονομική «βόμβα» που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση, είτε το θέλει είτε όχι, καθώς το πρόβλημα δεν μπορεί να «θαφτεί» για πολύ καιρό ακόμη.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς, κάθε μήνα που περνά προστίθεται μία οφειλή προς τους συνταξιούχους αυτούς, που ανέρχεται σε 9.600.000 ευρώ, ενώ έως το 2023, οπότε θα έπρεπε να ολοκληρωθεί βάσει του νόμου η χορήγηση των αυξήσεων σε πέντε δόσεις, το συνολικό ποσό θα φτάσει τα 576.000.000! Ενδεικτικά, έως και αυτόν τον μήνα, Ιούλιο του 2021, οφείλονται 297.200.000 ευρώ.
Η απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου
Σε αυτόν τον κυκεώνα προβλημάτων ήρθε να προστεθεί η νέα απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου που εκδόθηκε τον περασμένο Απρίλιο και έκρινε αντισυνταγματική την παρακράτηση της εισφοράς αλληλεγγύης (ΕΑΣ) από τις συντάξεις των συνταξιούχων του Δημοσίου (πολιτικοί συνταξιούχοι, απόστρατοι, καθώς και συνταξιούχοι άλλων ειδικών μισθολογίων, όπως πανεπιστημιακοί, δικαστές, γιατροί του ΕΣΥ, κ.ά.).
Η ΕΑΣ θεσμοθετήκε το 2010 και το κόστος αποπληρωμής των αναδρομικών σε εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους εκτιμάται σε 500.000.000 ευρώ, με το οικονομικό επιτελείο μέχρι στιγμής να παριστάνει το… κορόιδο, καθώς αρνείται να προβεί σε οποιαδήποτε δημόσια τοποθέτηση μέχρι η απόφαση να καθαρογραφεί.
Εφαρμογή ν. 4670 με λάθος στοιχεία
Ως το πιο σύντομο ανέκδοτο φαντάζει πια η εφαρμογή των θετικών διατάξεων του νόμου 4670, που ψηφίστηκε τον Φεβρουάριο του 2020 επί υπουργίας Γιάννη Βρούτση. Καθώς το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε ότι τα ποσοστά αναπλήρωσης του νόμου Κατρούγκαλου είναι χαμηλά, διέταξε την αύξησή τους εντός έξι μηνών.
Και πάλι ενεργώντας αυθαίρετα, η κυβέρνηση αποφάσισε να εφαρμόσει κατά το δοκούν την απόφαση, αυξάνοντας τα ποσοστά αναπλήρωσης, μόνο όμως για όσους έχουν ασφάλιση άνω των 30 ετών.
Το πλέον εξοργιστικό είναι ότι, αν και η απόφαση του ΣτΕ εκδόθηκε πριν από σχεδόν δύο χρόνια, ακόμη ο ψηφισμένος νόμος δεν έχει εφαρμοστεί στην ολότητά του, αλλά αποσπασματικά και ασθμαίνοντας, με το συνολικό κόστος για τα αναδρομικά να εκτιμάται σε 120.000.000 ευρώ.
Ωστόσο, θα πρέπει να θεωρούνται σίγουρες και νέες προσφυγές μετά την υλοποίηση των αυξήσεων. καθώς, αφού είναι λάθος ο πρώτος επανυπολογισμός των συντάξεων, λόγω του νόμου Κατρούγκαλου, οι συντάξεις που θα προκύψουν από τον δεύτερο επανυπολογισμό θα είναι και αυτές σημαντικά μειωμένες.
Μέχρι στιγμής, αυξήσεις είδαν τον περασμένο μήνα μόλις 10.000 συνταξιούχοι του Δημοσίου που είχαν υποβάλει αίτηση πριν από τον Μάιο του 2016, δεν έχουν λάβει όμως ακόμη τα αναδρομικά που δικαιούνται.
Σύμφωνα με το νέο χρονοδιάγραμμα (που έχει ήδη αλλάξει περίπου 10 φορές), η διαδικασία καταβολής των αυξήσεων και των αναδρομικών για το σύνολο των δικαιούχων συνταξιούχων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα αναμένεται να ολοκληρωθεί το νωρίτερο τον Σεπτέμβριο.
.newsbreak.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου