Τη δυνατότητα να μη χορηγεί αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας σε όσους ενταχθούν στη
ρύθμιση των 120 δόσεων διατηρεί η εφορία, εάν κρίνει ότι πρέπει να διατηρηθεί το «μπλόκο» στην πώληση ακινήτων του φορολογούμενου, προκειμένου να διασφαλισθούν τα συμφέροντα του Δημοσίου.
Αυτό αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην εγκύκλιο που εξέδωσε η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, για την κοινοποίηση στις υπηρεσίες της των διατάξεων του νέου νόμου. Ειδικότερα, στην εγκύκλιο αναφέρονται τα ακόλουθα, όσον αφορά τα δικαιώματα που διατηρεί το Δημόσιο:
«Η Φορολογική Διοίκηση διατηρεί το δικαίωμα και μετά την υπαγωγή στη ρύθμιση:
α) να μη χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος επ' αυτού, εφόσον δεν διασφαλίζονται τα συμφέροντά του Δημοσίου, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 12 του ΚΦΔ και την κατ' εξουσιοδότηση εκδοθείσα απόφαση ΓΓΔΕ ΠΟΛ 1274/2013, όπως ισχύουν,
β) να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, των συνυπόχρεων προσώπων ή των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη,
γ) να ορίζει ποσοστό παρακράτησης, στις περιπτώσεις που απαιτείται η προσκόμιση αποδεικτικού για είσπραξη χρημάτων από φορείς του Δημοσίου, το οποίο αναγράφεται επί του χορηγούμενου αποδεικτικού ενημερότητας κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 12 του ΚΦΔ και την κατ' εξουσιοδότηση εκδοθείσα απόφαση ΓΓΔΕ ΠΟΛ 1274/2013, όπως ισχύουν,
δ) να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 42 του ΚΦΔ και στο άρθρο 83 του ΚΕΔΕ, όπως ισχύουν».
Σε σχέση με τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας, η εγκύκλιος αναφέρει ότι «στον οφειλέτη που είναι συνεπής στη ρύθμιση δύναται να χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας των οφειλών του στη Φορολογική Διοίκηση, μηνιαίας διάρκειας (με παρακράτηση ποσοστού, όπου απαιτείται), εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου 12 του Κ.Φ.Δ. και της κατ' εξουσιοδότηση εκδοθείσας απόφασης ΓΓΔΕ ΠΟΛ 1274/2013 (ΦΕΚ 3398 Β'), όπως ισχύουν».
Επισημαίνεται ότι «σε έκτακτες περιπτώσεις που για οποιαδήποτε αιτία δεν εμφανίζονται στο πληροφοριακό σύστημα των Δ.Ο.Υ. οι σχετικές πληρωμές, ο αιτών οφείλει να προσκομίζει στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. το σχετικό παραστατικό πληρωμής, για την αξιολόγηση του αιτήματος χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας».
Σχετικά με τις ποινικές κυρώσεις σε οφειλέτες επισημαίνεται ότι «με την υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής, αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν.1882/1990, όπως ισχύει σήμερα, ή εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται. Καθ' όλη τη διάρκεια ισχύος της ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα». Αυτό σημαίνει ότι, εάν ο οφειλέτης χάσει τη ρύθμιση, η εφορία μπορεί να κινήσει και πάλι τη διαδικασία επιβολής ποινικών κυρώσεων, αφού θα έχει διακοπεί η παραγραφή.
Σχετικά με τη λήψη αναγκαστικών μέτρων είσπραξης, στην εγκύκλιο σημειώνεται ότι: «Για οφειλές που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης και ο οφειλέτης συμμορφώνεται με το πρόγραμμα αυτής και εφόσον έχει ελεγχθεί η συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων υπαγωγής και διατήρησής τους, όπως αναφέρονται στις αντίστοιχες Ενότητες της παρούσας, αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης εν γένει (π.χ. έκδοση προγράμματος πλειστηριασμού) επί κινητών ή ακινήτων.
Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση έχουν ήδη επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί παραγγελίες κατάσχεσης, τα ποσά όμως που θα αποδίδονται από τις κατασχέσεις στα χέρια τρίτων καλύπτουν δόση ή δόσεις της ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις. Με την απώλεια των ευεργετημάτων της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται».
Αυτό αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην εγκύκλιο που εξέδωσε η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, για την κοινοποίηση στις υπηρεσίες της των διατάξεων του νέου νόμου. Ειδικότερα, στην εγκύκλιο αναφέρονται τα ακόλουθα, όσον αφορά τα δικαιώματα που διατηρεί το Δημόσιο:
«Η Φορολογική Διοίκηση διατηρεί το δικαίωμα και μετά την υπαγωγή στη ρύθμιση:
α) να μη χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος επ' αυτού, εφόσον δεν διασφαλίζονται τα συμφέροντά του Δημοσίου, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 12 του ΚΦΔ και την κατ' εξουσιοδότηση εκδοθείσα απόφαση ΓΓΔΕ ΠΟΛ 1274/2013, όπως ισχύουν,
β) να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, των συνυπόχρεων προσώπων ή των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη,
γ) να ορίζει ποσοστό παρακράτησης, στις περιπτώσεις που απαιτείται η προσκόμιση αποδεικτικού για είσπραξη χρημάτων από φορείς του Δημοσίου, το οποίο αναγράφεται επί του χορηγούμενου αποδεικτικού ενημερότητας κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 12 του ΚΦΔ και την κατ' εξουσιοδότηση εκδοθείσα απόφαση ΓΓΔΕ ΠΟΛ 1274/2013, όπως ισχύουν,
δ) να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 42 του ΚΦΔ και στο άρθρο 83 του ΚΕΔΕ, όπως ισχύουν».
Σε σχέση με τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας, η εγκύκλιος αναφέρει ότι «στον οφειλέτη που είναι συνεπής στη ρύθμιση δύναται να χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας των οφειλών του στη Φορολογική Διοίκηση, μηνιαίας διάρκειας (με παρακράτηση ποσοστού, όπου απαιτείται), εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου 12 του Κ.Φ.Δ. και της κατ' εξουσιοδότηση εκδοθείσας απόφασης ΓΓΔΕ ΠΟΛ 1274/2013 (ΦΕΚ 3398 Β'), όπως ισχύουν».
Επισημαίνεται ότι «σε έκτακτες περιπτώσεις που για οποιαδήποτε αιτία δεν εμφανίζονται στο πληροφοριακό σύστημα των Δ.Ο.Υ. οι σχετικές πληρωμές, ο αιτών οφείλει να προσκομίζει στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. το σχετικό παραστατικό πληρωμής, για την αξιολόγηση του αιτήματος χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας».
Σχετικά με τις ποινικές κυρώσεις σε οφειλέτες επισημαίνεται ότι «με την υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής, αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν.1882/1990, όπως ισχύει σήμερα, ή εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται. Καθ' όλη τη διάρκεια ισχύος της ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα». Αυτό σημαίνει ότι, εάν ο οφειλέτης χάσει τη ρύθμιση, η εφορία μπορεί να κινήσει και πάλι τη διαδικασία επιβολής ποινικών κυρώσεων, αφού θα έχει διακοπεί η παραγραφή.
Σχετικά με τη λήψη αναγκαστικών μέτρων είσπραξης, στην εγκύκλιο σημειώνεται ότι: «Για οφειλές που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης και ο οφειλέτης συμμορφώνεται με το πρόγραμμα αυτής και εφόσον έχει ελεγχθεί η συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων υπαγωγής και διατήρησής τους, όπως αναφέρονται στις αντίστοιχες Ενότητες της παρούσας, αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης εν γένει (π.χ. έκδοση προγράμματος πλειστηριασμού) επί κινητών ή ακινήτων.
Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση έχουν ήδη επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί παραγγελίες κατάσχεσης, τα ποσά όμως που θα αποδίδονται από τις κατασχέσεις στα χέρια τρίτων καλύπτουν δόση ή δόσεις της ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις. Με την απώλεια των ευεργετημάτων της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου