Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2018

Η γερμανική διαστρέβλωση






από Βασίλης Βιλιάρδος
.
Κανένας δεν κατηγορεί τη χώρα για τις μεγάλες εξαγωγές της, οι οποίες άλλωστε είναι χαμηλότερες

από τις κινεζικές, ενώ ωφελούν τους εταίρους της – αλλά για τις χαμηλές συγκριτικά εισαγωγές και τα πλεονάσματα της, τα οποία προκαλούν τα ελλείμματα και αυξάνουν τα χρέη των άλλων κρατών.

«Όπως η Ελλάδα κατηγορούταν ότι ζούσε πάνω από τις δυνατότητες της παράγοντας ελλείμματα και χρέη, καθώς επίσης δημιουργώντας προβλήματα στα άλλα κράτη, έτσι θα έπρεπε να κατηγορείται και η Γερμανία για τα θηριώδη πλεονάσματα της, ύψους σχεδόν 300 δις $ ετησίως – τα οποία δημιουργούνται εις βάρος των εμπορικών της εταίρων».

Ανάλυση

Οι Γερμανοί, στην προσπάθεια τους να πείσουν σχετικά με το ότι, τα θηριώδη πλεονάσματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών τους δεν αποτελούν πρόβλημα για τους εμπορικούς τους εταίρους,έδωσαν μέσω του συνδέσμου της βαυαρικής οικονομίας την εντολή σε μία ελβετική εταιρεία για μία μελέτη (πηγή) – στην οποία φαίνεται πόσο χρήσιμες είναι οι γερμανικές εξαγωγές για τον υπόλοιπο πλανήτη!



Αμέσως μετά μία εφημερίδα τους χρησιμοποίησε τη μελέτη για να τεκμηριώσει ότι, δεν ισχύει πως οι εξαγωγές μίας χώρας είναι ταυτόχρονα μειονέκτημα για τους άλλους (πηγή) – δημοσιεύοντας πίνακες για να αποδείξει πόσο και ποιές χώρες ωφελούν οι γερμανικές εξαγωγές, όπως ο διπλανός (με την Ελλάδα στην τελευταία θέση, ενώ πρώτη είναι η Τσεχία, με επόμενες τη Σλοβακία, την Ολλανδία, την Ουγγαρία, τη Γαλλία, την Ισπανία, την Πορτογαλία και τη Μ. Βρετανία). Με τον τρόπο αυτό θέλησαν ουσιαστικά να αμυνθούν απέναντι στις δεκάδες κατηγορίες που εκτοξεύονται εναντίον τους από τον πρόεδρο Trump, από το ΔΝΤ, από την Κομισιόν, καθώς επίσης από πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις – αποδεικνύοντας δήθεν πως είναι ανυπόστατες, ενώ δεν δυναμιτίζουν με την πολιτική τους τα θεμέλια της Ευρωζώνης.

Εν πρώτοις βέβαια οφείλει να αναγνωρίσει κανείς τον επαγγελματισμό τους, με την έννοια πως δεν επαφίενται σε κενούς ισχυρισμούς, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στη χώρα μας για κάθε είδους θέμα – με πρόσφατο παράδειγμα τις κατηγορίες εναντίον της κυβέρνησης εκ μέρους του κ. Βενιζέλου στο σκάνδαλο της Novartis, παρά το ότι είναι εκείνος ο άνθρωπος που δρομολόγησε τον επαίσχυντο νόμο περί ευθύνης υπουργών, που ανέτρεψε τον κ. Παπανδρέου όταν δήλωσε την πρόθεση του το 2011 για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος, καθώς επίσης που υπέγραψε το εγκληματικό PSI (με το οποίο μεταξύ άλλων καταλύθηκε η εθνική μας κυριαρχία και δόθηκε ως εγγύηση των δανείων μας ότι έχουμε και δεν έχουμε – ανάλυση).

Εν τούτοις, από οικονομικής πλευράς πρόκειται για μία προσπάθεια διαστρέβλωσης των πραγματικών κατηγοριών και σκόπιμης χειραγώγησης της κοινής γνώμης – αφού κανένας δεν κατηγόρησε τη Γερμανία για τις υψηλές εξαγωγές της, αλλά για τα τεράστια πλεονάσματα του ισοζυγίου της. Μπορεί δε οι εξαγωγές και τα πλεονάσματα να φαίνονται παρόμοια στους μη ειδικούς, αλλά πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα – με την έννοια πως το πρόβλημα δεν είναι οι μεγάλες εξαγωγές της χώρας, αλλά οι χαμηλές εισαγωγές της σε σχέση με τις εξαγωγές, οι οποίες αυξάνουν τα πλεονάσματα της εις βάρος των άλλων (τα πλεονάσματα του ενός είναι ελλείμματα του άλλου).



Για παράδειγμα, οι εξαγωγές της Κίνας παγκοσμίως είναι κατά πολύ μεγαλύτερες από αυτές της Γερμανίας, καθώς επίσης από όλες τις άλλες χώρες του πλανήτη (γράφημα αριστερά) – όπου όμως τα πλεονάσματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Κίνας έχουν πλέον μειωθεί στο 1,4% του ΑΕΠ της, ενώ της Γερμανίας έχουν εκτοξευθεί στο 8% (γράφημα δεξιά).



Περαιτέρω, οι εξαγωγές μίας χώρας είναι πάντοτε οι εισαγωγές μίας άλλης – οπότε τα εξαγωγικά πλεονάσματα ενός κράτους, είναι ίσα με τα εξαγωγικά ελλείμματα όλων των άλλων κρατών. Πρόκειται λοιπόν για ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος – με την έννοια πως μπορεί μία χώρα να έχει πλεονάσματα μόνο όταν οι άλλες χώρες έχουν ελλείμματα. Τα ελλείμματα τώρα δημιουργούν μεγάλα προβλήματα στα κράτη, επειδή όποιο έχει έλλειμμα πρέπει με κάποιο τρόπο να το χρηματοδοτεί – συνήθως με τον εξωτερικό δανεισμό του, στον οποίο πολύ συχνά παγιδεύεται (ανάλυση).

Σε κάθε περίπτωση, όταν οι οφειλές αυξάνονται, τότε τα κράτη απειλούνται με μία κρίση χρέους – όπως αυτή που βιώνουν ακόμη αρκετές χώρες της Ευρωζώνης, με κορυφή του παγόβουνου την Ελλάδα και με αμέσως επόμενη την Ιταλία. Οι οφειλές τους προήλθαν από τα εξαγωγικά τους ελλείμματα, τα οποία τους προκάλεσαν ελλείμματα στα ισοζύγια εξωτερικών συναλλαγών τους – όπου για να τα χρηματοδοτήσουν δανείσθηκαν από τις διεθνείς αγορές, αυξάνοντας σε μεγάλο βαθμό τα εξωτερικά τους χρέη.

Είναι λογικό λοιπόν να ανησυχούν για την πολιτική της Γερμανίας, αφού αυτή είναι η αιτία των ελλειμμάτων τους και άρα των χρεών τους – ενώ η δημιουργία πλεονασμάτων σήμερα σε χώρες όπως η Ιταλία, στηρίχθηκε κυρίως στην φτωχοποίηση των Πολιτών τους μέσω της πολιτικής λιτότητας που τους επιβλήθηκε.
Η παραπλάνηση των Γερμανών

Συνεχίζοντας, όταν όλες οι χώρες εξάγουν ακριβώς όσα εισάγουν, τότε το ύψος των εξαγωγών είναι ένας εξαιρετικά θετικός παράγοντας και δεν αποτελεί μειονέκτημα για κανέναν. Αντίθετα, αυτή ακριβώς είναι η θετική πλευρά της παγκοσμιοποίησης: το ότι δηλαδή όλα τα κράτη εξάγουν και εισάγουν συνεχώς πιο πολλά εμπορεύματα και υπηρεσίες, προς όφελος των καταναλωτών που απολαμβάνουν περισσότερες επιλογές, των επιχειρήσεων που μπορούν να αγοράσουν ότι χρειάζονται από οπουδήποτε κλπ.

Στα πλαίσια αυτά οι υψηλές εξαγωγές και εισαγωγές δεν είναι ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος, αφού μπορούν να αυξάνονται συνεχώς – ενώ όλοι επωφελούνται. Εκτός αυτού, όπως πολύ σωστά αναφέρει η ελβετική μελέτη, οι γερμανικές εξαγωγές είναι θετικές για τις άλλες χώρες, αφού αυξάνουν την απασχόληση και το ΑΕΠ τους – επειδή για την παραγωγή των εξαγωγικών της προϊόντων η Γερμανία εισάγει ημιτελή αγαθά από τους εμπορικούς της εταίρους, κυρίως από την Α. Ευρώπη, δημιουργώντας εκεί θέσεις εργασίας.

Λογικά λοιπόν ισχυρίζονται οι Γερμανοί, υποτιμώντας ταυτόχρονα τη νοημοσύνη μας ότι, οι χαμηλότερες εξαγωγές τους θα ζημίωναν τις άλλες χώρες – κυρίως την Τσεχία και τη Σλοβακία, επειδή δεν θα μπορούσαν να εξάγουν με τη σειρά τους περισσότερα ημιτελή προϊόντα στην ίδια. Αποσιωπούν βέβαια το γεγονός ότι, τα προϊόντα αυτά που εισάγουν είναι συνήθως χαμηλής προστιθέμενης αξίας και στηρίζονται στο χαμηλό εργατικό κόστος των χωρών αυτών – αν και δεν είναι το βασικό πρόβλημα.

Ειδικότερα, το ζητούμενο δεν είναι η μείωση των εξαγωγών της Γερμανίας, όπως θέλουν να μας παραπλανήσουν, αλλά η αύξηση των εισαγωγών της – δηλαδή, να εισάγει όσα εμπορεύματα εξάγει. Εν προκειμένω οι Γερμανοί δεν εισάγουν μόνο ημιτελή προϊόντα ή πρώτες ύλες – αλλά, επίσης, καταναλωτικά και επενδυτικά αγαθά για τη δική τους οικονομία. Εάν λοιπόν τόνωναν την εσωτερική τους κατανάλωση και τις εγχώριες επενδύσεις, όπως η Κίνα πρόσφατα, τότε δεν θα είχαν αυτά τα πλεονάσματα – οπότε δεν θα προκαλούσαν αντίστοιχα ελλείμματα στους εμπορικούς τους εταίρους, οδηγώντας τους σταδιακά στην υπερχρέωση και στη χρεοκοπία.

Για να στηρίξουν τώρα την εγχώρια αγορά τους οι Γερμανοί, ισοσκελίζοντας τις εξαγωγές με τις εισαγωγές τους και παύοντας να προκαλούν προβλήματα στους εμπορικούς τους εταίρους, θα έπρεπε να καταργήσουν την πολιτική λιτότητας που εφαρμόζουν στη χώρα τους – δαπανώντας περισσότερα χρήματα για δημόσιες επενδύσεις, για την παιδεία, για την υγεία κοκ., έτσι ώστε να αυξηθούν τα πραγματικά εισοδήματα των Πολιτών, οπότε να διατίθεται ένα μέρος τους για τις εισαγωγές από άλλες χώρες.

Η άνοδος της εγχώριας κατανάλωσης τους θα αύξανε επί πλέον τις εγχώριες επενδύσεις, καθώς επίσης τις εισαγωγές ημιτελών προϊόντων από άλλες χώρες – επειδή για τα εξαγωγικά τους προϊόντα, όπως συμβαίνει σε πολλά άλλα κράτη, απαιτείται η εισαγωγή ημιτελών και πρώτων υλών από άλλες χώρες, όπως φαίνεται στο γράφημα που ακολουθεί. Έτσι θα επωφελούταν επί πλέον η γερμανική βιομηχανία – η οποία δεν παράγει μόνο προϊόντα για τις εξαγωγές αλλά, επίσης, για την εγχώρια αγορά.



Γιατί δεν στηρίζουν όμως την εγχώρια αγορά τους οι Γερμανοί; Απλούστατα επειδή επιμένουν στην πολιτική της φτωχοποίησης του γείτονα και του μερκαντιλισμού, απαραίτητη προϋπόθεση της οποίας είναι το μισθολογικό dumping που εφαρμόζουν. Εάν δηλαδή αυξανόταν η εσωτερική τους κατανάλωση και οι εγχώριες επενδύσεις, τότε οι εργαζόμενοι θα απαιτούσαν υψηλότερες αμοιβές και θα έχαναν το αθέμιτο αυτό ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα – οπότε όχι μόνο δεν το κάνουν, αλλά επιμένουν επί πλέον στην εισαγωγή φθηνού εργατικού δυναμικού από άλλες χώρες μέσω της μετανάστευσης, έτσι ώστε οι δικοί τους Πολίτες να μην διαμαρτύρονται για τους χαμηλούς σχετικά με την παραγωγικότητα τους μισθούς.

Ο μεγάλος ωφελημένος εδώ είναι η γερμανική εξαγωγική βιομηχανία – το βαθύ κράτος ουσιαστικά της χώρας, το οποίο την κυβερνάει από το παρασκήνιο, με πιόνια την εκάστοτε πολιτική της ηγεσία. Το γεγονός αυτό τεκμηριώνεται από τις συνεχώς μεγαλύτερες εισοδηματικές ανισότητες εντός της Γερμανίας – οι οποίες επιδεινώνονται από την αποδόμηση του κοινωνικού κράτους, καθώς επίσης από την κατάρρευση των υποδομών και τις χαμηλές δαπάνες για την παιδεία και την υγεία.
Επίλογος

Ολοκληρώνοντας, φαίνεται καθαρά από τις δηλώσεις του κ. Trump πως θα πάψει να ανέχεται τα γερμανικά πλεονάσματα απέναντι στη χώρα του – αν και ενοχοποιεί λανθασμένα τις γερμανικές εξαγωγές, αφού το πρόβλημα δεν είναι αυτού καθεαυτού οι εξαγωγές, όπως αναλύσαμε, αλλά οι μη αντίστοιχες εισαγωγές. Δυστυχώς όμως δεν είναι σε θέση να πιέσει για την αύξηση των εισαγωγών της Γερμανίας – οπότε η μοναδική του λύση είναι η επιβολή δασμών στις εξαγωγές της, οι νομικές διώξεις των επιχειρήσεων της, η υποτίμηση του δολαρίου απέναντι στο ευρώ, όπου θα υποφέρουν άδικα όλες οι άλλες χώρες της Ευρωζώνης κλπ.

Από την άλλη πλευρά κλιμακώνονται οι διαμαρτυρίες των άλλων κρατών της νομισματικής ένωσης, οι οποίες δεν θέλουν να μετατραπούν σε γερμανικές αποικίες, όπως η Ελλάδα – εξετάζοντας την περίπτωση να υιοθετήσουν τα δικά τους εθνικά νομίσματα, για να αμυνθούν μέσω της υποτίμησης τους. Κάτι τέτοιο βέβαια θα προκαλούσε τεράστιες ζημίες στη Γερμανία, μεταξύ άλλων λόγω της ανατίμησης του νομίσματος της που θα μείωνε σημαντικά τις εξαγωγές της και θα αύξανε κατακόρυφα την ανεργία – οπότε θα ήταν καλύτερα να αλλάξει πολιτική, με γνώμονα το δικό της συμφέρον.

Βιβλιογραφία: F. Lindner

viliardos@analyst.gr

Οικονομολόγος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου