Τρίτη 5 Φεβρουαρίου 2019

Πόσο καινοτόμα είναι τα νέα επιχειρηματικά εγχειρήματα;



Άγγελος Τσακανίκας

Στη διεθνή αλλά και εγχώρια βιβλιογραφία για την επιχειρηματικότητα έχει ήδη εξηγηθεί ότι απλώς η ποσοτική ενίσχυση του αριθμού των νέων επιχειρήσεων δεν επαρκεί ως στόχος πολιτικής για την








τόνωση της επιχειρηματικότητας σε μια οικονομία. Αλλά και η σχετική εμπειρική έρευνα τείνει να αμφισβητεί τις πολιτικές που στοχεύουν απλώς σε μεγάλο αριθμό νεοϊδρυόμενων επιχειρήσεων ως τρόπο ενίσχυσης της οικονομικής ανάπτυξης και δημιουργίας θέσεων εργασίας. Αντί της γενικής επιδότησης του σχηματισμού μιας start-up, όλο και συχνότερα πλέον συνιστάται στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να επικεντρωθούν σε ένα υποσύνολο επιχειρήσεων με αναπτυξιακό δυναμικό, υποστηρίζοντας ότι είναι καλύτερο να έχουμε ένα μικρό αριθμό ισχυρά αναπτυσσόμενων επιχειρήσεων, παρά έναν μεγάλο αριθμό «κλασσικών» νέων επιχειρήσεων.

Μάλιστα η οικονομική κρίση ανέδειξε την ανάγκη όχι απλώς δημιουργίας πολλών επιχειρήσεων, αλλά δημιουργίας κατάλληλων συνθηκών για την ίδρυση υψηλής ποιότητας νέων επιχειρήσεων που να μπορούν να είναι βιώσιμες υπό αντίξοες οικονομικές συνθήκες και να έχουν σημαντική συμβολή στην οικονομική ανάπτυξη και την τόνωση της απασχόλησης.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι πολιτικές, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, έχουν διαφοροποιηθεί τα τελευταία χρόνια προς την κατεύθυνση του εντοπισμού και της υποστήριξης αυτών των επιχειρήσεων. Ο κύριος λοιπόν στόχος πολιτικής για την επιχειρηματικότητα δεν μπορεί να είναι μόνο μια αλγεβρική αύξηση του αριθμού των νεοϊδρυόμενων επιχειρήσεων που δημιουργούνται σε μια οικονομία, αλλά περισσότερο μια στοχευμένη προσπάθεια να επηρεάσουμε αυτά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτών των επιχειρήσεων, ώστε να είναι βιώσιμα, να στηρίξουν τη βιώσιμη ανάπτυξη και να παράσχουν αρκετές θέσεις εργασίας σε μια οικονομία.

Ειδικά στο σημερινό οικονομικό περιβάλλον και στις τρέχουσες συνθήκες, αφενός δημιουργούν αυξημένους οικονομικούς περιορισμούς, αφετέρου μεγιστοποιούν την ανάγκη για οικονομική ανάκαμψη. Επομένως η στόχευση σε ποιοτικά εγχειρήματα με ισχυρό πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα στην οικονομία και η δημιουργία ποιοτικών και - όσο το δυνατόν καλύτερα - αμειβόμενων θέσεων εργασίας, οφείλει να είναι βασική προτεραιότητα πολιτικής.

Η ετήσια έρευνα του Global Entrepreneurship Monitor (GEM) που διεξάγεται στην Ελλάδα από το 2003 από το ΙΟΒΕ και η οποία αξιολογεί κάθε χρόνο την επιχειρηματικότητα στα αρχικά της στάδια, μας δίνει μια μακροχρόνια εικόνα για κάποια από τα λεγόμενα ποιοτικά χαρακτηριστικά της επιχειρηματικότητας αρχικών σταδίων. Με τον όρο ποιοτικά χαρακτηριστικά εννοούμε στοιχεία που αφορούν στο βαθμό καινοτομικότητας του κάθε εγχειρήματος, τον βαθμό τεχνολογικού εκσυγχρονισμού τους, την ένταση του ανταγωνισμού που αυτό αντιμετωπίζει, την εξωστρέφεια, κτλ. Πρόκειται δηλαδή για χαρακτηριστικά Η εικόνα για το βαθμό καινοτομίας είναι χαρακτηριστική.

Ο βαθμός καινοτομίας που εμφανίζει ένα νέο εγχείρημα όπως καταγράφεται στην έρευνα του GEM, προκύπτει από μια ποιοτική ερώτηση αναφορικά με το πλήθος των πελατών που θα θεωρήσουν πως το προϊόν ή υπηρεσία που (θα) παρέχουν στην αγορά είναι νέο και πρωτοποριακό, με τις απαντήσεις να είναι: α) πολλοί, β) λίγοι και γ) κανένας.

Παρά το γεγονός ότι η συγκεκριμένη προσέγγιση μπορεί να θεωρηθεί ως υποκειμενική, καθώς καταγράφεται μόνο ως άποψη του ίδιου του επιχειρηματία, ο δείκτης έχει μια αναλυτική αξία λόγω της διαχρονικής καταγραφής και βεβαίως της συγκριτικής αξιολόγησης με άλλες χώρες.

Στις περισσότερες χώρες, οι μισοί τουλάχιστον επιχειρηματίες αρχικών σταδίων είναι μάλλον συνειδητοποιημένοι και ρεαλιστές ως προς το βαθμό καινοτομίας που παρουσιάζουν τα εγχειρήματά τους. Έτσι και στην Ελλάδα το 2017, σχεδόν δύο στους τρεις επιχειρηματίεςδηλώνουν ότι κανένας (δυνητικός) πελάτης δε θα θεωρήσει τα προϊόντα / υπηρεσίες τους νέα και πρωτοποριακά, επίδοση αρκετά υψηλότερη από το μέσο όρο των χωρών καινοτομίας, δηλαδή των πιο αναπτυγμένων χωρών που συμμετέχουν στο GEM και με τις οποίες και επιθυμούμε να συγκρινόμαστε. Μόλις 3,9% δηλώνει ότι όλοι θα θεωρήσουν τα προϊόντα τους ως καινοτομικά έναντι 18,3% στις χώρες καινοτομίας, επίδοση που φέρνει την Ελλάδα στην τελευταία θέση μεταξύ αυτών των χωρών. (Πίνακας 1).

Πίνακας 1: Βαθμός καινοτομίας των νέων επιχειρηματικών εγχειρημάτων ανά χώρα

(% επί των επιχειρηματιών αρχικών σταδίων)

Ομάδα Α: Χώρες Χαμηλού κόστους, Ομάδα Β: Χώρες βελτίωσης αποτελεσματικότητας, Ομάδα Γ: Χώρες καινοτομίας

Πηγή: ΙΟΒΕ, επεξεργασία στοιχείων GEM

Αλλά και το ποσοστό των επιχειρηματιών αρχικών σταδίων που δηλώνει πως μερικοί ή όλοι οι πελάτες θεωρούν το προϊόν/υπηρεσία της επιχείρησης νέο και πρωτοποριακό κινείται οριακά χαμηλότερα από τα περυσινά επίπεδα, στο 35,5%, έναντι 38,6% το 2016 (Διάγραμμα 1). H χαμηλή καινοτομικότητα των νέων εγχειρημάτων σίγουρα συνδέεται και με το γεγονός ότι οι νέες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες εντοπίζονται πρωτίστως στους τομείς υπηρεσιών προς τον καταναλωτή, όπου η καινοτομία προϊόντος ή διεργασιών είναι εκ φύσεως αρκετά πιο περιορισμένη.

Διάγραμμα 1: Διαχρονική εξέλιξη του βαθμού καινοτομίας των νέων επιχειρηματικών εγχειρημάτων στην Ελλάδα

(% επί των επιχειρηματιών αρχικών σταδίων)

Πηγή: ΙΟΒΕ, επεξεργασία στοιχείων GEM

Από τις συγκριτικές επιδόσεις που καταγράφονται στην έρευνα του GEM, είναι σαφές ότι τα νέα εγχειρήματα που δημιουργούνται στην ελληνική οικονομία υστερούν σχετικά σε όρους καινοτομίας σε σχέση με τα αντίστοιχα εγχειρήματα από άλλες χώρες. Βεβαίως και στις υπόλοιπες χώρες η πλειονότητα των νέων εγχειρημάτων αφορά σε γνωστές δραστηριότητες χωρίς ιδιαίτερη καινοτομία. Ωστόσο υπάρχει ένας αρκετά μεγαλύτερος πυρήνας εγχειρημάτων που πράγματι δημιουργούν καινοτομία, με μοναδικά προϊόντα / υπηρεσίες, ενώ στην Ελλάδα αυτός ο αριθμός είναι αρκετά μικρός.

Συνεπώς είναι απαραίτητο να ενισχύσουμε τους μηχανισμούς εκείνους που θα επιτρέψουν να αναδειχθεί αυτού του είδους η επιχειρηματικότητα γνώσης – π.χ. μέσα από τη συστηματική κινητοποίηση της ερευνητικής κοινότητας - ώστε να πυκνώσει την παρουσία της στα διάφορα κύματα νεοφυούς επιχειρηματικότητας που αναδύονται στο σημερινό οικονομικό περιβάλλον. Αλλά και σε επίπεδο δημόσιας πολιτικής η πριμοδότηση εκείνων των εγχειρημάτων που υιοθετούν σε κάποιο βαθμό καινοτομία δεν μπορεί να θυσιάζεται υπό την πίεση του απλώς «να πέσουν χρήματα στην αγορά». Οι πόροι είναι λίγοι και το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να τους αξιοποιήσουμε με τρόπο που δημιούργει μεγαλύτερο πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα στην οικονομία.

Η πλήρης έκθεση του ΙΟΒΕ για την Επιχειρηματικότητα είναι διαθέσιμη εδώ

*Ο κ. Άγγελος Τσακανίκας είναι Επίκουρος Καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο και Επιστημονικός Υπεύθυνος Παρατηρητηρίου Επιχειρηματικότητας του ΙΟΒΕ.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου