Ο καθηγητής Παιδοψυχιατρικής Γεράσιμος Α. Κολαΐτης μάς εξηγεί πώς μπορούμε να μιλήσουμε στα παιδιά για τη βία, την τρομοκρατία και τον ξεριζωμό
Ποιος δεν μούδιασε στο άκουσμα του ήχου από τις σειρήνες στην Ουκρανία, προειδοποιώντας για..επικείμενο βομβαρδισμό; Οι εικόνες και οι ειδήσεις στα ΜΜΕ είναι σκληρές, αποτρόπαιες, δυσβάστακτες ακόμα και για τους ενηλίκους, δυσανασχετώντας για την αδικία και τη βιαιότητα που στοιχειώνουν την ανθρωπότητα και την ανασφάλεια που προκαλεί ο πόλεμος. Κι αν όλα αυτά είναι τόσο δυσνόητα και αφόρητα για εμάς τους μεγάλους, πώς μπορούμε να εξηγήσουμε στα παιδιά την αγριότητα, τον ξεριζωμό, τον πόνο;
Πώς πρέπει να αντιδράσουμε ως γονείς, όταν βλέπουμε τα παιδιά μας να παίζουν με όπλα στο σαλόνι – μετατρέποντας τη φρικαλεότητα του πολέμου σε διασκέδαση -, όταν πολλά χιλιόμετρα μακριά οι σφαίρες και οι βόμβες διαμελίζουν ανθρώπινα σώματα, αφήνοντάς τα άψυχα στα χαλάσματα; Και πώς μπορεί η έκθεσή τους στη βία να αλλάξει τον τρόπο που αντιλαμβάνονται τον κόσμο;
Δύσκολες συζητήσεις
«Είναι αναπόφευκτο, στην εποχή μας, οι γονείς να αντιμετωπίζουν, μεταξύ άλλων, την πρόκληση να μιλούν και να εξηγούν στα παιδιά τους θέματα όπως π.χ. η βία, η τρομοκρατία και ο πόλεμος. Δύσκολες συζητήσεις πλην όμως πολύ σημαντικές, οι οποίες δίνουν στα παιδιά την ευκαιρία να νιώθουν μεγαλύτερη ασφάλεια και κατανόηση για τον κόσμο που ζουν» υπογραμμίζει μιλώντας στα «ΝΕΑ» ο Γεράσιμος Α. Κολαΐτης, καθηγητής Παιδοψυχιατρικής, διευθυντής Παιδοψυχιατρικής Κλινικής του Παίδων «Αγία Σοφία».
Ο ίδιος προσθέτει πως τα παιδιά όπως και οι μεγάλοι δεν αντιμετωπίζουν τα γεγονότα με τον ίδιο τρόπο. «Είναι κατανοητό πολλά παιδιά να αισθάνονται σύγχυση, αναστάτωση και άγχος. Γονείς, εκπαιδευτικοί κ.λπ. μπορούν να βοηθούν ανταποκρινόμενοι με τρόπο ειλικρινή, σταθερό και υποστηρικτικό. Τα περισσότερα παιδιά είναι ανθεκτικά, ωστόσο οι γονείς μπορούν να βοηθούν δημιουργώντας σε αυτά το κατάλληλο κλίμα για να μιλήσουν και να μειωθούν οι πιθανότητες ανάπτυξης συναισθηματικών δυσκολιών».
Εκφραση. Ισως όμως το πιο δύσκολο κομμάτι του ούτως ή άλλως απαιτητικού γονεϊκού ρόλου είναι να δώσουν χώρο στα ίδια τα παιδιά τους να εκφραστούν. «Είναι σημαντικό οι γονείς να ακούν τα παιδιά τους και να τα διευκολύνουν να εκφράσουν σκέψεις και συναισθήματα με κάθε δυνατό τρόπο – λεκτικά, με ζωγραφιές, παιχνίδι, διαβάζοντας ιστορίες, παραμύθια κ.λπ. Τα παιδιά συνηθίζουν να προσωποποιούν καταστάσεις, όπως π.χ. να ανησυχούν για αγαπημένα πρόσωπα που ζουν εκεί όπου διαδραματίζονται τα γεγονότα. Ωστόσο τα παιδιά είναι παιδιά και μπορεί να μη θέλουν να αναφέρονται πολύ σε αυτά τα γεγονότα, και αυτό πρέπει να είναι επίσης σεβαστό από τους γονείς τους».
Στο πλαίσιο ενίσχυσης της επικοινωνίας, εξίσου σημαντικό είναι (σύμφωνα πάντα με τον καθηγητή) οι γονείς να απαντούν με ειλικρίνεια στα παιδιά τους με λέξεις και έννοιες που εκείνα κατανοούν, χωρίς να τα υπερφορτώνουν με πληροφορίες. «Τα παιδιά συχνά επανέρχονται επειδή, για παράδειγμα, δεν έχουν λάβει την πληροφόρηση που χρειάζονται, δεν έχουν κατανοήσει ή τους είναι δύσκολο να δεχθούν ή επειδή χρειάζονται καθησυχασμό».
Οικογένεια και σχολείο
Σε κάθε περίπτωση, αυτό που ενστικτωδώς πράττουμε οι περισσότεροι γονείς, δηλαδή να μην αφήνουμε τα παιδιά μας να παρακολουθούν επί ώρες βίαιες σκηνές, είναι και το ζητούμενο σύμφωνα με τον ειδικό. «Ιδιαίτερα για τα παιδιά μικρής ηλικίας ή εκείνα με ιστορικό τραύματος ή απώλειας στη ζωή τους. Αντίθετα, είναι βοηθητικό να υπάρχει προβλέψιμη ρουτίνα και πρόγραμμα στην καθημερινότητα των παιδιών. Επίσης βοηθάει η αλληλοενημέρωση μεταξύ οικογένειας και σχολείου. Τα παιδιά ενδιαφέρονται και μαθαίνουν από τις αντιδράσεις των ενηλίκων στα γεγονότα» σημειώνει ο καθηγητής.
Και προσθέτει: «Τους επιτρέπουμε να γνωρίζουν πώς νιώθουμε, π.χ. αγχωμένοι ή αναστατωμένοι για τα γεγονότα, χωρίς ωστόσο να τα φορτώνουμε με τις δικές μας ανησυχίες. Αν νιώθουν πιο ασφαλή και καθησυχασμένα με τη σκέψη, π.χ., ότι ο πόλεμος είναι μακριά, ας μη διαφωνούμε μαζί τους. Αν παρ’ όλα αυτά τα παιδιά φαίνονται πολύ αναστατωμένα, αγχωμένα, με προβλήματα ύπνου, φόβο θανάτου, δυσκολίες αποχωρισμού, επίμονες σκέψεις ή εικόνες που τρομάζουν, θα πρέπει οι γονείς τους να αναζητήσουν βοήθεια από ειδικούς ψυχικής υγείας, π.χ. παιδοψυχιάτρους».
in.gr
Ποιος δεν μούδιασε στο άκουσμα του ήχου από τις σειρήνες στην Ουκρανία, προειδοποιώντας για..επικείμενο βομβαρδισμό; Οι εικόνες και οι ειδήσεις στα ΜΜΕ είναι σκληρές, αποτρόπαιες, δυσβάστακτες ακόμα και για τους ενηλίκους, δυσανασχετώντας για την αδικία και τη βιαιότητα που στοιχειώνουν την ανθρωπότητα και την ανασφάλεια που προκαλεί ο πόλεμος. Κι αν όλα αυτά είναι τόσο δυσνόητα και αφόρητα για εμάς τους μεγάλους, πώς μπορούμε να εξηγήσουμε στα παιδιά την αγριότητα, τον ξεριζωμό, τον πόνο;
Πώς πρέπει να αντιδράσουμε ως γονείς, όταν βλέπουμε τα παιδιά μας να παίζουν με όπλα στο σαλόνι – μετατρέποντας τη φρικαλεότητα του πολέμου σε διασκέδαση -, όταν πολλά χιλιόμετρα μακριά οι σφαίρες και οι βόμβες διαμελίζουν ανθρώπινα σώματα, αφήνοντάς τα άψυχα στα χαλάσματα; Και πώς μπορεί η έκθεσή τους στη βία να αλλάξει τον τρόπο που αντιλαμβάνονται τον κόσμο;
Δύσκολες συζητήσεις
«Είναι αναπόφευκτο, στην εποχή μας, οι γονείς να αντιμετωπίζουν, μεταξύ άλλων, την πρόκληση να μιλούν και να εξηγούν στα παιδιά τους θέματα όπως π.χ. η βία, η τρομοκρατία και ο πόλεμος. Δύσκολες συζητήσεις πλην όμως πολύ σημαντικές, οι οποίες δίνουν στα παιδιά την ευκαιρία να νιώθουν μεγαλύτερη ασφάλεια και κατανόηση για τον κόσμο που ζουν» υπογραμμίζει μιλώντας στα «ΝΕΑ» ο Γεράσιμος Α. Κολαΐτης, καθηγητής Παιδοψυχιατρικής, διευθυντής Παιδοψυχιατρικής Κλινικής του Παίδων «Αγία Σοφία».
Ο ίδιος προσθέτει πως τα παιδιά όπως και οι μεγάλοι δεν αντιμετωπίζουν τα γεγονότα με τον ίδιο τρόπο. «Είναι κατανοητό πολλά παιδιά να αισθάνονται σύγχυση, αναστάτωση και άγχος. Γονείς, εκπαιδευτικοί κ.λπ. μπορούν να βοηθούν ανταποκρινόμενοι με τρόπο ειλικρινή, σταθερό και υποστηρικτικό. Τα περισσότερα παιδιά είναι ανθεκτικά, ωστόσο οι γονείς μπορούν να βοηθούν δημιουργώντας σε αυτά το κατάλληλο κλίμα για να μιλήσουν και να μειωθούν οι πιθανότητες ανάπτυξης συναισθηματικών δυσκολιών».
Εκφραση. Ισως όμως το πιο δύσκολο κομμάτι του ούτως ή άλλως απαιτητικού γονεϊκού ρόλου είναι να δώσουν χώρο στα ίδια τα παιδιά τους να εκφραστούν. «Είναι σημαντικό οι γονείς να ακούν τα παιδιά τους και να τα διευκολύνουν να εκφράσουν σκέψεις και συναισθήματα με κάθε δυνατό τρόπο – λεκτικά, με ζωγραφιές, παιχνίδι, διαβάζοντας ιστορίες, παραμύθια κ.λπ. Τα παιδιά συνηθίζουν να προσωποποιούν καταστάσεις, όπως π.χ. να ανησυχούν για αγαπημένα πρόσωπα που ζουν εκεί όπου διαδραματίζονται τα γεγονότα. Ωστόσο τα παιδιά είναι παιδιά και μπορεί να μη θέλουν να αναφέρονται πολύ σε αυτά τα γεγονότα, και αυτό πρέπει να είναι επίσης σεβαστό από τους γονείς τους».
Στο πλαίσιο ενίσχυσης της επικοινωνίας, εξίσου σημαντικό είναι (σύμφωνα πάντα με τον καθηγητή) οι γονείς να απαντούν με ειλικρίνεια στα παιδιά τους με λέξεις και έννοιες που εκείνα κατανοούν, χωρίς να τα υπερφορτώνουν με πληροφορίες. «Τα παιδιά συχνά επανέρχονται επειδή, για παράδειγμα, δεν έχουν λάβει την πληροφόρηση που χρειάζονται, δεν έχουν κατανοήσει ή τους είναι δύσκολο να δεχθούν ή επειδή χρειάζονται καθησυχασμό».
Οικογένεια και σχολείο
Σε κάθε περίπτωση, αυτό που ενστικτωδώς πράττουμε οι περισσότεροι γονείς, δηλαδή να μην αφήνουμε τα παιδιά μας να παρακολουθούν επί ώρες βίαιες σκηνές, είναι και το ζητούμενο σύμφωνα με τον ειδικό. «Ιδιαίτερα για τα παιδιά μικρής ηλικίας ή εκείνα με ιστορικό τραύματος ή απώλειας στη ζωή τους. Αντίθετα, είναι βοηθητικό να υπάρχει προβλέψιμη ρουτίνα και πρόγραμμα στην καθημερινότητα των παιδιών. Επίσης βοηθάει η αλληλοενημέρωση μεταξύ οικογένειας και σχολείου. Τα παιδιά ενδιαφέρονται και μαθαίνουν από τις αντιδράσεις των ενηλίκων στα γεγονότα» σημειώνει ο καθηγητής.
Και προσθέτει: «Τους επιτρέπουμε να γνωρίζουν πώς νιώθουμε, π.χ. αγχωμένοι ή αναστατωμένοι για τα γεγονότα, χωρίς ωστόσο να τα φορτώνουμε με τις δικές μας ανησυχίες. Αν νιώθουν πιο ασφαλή και καθησυχασμένα με τη σκέψη, π.χ., ότι ο πόλεμος είναι μακριά, ας μη διαφωνούμε μαζί τους. Αν παρ’ όλα αυτά τα παιδιά φαίνονται πολύ αναστατωμένα, αγχωμένα, με προβλήματα ύπνου, φόβο θανάτου, δυσκολίες αποχωρισμού, επίμονες σκέψεις ή εικόνες που τρομάζουν, θα πρέπει οι γονείς τους να αναζητήσουν βοήθεια από ειδικούς ψυχικής υγείας, π.χ. παιδοψυχιάτρους».
in.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου