Δύο βασικούς μισθούς χάνουν ετησίως τα νοικοκυριά από την ενεργειακή ακρίβεια, η οποία διογκώνεται και από τις επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία.
Οι τιμές της βενζίνης, του ηλεκτρικού ρεύματος, του πετρελαίου θέρμανσης και του...φυσικού αερίου πυρπολούν τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, προκαλώντας τους αυξημένες κατά 33% έως και 52% ετήσιες δαπάνες.
Με βάση τις τιμές του Παρατηρητηρίου Τιμών Υγρών Καυσίμων, της Eurostat και του δείκτη HEPI, ένα νοικοκυριό εφέτος σε 12μηνη βάση θα πληρώσει ακριβότερα κατά 1.087 έως 1.239 ευρώ για να μετακινηθεί με το ΙΧ, να καλύψει τις ενεργειακές ανάγκες του με ηλεκτρικό ρεύμα και να θερμανθεί με πετρέλαιο ή φυσικό αέριο.
Αν ληφθεί υπόψη ότι ο βασικός μισθός στην Ελλάδα είναι τα 663 ευρώ, τότε βγαίνει αβίαστα το συμπέρασμα πως η ενεργειακή ακρίβεια ρίχνει στην πυρά δύο μισθούς τον χρόνο.
Ωστόσο, με επίκληση του δημοσιονομικού κόστους αιτιολόγησε χθες ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης την απόφαση του να μην μειώσει τη φορολογία στα καύσιμα, προκειμένου να ελαφρυνθούν οι πολίτες. Η απάντηση του κ. Μητσοτάκη συνέπεσε με αντίδραση των παραγόντων της αγοράς καυσίμων που με αφορμή την επιβολή πλαφόν στα περιθώρια κέρδους, ζήτησαν τη μείωση του ΕΦΚ και του ΦΠΑ στα καύσιμα, που επιβαρύνει σημαντικά τα νοικοκυριά λόγω των αυξημένων τιμών.
Η σχετική αναφορά στη συνέντευξη του πρωθυπουργού είχε ως εξής: «Επιλέγουμε, γιατί σπεύδω να προφτάσω την ερώτηση σας, να μην περιορίσουμε, να μην κόψουμε σήμερα φόρους κατανάλωσης για δύο λόγους: Πολύ μεγάλη δημοσιονομική επίπτωση, μικρό τελικά όφελος στην τελική τιμή, ας πούμε της βενζίνης, αλλά το μεγαλύτερο όφελος θα το έχουν αυτοί που έχουν τις μεγαλύτερες καταναλώσεις. Εάν, λοιπόν, μπορέσουμε -και θα καταφέρουμε- να δημιουργήσουμε έναν δημοσιονομικό χώρο για να στηρίξουμε την κοινωνία, προτιμώ από το να έχουν όλοι από λίγο όφελος, και κυρίως το όφελος να το έχουν αυτοί που έχουν τα μεγαλύτερα αυτοκίνητα, να χρησιμοποιήσω αυτόν το χώρο τον οποίο θα δημιουργήσω για να στηρίξουμε αυτούς που το έχουν σήμερα μεγαλύτερη ανάγκη».
Πηγή
Οι τιμές της βενζίνης, του ηλεκτρικού ρεύματος, του πετρελαίου θέρμανσης και του...φυσικού αερίου πυρπολούν τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, προκαλώντας τους αυξημένες κατά 33% έως και 52% ετήσιες δαπάνες.
Με βάση τις τιμές του Παρατηρητηρίου Τιμών Υγρών Καυσίμων, της Eurostat και του δείκτη HEPI, ένα νοικοκυριό εφέτος σε 12μηνη βάση θα πληρώσει ακριβότερα κατά 1.087 έως 1.239 ευρώ για να μετακινηθεί με το ΙΧ, να καλύψει τις ενεργειακές ανάγκες του με ηλεκτρικό ρεύμα και να θερμανθεί με πετρέλαιο ή φυσικό αέριο.
Αν ληφθεί υπόψη ότι ο βασικός μισθός στην Ελλάδα είναι τα 663 ευρώ, τότε βγαίνει αβίαστα το συμπέρασμα πως η ενεργειακή ακρίβεια ρίχνει στην πυρά δύο μισθούς τον χρόνο.
Ωστόσο, με επίκληση του δημοσιονομικού κόστους αιτιολόγησε χθες ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης την απόφαση του να μην μειώσει τη φορολογία στα καύσιμα, προκειμένου να ελαφρυνθούν οι πολίτες. Η απάντηση του κ. Μητσοτάκη συνέπεσε με αντίδραση των παραγόντων της αγοράς καυσίμων που με αφορμή την επιβολή πλαφόν στα περιθώρια κέρδους, ζήτησαν τη μείωση του ΕΦΚ και του ΦΠΑ στα καύσιμα, που επιβαρύνει σημαντικά τα νοικοκυριά λόγω των αυξημένων τιμών.
Η σχετική αναφορά στη συνέντευξη του πρωθυπουργού είχε ως εξής: «Επιλέγουμε, γιατί σπεύδω να προφτάσω την ερώτηση σας, να μην περιορίσουμε, να μην κόψουμε σήμερα φόρους κατανάλωσης για δύο λόγους: Πολύ μεγάλη δημοσιονομική επίπτωση, μικρό τελικά όφελος στην τελική τιμή, ας πούμε της βενζίνης, αλλά το μεγαλύτερο όφελος θα το έχουν αυτοί που έχουν τις μεγαλύτερες καταναλώσεις. Εάν, λοιπόν, μπορέσουμε -και θα καταφέρουμε- να δημιουργήσουμε έναν δημοσιονομικό χώρο για να στηρίξουμε την κοινωνία, προτιμώ από το να έχουν όλοι από λίγο όφελος, και κυρίως το όφελος να το έχουν αυτοί που έχουν τα μεγαλύτερα αυτοκίνητα, να χρησιμοποιήσω αυτόν το χώρο τον οποίο θα δημιουργήσω για να στηρίξουμε αυτούς που το έχουν σήμερα μεγαλύτερη ανάγκη».
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου