Η άποψη ότι τα δημοψηφίσματα είναι «επικίνδυνα» ακούγεται συχνά πυκνά, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, έφτασε όμως σε ένα επικίνδυνο -για τη Δημοκρατία- κρεσέντο, μετά το αποτέλεσμα για το Brexit.
Όσοι πιστεύουν ότι τις σημαντικές αποφάσεις δεν πρέπει νατις παίρνει ο «αμαθής» λαός, ακόμη κι αν η ένστασή τους εδράζεται σε ορισμένες πραγματικές αιτίες, όπως για παράδειγμα η έλλειψη κατανόησης σύνθετων οικονομικών δεδομένων, ουσιαστικά προσβάλλουν το δημοκρατικό πολίτευμα.
Το οποίο μπορεί να έχει τα ελαττώματά του, πλην όμως είναι το καλύτερο από τα συστήματα που έχουν διαμορφωθεί στην πορεία των αιώνων, γι' αυτό άλλωστε και επικράτησε στη λεγόμενη «Δύση».
Αν κάποιος δεν διαφωνεί με αυτή τη θέση, τότε δεν μπορεί και να εναντιώνεται στο δικαίωμα ενός λαού να αποφασίζει με άμεσες διαδικασίες για σημαντικά θέματα.
Η άποψη ότι η «ελίτ» είναι αυτή που «ξέρει καλύτερα» (είτε πρόκειται για καθοδηγητές γνώμης, είτε για παράγοντες, είτε και για εκλεγμένους πολιτικούς) και άρα εκείνη πρέπει να αποφασίζει, δεν είναι απλώς λανθασμένη, είναι και επικίνδυνη. Διότι ενισχύει την έτσι κι αλλιώς αυξανόμενη αντίδρασημεγάλου μέρους της κοινής γνώμης απέναντι στις διάφορες «ελίτ» και στα «κατεστημένα».
Δεν είναι ο λαός αυτός που ψηφίζει «λάθος», είναι οι πολιτικές ηγεσίες εκείνες που έχουν κάνει τοσημαντικό λάθος. Στη Δημοκρατία, σκοπός του πολιτεύματος είναι η ικανοποίηση των συμφερόντων της πλειοψηφίας του λαού, καθώς ένας πολίτης έχει και μία ψήφο, ανεξαρτήτως εισοδήματος και μορφωτικού επιπέδου.
Όταν λοιπόν για τον οποιονδήποτε λόγο, οι πολιτικές δεν ικανοποιούν αυτή την πλειοψηφία, κι ακόμη χειρότερα όταν επηρεάζουν αρνητικά το βιοτικό της επίπεδο και το αίσθημα «ασφάλειας» για τη διαβίωσή της, κάποια στιγμή θα έρθει το αναπόφευκτο.
Για τη μεγάλη πλειονότητα της κοινής γνώμης, είτε αυτό αφορά στην Ελλάδα, είτε στο εξωτερικό, οιαφηρημένες έννοιες (με εξαίρεση, κατά κανόνα, θέματα εθνικής ανεξαρτησίας, «ταυτότητας» ή και θρησκείας), δεν έχουν τόσο μεγάλη σημασία όσο έχει η άμεση επίδραση στην τσέπη, στην καθημερινότητα και η αίσθηση αισιοδοξίας ή απαισιοδοξίας που δημιουργείται για το μέλλον.
Είναι δε γεγονός ότι σε αυτά τα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα, η αισιοδοξία περιορίστηκε δραστικά, η ανασφάλεια αυξήθηκε στη Δύση, ενώ ιδίως μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, άρχισε να παρατηρείται αυξανόμενη δυσαρέσκεια απέναντι στις ελίτ και στο «σύστημα».
Ολοένα και μεγαλύτερα τμήματα της κοινής γνώμης αντιμετωπίζουν πλέον είτε με αυξανόμενη καχυποψία, είτε και εχθρικά τις διεθνιστικές πολιτικές, ιδίως στον οικονομικό τομέα, καθώς το βιοτικό τους επίπεδο κλυδωνίζεται και οι ανισότητες αυξάνονται. Γι' αυτούς η «παγκοσμιοποίηση» αποτελεί δυσάρεστη εμπειρία, οπότε κοιτούν ολοένα και περισσότερο προς το παρελθόν, του απόλυτα κυρίαρχου «εθνικού κράτους», ενώ ταυτόχρονα απορρίπτουν το υπάρχον «κατεστημένο», χωρίς ωστόσο να έχουν κάποια συγκεκριμένη άποψη για το πώς θα έπρεπε να είναι η διάδοχη κατάσταση.
Αυτή είναι η κατάσταση που εξηγεί την άνοδο του λαϊκισμού στις περισσότερες χώρες και την αυξανόμενη ροπή των εκλογικών σωμάτων σε «αντι-συστημικούς» πολιτικούς σχηματισμούς.
Οπότε, εκτός κι αν κάποιοι βλέπουν ως επόμενο βήμα τη σύνδεση της ψήφου με τα πτυχία, τον βαθμό ευφυΐας ή την οικονομική κατάσταση, ώστε να μην έχουν εκλογικό δικαίωμα οι κατ' αυτούς «πτωχοί», η μόνη πραγματική λύση βρίσκεται στην εξεύρεση οικονομικών και κοινωνικών πολιτικών που θα ανακόψουν το ρεύμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου